Του Θανάση Λέφα,
Στο Σύνταγμα προβλέπονται τρεις κατηγορίες δικαιωμάτων. Τα ατομικά, τα κοινωνικά και τα πολιτικά. Ως ατομικά δικαιώματα νοούνται οι αξιώσεις του ατόμου έναντι του κράτους, για αποχή του από παρεμβάσεις σε μια εκ του Συντάγματος κατοχυρωμένη σφαίρα ιδιωτικής αυτονομίας. Από αυτό το «αρνητικό» περιεχόμενο προκύπτει και ο ορισμός τους ως status negativus. Από την άλλη, τα κοινωνικά δικαιώματα υποχρεώνουν το κράτος να παρέμβει με θετικές ενέργειες. Αξιώσεις, όμως, του ατόμου κατά του κράτους δε γεννιούνται. Αντίστοιχα, το «θετικό» τους περιεχόμενο τους προσδίδει τον τίτλο του status positivus. Αυτονόητο είναι ότι τόσο τα ατομικά όσο και τα κοινωνικά δικαιώματα, δεν είναι ανεπίδεκτα περιορισμών.
Οι περιορισμοί των δικαιωμάτων
Η θεσμοποιημένη αναστολή ατομικών δικαιωμάτων
Πρώτα-πρώτα, ο συγκεκριμένος περιορισμός επιβάλλεται με την κήρυξη της χώρας σε κατάσταση πολιορκίας. Τότε, με σχετική απόφαση της Βουλής, αναστέλλεται για ένα διάστημα η ισχύς επιμέρους δικαιωμάτων. Η περίπτωση αυτή προβλέπεται στο άρθρο 48 παρ. 1 Συντ. και συνεπάγεται όχι την εξ ολοκλήρου αναστολή των δικαιωμάτων, αλλά μόνο κατά το μέτρο που αυτή είναι αναγκαία για την αντιμετώπιση της εν λόγω κατάστασης.
Το χρέος της εθνικής και κοινωνικής αλληλεγγύης
Στο άρθρο 25 παρ.4 του Συντάγματος προβλέπεται το χρέος των πολιτών για εθνική και κοινωνική αλληλεγγύη. Η διάταξη αυτή μπορεί να θεωρηθεί ότι ουσιαστικά κωδικοποιεί τη ratio επιβολής όλων των υποχρεώσεων που προβλέπονται από το Σύνταγμα. Όπως φαίνεται να προκύπτει και από τη νομολογιακή αξιοποίηση του εν λόγω άρθρου, η άσκηση των δικαιωμάτων και των ελευθεριών των πολιτών, δεν πρέπει να θίγει τα συμφέροντα του κράτους και της κοινωνίας, στην ουσία τα δικαιώματα ισχύουν μόνο μέχρι το μέτρο που δεν παραβιάζεται το χρέος.
Η απαγόρευση της καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος
Όπως προβλέπει το άρθρο 25 παρ.3, η καταχρηστική άσκηση δικαιώματος δεν επιτρέπεται. Συγχέεται η διάταξη αυτή με το αντίστοιχο άρθρο 281 του ΑΚ. Όμως, το 25 παρ.3 καταλαμβάνει μόνο τα δικαιώματα που προβλέπονται στα άρθρα 4-24 του Συντάγματος και δεν αποτελεί μια γενική αρχή που καταλαμβάνει όλους τους κλάδους του Δικαίου. Μεταξύ των διατάξεων αυτών, υφίστανται και κάποιες σημαντικές διαφορές. Καταρχήν, είναι διαφορετικό το επίπεδο της τυπικής τους ισχύος. Επιπρόσθετα, το 281 ΑΚ προστατεύει τα συμφέροντα του κατά τεκμήριο ασθενέστερου, ενώ το 25 παρ.3 σε περίπτωση σύγκρουσης συμφερόντων, προστατεύει την κρατική εξουσία, δηλαδή τον εξ ορισμού ισχυρότερο. Στο 25 παρ.3 Σ. η κατάχρηση έχει την έννοια της άσκησης του δικαιώματος για σκοπό πρόδηλα διαφορετικό από αυτόν για τον οποίο έχει θεσπισθεί.
Επιφύλαξη υπέρ του νόμου
Ένας ειδικότερος περιορισμός των δικαιωμάτων είναι η επιφύλαξη υπέρ του νόμου και σπανιότερα υπέρ της δικαστικής ή διοικητικής αρχής. Αυτή, έχει την έννοια ότι σε ορισμένες συνταγματικές διατάξεις γίνεται ρητή παραπομπή στον νόμο. Ως νόμος, φαίνεται να προκρίνεται πως εννοείται ο ουσιαστικός νόμος κι όχι ο τυπικός. Η επιφύλαξη διακρίνεται σε ειδική, ανάλογα αν συνοδεύεται από συνταγματικά καθορισμένες προϋποθέσεις μέσω των οποίων οριοθετείται το περιεχόμενο του νόμου εκ των προτέρων ή όχι (τότε έχουμε γενική επιφύλαξη). Ζήτημα ανακύπτει σχετικά με την περίπτωση των ανεπιφύλακτων δικαιωμάτων. Αυτά, σε περίπτωση σύγκρουσής τους με άλλα δικαιώματα, περιορίζονται με βάση την αρχή της πρακτικής εναρμόνισης, ενώ λαμβάνει χώρα κι ένας ερμηνευτικός καθορισμός του περιεχομένου τους και των αντίστοιχων ορίων τους.
