Του Χρήστου Ζησιάδη,
Οι τροβαδούροι ήταν περιπλανώμενοι ποιητές και μουσικοί του ώριμου δυτικού μεσαίωνα, δηλαδή περίπου στα τέλη του 11ου αιώνα μέχρι τα τέλη του 13ου. Κατάγονταν από τη Νότια Γαλλία και πήραν το όνομά τους από τη προβηγκιανή λέξη “trobar”, που σημαίνει εφευρίσκω. Συχνά προέρχονταν από υψηλές κοινωνικές τάξεις. Ήταν γαιοκτήμονες, αριστοκράτες, αστοί, ακόμα και κληρικοί. Πολλοί από αυτούς σπούδασαν, καθώς οι γνώσεις γραφής και μουσικής που απαιτούνταν δεν αποτελούσαν κοινό αγαθό εκείνη την εποχή, αλλά προνόμιο. Έγραφαν τους στίχους τους στην —πλέον νεκρή— Οξιτανική γλώσσα, με κύρια θέματα τους αυλικούς έρωτες και την ιπποσύνη. Η τέχνη τους φαίνεται πως δέχτηκε έντονες επιρροές από τους μουσουλμάνους ερωτικούς ποιητές της Ισπανίας και χρησιμοποίησαν διάφορες ποιητικές φόρμες, με τις κυριότερες να είναι αυτές του canso (υψηλή ποίηση με ερωτική θεματολογία), του planh (θρήνος), του tenso (διαλογικό ποίημα) και του sirventes (πολιτικό ή σατυρικό ποίημα με ηθικά στοιχεία).
Αν και η έννοια του έρωτα δεν είναι κάτι καινούργιο στην ποιητική και μουσική δημιουργία, ο τρόπος που εκφράζεται μέσα από τους τροβαδούρους θα χαρακτηρίσει μια ολόκληρη εποχή. Ο ευγενής αυλικός έρωτας αποτελεί μία ιδανική μορφή έρωτα, ο οποίος ενσαρκώνει τις αρχές του ιπποτισμού, της χριστιανικής αρετής και της παρουσίασης της γυναίκας ως κάτι άπιαστο και ιδεατό, με τον ιππότη να δείχνει τον σεβασμό και την πίστη του προς την κυρά της αυλής.
Οι τροβαδούροι έχαιραν μεγάλης αναγνώρισης στις περιοχές που δραστηριοποιούταν και χάρη στις συνεχείς μετακινήσεις αυτές, η τέχνη τους εξαπλώθηκε σε διάφορες περιοχές της Ισπανίας, της Β. Ιταλίας και της Σικελίας, επηρεάζοντας έτσι τις λογοτεχνικές παραδόσεις της εποχής. Η καινοτομία των τροβαδούρων έχει να κάνει με την αποφυγή συγγραφής στη Λατινική εκκλησιαστική γλώσσα και στη συγγραφή σύντομων ποιημάτων που είχαν άμεση σχέση με τη μουσική. Ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον ποίημα που αναδεικνύει αυτή τη μετακίνηση των τροβαδούρων και τη χρήση της καθομιλουμένης γλώσσας της εκάστοτε περιοχής είναι το Eras Quan vey verdeyar (Όταν έρθει ο καιρός πάλι θα πρασινίσω) του Ραιμπώ ντε Βακέιρας, όπου είναι γραμμένο σε πολλαπλές διαλέκτους. Πιο συγκεκριμένα, η πρώτη στροφή χρησιμοποιεί τα προβηγκιανά, η δεύτερη τα τοσκανικά, η τρίτη τα γαλλικά, η τέταρτη τα γωσκανικά και η πέμπτη τα γαλλικιανά!
Τα τραγούδια των τροβαδούρων είναι κυρίως στροφικά και μονοφωνικά, με επανάληψη της μελωδίας σε κάθε στροφή. Έχουν σωθεί περίπου 95 χειρόγραφα με μουσική των τροβαδούρων που συμπεριλαμβάνουν περίπου 250 έργα με τη μουσική τους, δηλαδή περίπου το 1/10 του συνολικού ρεπερτορίου, και αποτελούν σημαντικές ιστορικές πηγές. Αντίστοιχα, οι μουσικοί που δραστηριοποιήθηκαν στις βόρειες περιοχές της Γαλλίας ονομάστηκαν τρουβέροι και διακρίθηκαν από τους τροβαδούρους ως προς τις επικές θεματολογίες των τραγουδιών τους. Αυτοί ανέπτυξαν τις λεγόμενες επωδούς —γνωστότερα ως ρεφρέν— βάζοντας έτσι τα θεμέλια για την εξέλιξη του τραγουδιού στη σημερινή του μορφή.
