Της Ευθυμίας Γκαμπέση,
«Εάν η ιστορία μου ήταν να γραφτεί πραγματικά από την αρχή ως το τέλος, θα τους συνέπαιρνε όλους».
-Ανρί Ματίς
Ο 19ος και ο 20ος αιώνας είναι μία περίοδος που η τέχνη κάνει άλματα. Ταυτόχρονα, εκτυλίσσονται δύο Παγκόσμιοι Πόλεμοι και συμβαίνουν πολλές ανακατατάξεις. Σε όλη αυτήν την πολύτροπη ατμόσφαιρα, το βιβλίο Ανρί Ματίς (1869-1954) του Μιχάλη Λαζαρίδη, εμβαθύνει στη ζωή του ταλαντούχου ζωγράφου, κάνοντας μία ανασκόπηση της ζωής του από τα πρώιμα χρόνια της ενασχόλησης με την τέχνη, μέχρι και τον θάνατό του.
Το συγκεκριμένο βιβλίο, που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Gutenberg, είναι χωρισμένο σε διάφορες χρονικές περιόδους, ανάλογα με το καλλιτεχνικό έργο του Ματίς. Σαφέστερα, ξεκινάει με τα «Πρώτα χρόνια (1869-1905», συνεχίζει στις «Αναζητήσεις (1906-1916)» και έπειτα στη «Ζωή στη Νίκαια (1907-1929)». Ακολουθούν «Η νέα οπτική (1930-1940)» και τέλος «Τα έργα της χάριτος (1941-1954)» με Άρθρο του Ματίς στο περιοδικό Curier της Unesco και κείμενό του να πλαισιώνουν το έργο.
Ο ζωγράφος γεννήθηκε στις 31 Δεκεμβρίου 1869 στη βορειοανατολική Γαλλία, στο Κατό Καμπερζί. Αναμφίβολα —και όπως προκύπτει και από το ίδιο το βιβλίο— ο Ανρί Ματίς (Henri Matisse) ήταν ένας άνθρωπος παθιασμένος με το επάγγελμά του, ένας ζωγράφος με όλη τη σημασία της λέξης, που μελέτησε, δοκίμασε και πειραματίστηκε πάνω στην τέχνη ώστε να φτάσει στο άψογο, στο πρωτότυπο, στο αληθινό. Η τέχνη του έχει επηρεαστεί από πολλούς πολιτισμούς όπως της Ινδίας και της Αφρικής αλλά και από μέρη που επισκέφθηκε. Ταυτόχρονα, όμως, απολάμβανε να ζωγραφίζει και στοιχεία της δικής του ζωής, με γνωστά του πρόσωπα να αποτελούν τις μούσες του.
«Σκέφτομαι συνεχώς τη δουλειά μου τα τελευταία δέκα χρόνια και αυτό που σκέφτομαι είναι ότι το κύριο πράγμα είναι να είσαι ο εαυτός σου».
Είναι, επίσης, ολοφάνερη η αγάπη του για τα χρώματα, τα οποία του θυμίζουν την παιδική του ηλικία, την ανεμελιά, τα έντονα συναισθήματα. Σε μία επίπεδη επιφάνεια με έντονα χρώματα μας ταξιδεύει σε μακρινούς κόσμους, δίνοντας όγκο και διάσταση μέσα από τα ίδια τα χρώματα σε μία προσπάθεια να θυμηθούμε τα παιδικά μας χρόνια. Παρόλο που κατά την περίοδο εκκίνησής του ως ζωγράφος δέχτηκε αρνητική κριτική και χλευάστηκε τα πρώτα χρόνια της καριέρας του, επικράτησε στο τέλος η πολύτιμη αλήθεια του. Μάλιστα, αναφέρει ότι «ο καλλιτέχνης πρέπει να μάθει να ζωγραφίζει χωρίς να σκέφτεται». Ο Ματίς αναλύει τον χρόνο μέσα στον χώρο, επιστρέφει πολλές φορές σε ένα θέμα αλλά του δίνει άλλη ζωή, άλλη πνοή, το βλέπει από άλλη οπτική γωνία. Στην πραγματικότητα, μπορεί να εμπνέεται από πληροφορίες της πραγματικότητας αλλά αποσκοπεί να απεικονίσει έναν δικό του κόσμο στα έργα, όπως τον βλέπει ο ίδιος.
«Η ζωγραφική είναι κάτι που πρέπει να χαλαρώνει το μυαλό του ανθρώπου από την καθημερινή εργασία».