Περιορισμοί των περιορισμών
Καταρχήν, τα όρια των περιορισμών των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων καθορίζονται από γενικές αρχές απορρέουσες από το Σύνταγμα. Η πιο σημαντική από αυτές, είναι η προβλεπόμενη από το άρθρο 25 παρ.1 εδ. δ’ του Σ., η αρχή της αναλογικότητας. Παρακάτω θα εξετάσουμε αυτούς τους περιορισμούς πιο αναλυτικά.
Ο αντικειμενικός και απρόσωπος χαρακτήρας
Όπως γίνεται δεκτό, οι περιορισμοί των συνταγματικών δικαιωμάτων θα πρέπει να είναι απρόσωποι και αντικειμενικοί, να μην εισάγουν δυσμενείς διακρίσεις κατά παράβαση της αρχής της ισότητας (4 παρ.1 Σ), παρόλο που τις περισσότερες φορές η διάκριση μεταξύ απρόσωπου κανόνα και ατομικής-«φωτογραφικής» ρύθμισης είναι δυσχερής.
Δικαιολόγηση από λόγους γενικότερου συμφέροντος
Η ελληνική νομολογία συχνά εκφέρει την άποψη, ότι αποχρώντες λόγοι γενικότερου δημοσίου ή κοινωνικού συμφέροντος πρέπει να δικαιολογούν τους περιορισμούς των ατομικών δικαιωμάτων. Οι λόγοι αυτοί δεν θα πρέπει να ανάγονται στην εξυπηρέτηση αποκλειστικά του ταμειακού συμφέροντος του Δημοσίου, το οποίο δεν ταυτίζεται με το δημόσιο ή γενικότερο συμφέρον, και άρα αντί να περιορίζονται οι περιορισμοί των δικαιωμάτων, εν τέλει να περιορίζονται τα ίδια τα δικαιώματα.
Η αρχή της αναλογικότητας
Η αρχή αυτή προβλέπεται στο άρθρο 25 παρ.1 εδ. δ΄ του Συντάγματος και έχει την προέλευσή της από το γαλλικό και γερμανικό αστυνομικό δίκαιο και συγκεκριμένα από το αξίωμα ότι «η Αστυνομία δεν πρέπει να βάλλει κατά των σπουργιτών με κανόνια». Προηγείται λογικά, ο έλεγχος της καταλληλότητας ή άλλως, προσφορότητας του μέσου προς την επίτευξη του επιδιωκόμενου σκοπού. Αν ο περιορισμός αποδειχθεί άσχετος, η ρύθμιση πάσχει αντισυνταγματικότητας.
Ακολουθεί ο έλεγχος της αναγκαιότητας του περιορισμού, με άλλα λόγια, απαιτείται να διαπιστωθεί αν δεν υπάρχει άλλο εξίσου αποτελεσματικό μέσο το οποίο δε θα περιόριζε ή θα περιόριζε αρκούντως αισθητά, το σχετικό συνταγματικό δικαίωμα. Η τρίτη διάσταση της αρχής της αναλογικότητας, έγκειται στη στάθμιση του κόστους-οφέλους, όπως προκύπτει από την επιβολή του περιορισμού. Η stricto sensu αναλογικότητα όπως αλλιώς ονομάζεται, επιτάσσει να τηρείται το όριο της λογικής επιβάρυνσης, προκειμένου η αναμενόμενη από τον περιορισμό ωφέλεια να μην υπολείπεται καθόλου της επερχόμενης εξ αυτού βλάβης.
Ο απαραβίαστος πυρήνας του δικαιώματος
Από τον περιορισμό αυτόν, συνάγεται ότι κάθε περιορισμός των δικαιωμάτων δε πρέπει να φτάνει σε σημείο να θίγει την ουσία, τον πυρήνα, το βασικό περιεχόμενο με άλλα λόγια του δικαιώματος. Ζήτημα προέκυψε σχετικά με το αν υφίσταται ένας εκ των προτέρων δεδομένος απόλυτος πυρήνας του δικαιώματος που δεν μπορεί να θιγεί σε καμία περίπτωση ή αν πρόκειται για σχετική έννοια, προσδιορίσιμη κάθε φορά ενόψει της συγκεκριμένης περίπτωσης. Στην Ελλάδα, γίνεται δεκτός ο απόλυτος πυρήνας του δικαιώματος. Από αυτό προκύπτει και το γεγονός ότι η καθιέρωση προηγούμενης άδειας για την άσκηση ενός ατομικού δικαιώματος είναι αντισυνταγματική.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
- Κώστας Χ. Χρυσόγονος, Εισηγήσεις Ατομικών και Κοινωνικών δικαιωμάτων, Εκδόσεις Σάκκουλα, Αθήνα – Θεσσαλονίκη, 2023.