Οι Τροβαδούροι στην Ελλάδα
Κατά τη διάρκεια της Δ’ Σταυροφορίας (1201-1204), οι Προβηγκιανοί τροβαδούροι Ραιμπώ ντε Βακέιρας και Ελίας Καϊρέλ, καθώς και ο Λομβαρδός Ουμβέρτος ντι Μπιαντράτε λαμβάνουν μέρος στην εκστρατεία με στόχο την απελευθέρωση της Ιερουσαλήμ από τους Άραβες. Αντί για την Ιερουσαλήμ, όμως, καταλήγουν να πολιορκούν την Κωνσταντινούπολη μετά από μία σειρά δολοπλοκιών και πολιτικών παιχνιδιών από τον εξόριστο Αλέξιο Δ’, όπου έταξε στους σταυροφόρους στρατό και χρήματα για την εκστρατεία που ετοιμαζόταν για τους Άγιους Τόπους. Το 1204, ο Βονιφάτιος Μομφερρατικός γίνεται βασιλιάς της Θεσσαλονίκης. Μαζί του ακολουθούν δύο γνωστοί σε εμάς τροβαδούροι, ο Ραιμπώ ντε Βακέιρας και Ελίας Καϊρέλ.
Ραιμπώ ντε Βακέιρας
Γεννήθηκε στο Βακέιρας της Οράγγης στην Προβηγκία το 1180. Αν και ταπεινής καταγωγής, συσχετίστηκε από μικρή ηλικία με τον Βονιφάτιο ως μινιστρέλος και τον ακολούθησε σε διάφορα ταξίδια και πολέμους, με αποκορύφωμα την πολιορκία της Κωνσταντινούπολης το 1204 και αργότερα στην εκστρατεία στη Μακεδονία, τη Θεσσαλία, την Εύβοια, την Αττική και την Κόρινθο. Κατάφερε μέχρι το τέλος της ζωής του να χρισθεί ιππότης. Φαίνεται πως έχασε τη ζωή του σε μία ενέδρα Βουλγάρων το 1207, μαζί με τον Βονιφάτιο.
Έγραψε μουσική σε διάφορες φόρμες, με απλοϊκό ύφος και επηρέασε έντονα την αυλική ποίηση. Κατά τη διάρκεια της διαμονής του στη Ρωμανία, έγραψε τέσσερα έργα, τα οποία αποτελούν μέρος κωδίκων της εποχής και αποτελούν σπουδαία ιστορικά στοιχεία. Μερικά από τα χαρακτηριστικά του έργα είναι το Kalenda maya και το Ara pot hom conoisser e proar.
Ελίας Καϊρέλ
Λίγες πληροφορίες είναι γνωστές για τον Καϊρέλ. Γεννήθηκε στο Περιγκόρ της Προβηγκίας και ταξίδεψε στη Λατινική Αυτοκρατορία το 1202. Παρέμεινε εκεί μέχρι και το 1209 και στη συνέχεια επέστρεψε στη δυτική Ευρώπη και συναναστράφηκε με την αυλή του βασιλιά Αλφόνσο Θ’ του Λεόν. Σχετίστηκε και αυτός με το Βασίλειο της Θεσσαλονίκης κατά τη παραμονή του στη Ρωμανία. Οι πηγές που σώζονται αναφέρονται με αρνητικό τρόπο στις μουσικές του ικανότητες. Ξεχωρίζει ένα ποίημα που έγραψε προς τον Γουλιέλμο ΣΤ’, γιο του Βονιφάτου, στο οποίο τον καλεί να αναλάβει την εξουσία του Βασιλείου της Θεσσαλονίκης. Κατά την περίοδο που βρισκόταν στη Ρωμανία, συνέθεσε πέντε έργα.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Ulrich Michels, Άτλας της Μουσικής, Αθήνα 1994, Εκδόσεις Φίλιππος Νάκας Μουσικός Οίκος
- Δημήτρης Κούντουρας, Μουσική των Τροβαδούρων στο Λατινικό Βασίλειο της Θεσσαλονίκης μετά το 1204, Θεσσαλονίκη 2016, Εκδόσεις Νεφέλη
- Σπ. Σκιαδαρέσης, Tρουβαδούροι. Οι προβηγκιανοί ποιητές και τραγουδιστές του Μεσαίωνα, Πλέθρον, Αθήνα, 1982