Όσον αφορά τα νεανικά του χρόνια, ήδη από μικρή ηλικία ο Ματίς ενθουσιάζεται με τη ζωγραφική, το χρώμα, τη φύση. Σπούδασε, μάλιστα, νομική στο Παρίσι, ωστόσο δεν του κέντρισε ποτέ το ενδιαφέρον αυτό το επάγγελμα. Ο νεαρός Ανρί Ματίς βρήκε το πάθος του και τον σκοπό του στην τέχνη και συγκεκριμένα στη ζωγραφική, «οτιδήποτε άλλο προσπαθούσαν να τον κάνουν, του περνούσε αδιάφορο», δεν τον γέμιζε, ούτε τον ευχαριστούσε. Μπορεί να μην αναγνωρίστηκε το ταλέντο του στη ζωγραφική αμέσως, αλλά ο ίδιος παρομοίαζε τον εαυτό του ως «ένα φυτό να αναπτύσσεται που μόλις ριζώσει γερά, η ρίζα είναι η αρχή όλων».
Στα πρώτα χρόνια σπουδών του στη σχολή Καλών Τεχνών δυσκολεύτηκε να πάει με το ρεύμα των υπολοίπων, αφού έβλεπε με διαφορετικό τρόπο τα πράγματα, αποδίδοντάς τα επίσης διαφορετικά. Ένιωθε «σαν να πηγαίνει σε μία ξένη χώρα όπου όλοι μιλούσαν άλλη γλώσσα». Βλέπετε, αυτήν η τελειότητα την οποία προωθούσε η σχολή έφερνε στον Ματίς ίλιγγο. Ο ζωγράφος Γκιστάβ Μορό υπήρξε η ενθάρρυνσή του, καθώς ήρθε σε επαφή με πολλά σημαντικά πρόσωπα του χώρου όπως ο Βαν Γκογκ και ο Πικάσο. Έντονες επιρροές δέχτηκε από τους Βαν Γκογκ, Μονέ και Γκογκέν. Ο Ανρί Ματίς ζει σε ένα γενικότερο πλαίσιο άνθισης του ιμπεριαλισμού αλλά θέτει τις βάσεις για το κίνημα του Φωβισμού το 1904. Το 1907 ανοίγει τη δική του σχολή και διδάσκει έως το 1910.
Ο Ματίς έχει συνολικά τρία παιδιά, τη Μαργκαρίτ από την πρώτη του σύντροφο Καμίλ και τους Ζαν και Πιερ από τη σύζυγό του Αμελί. Οι πρώτοι του κριτές υπήρξαν δύο από τα σημαντικότερα πρόσωπα στη ζωή του, η γυναίκα του Αμελί και η κόρη του Μαργκαρίτ. Χωρίς την έγκρισή τους δεν μπορούσε να συνεχίσει, ήταν σαν δύο καρυάτιδες στη ζωή του, όπως εύστοχα παρατήρησε και η φίλη του Πικάσο, Φρανσουάζ Ζιλό.
«Η ζωγραφική θα έχει πάντα την πρώτη θέση στη ζωή μου».
Αυτό είχε πει στη γυναίκα του, Αμελί, και φαίνεται να επιβεβαιώνεται. Η τέχνη είχε καταβροχθίσει τη ζωή του, ζούσε μοναχικά και μελαγχολικά, ωστόσο αρχίζει να αποζητά την υποστήριξη που του παρείχε πρωτύτερα η οικογένειά του. Η απλούστευση και η αφαίρεση ήταν επίσης πολύ σημαντικά στοιχεία για τον Ματίς, αυτό επιχειρούσε να κάνει άλλωστε σε κάθε πίνακα που ξεκινούσε. Να απλοποιήσει τη ζωή, τον κόσμο και την καθημερινότητα. Κάποιοι από τους πίνακές του είναι Οι Μαροκινοί, Μάθημα πιάνου, Γυναίκα σε ψηλό σκαμνί, Λουόμενοι, Ροζ γυμνό.
Το 1927 του απονέμεται το βραβείο Κάρνεγκι, το πιο διάσημο από τα διεθνή βραβεία. Αργότερα, όμως, και αφού ξεσπάσει ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, όλα είναι πια πολύ δύσκολα για τον καλλιτέχνη. Πάσχει από καρκίνο, έχει πάρει διαζύγιο από τη γυναίκα του και η κόρη του, όπως και η πρώην γυναίκα του, έχουν φυλακιστεί από τους Γερμανούς. Ωστόσο, μέχρι και την τελευταία στιγμή συνέχισε να δουλεύει, ή καλύτερα, να δημιουργεί…
Συνοψίζοντας, ο ζωγράφος Ανρί Ματίς έζησε πολλές περιπέτειες στη ζωή του, τροποποίησε αρκετές φορές την τέχνη του αλλά πάντα έμενε πιστός σε αυτήν. Το πάθος του για τη ζωγραφική και τα χρώματα ήταν τόσο μεγάλο που αφηνόταν σε αυτό με ευχαρίστηση, παρά τα όσα μπορεί να του είχε στερήσει. Και, τελικά, ποιο είναι το νόημα της ζωγραφικής; Να αφήσουμε το αποτύπωμά μας στον κόσμο!