19 C
Athens
Σάββατο, 2 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΟι Ελληνοτουρκικές σχέσεις της περιόδου 1950-1960 (Μέρος Α')

Οι Ελληνοτουρκικές σχέσεις της περιόδου 1950-1960 (Μέρος Α’)


Του Ορέστη Παπαδημητρίου, 

Η χρονική περίοδος 1950-1960 μπορεί να αναγραφεί και ως μια από τις πιο έντονα φορτισμένες, όσον αφορά τις σχέσεις των δύο χωρών, καθώς υπήρξε μια περίοδος φιλίας, συνεργασίας και «προσέγγισης» ύστερα από την υπογραφή της «Συνθήκης της Λοζάνης». Συγκεκριμένα, η συνεννόηση μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας είχε τις απαρχές της στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια και συνέχισε με το «τρίγωνο» Ελλάδα-ΗΠΑ-Τουρκία, καθώς και οι δύο χώρες υπέβαλαν υποψηφιότητα για ένταξή τους στο ΝΑΤΟ (Οργανισμός Βορειοατλαντικού Συμφώνου) και στη βελτίωση των σχέσεών τους. Βέβαια, μεγάλο ρόλο έπαιξε και το τριμερές σύμφωνο με τη Γιουγκοσλαβία, το οποίο θα αναλυθεί στη συνέχεια, αλλά ταυτόχρονα ήταν στο προσκήνιο το Κυπριακό ζήτημα, που προκαλούσε αναταραχές.

Για αρχή, τον Απρίλιο του 1950, μετά την νικηφόρα έκβαση του εμφυλίου για τις καθεστωτικές δυνάμεις, που ανέδειξε πως η Ελλάδα επιθυμούσε τον «δυτικό» προσανατολισμό, ορκίστηκε η πρώτη αμιγώς κεντρώα κυβέρνηση με τον Νικόλαο Πλαστήρα, ο οποίος θα ασκούσε εξουσία μέχρι το Νοέμβριο του 1952, καθώς στη συνέχεια την πρωθυπουργία ανέλαβε ο στρατηγός Παπάγος. Η κυβέρνηση του Κέντρου τάχθηκε υπέρ της φιλοδυτικής πολιτικής και ζητούσε την είσοδο της χώρας στο ΝΑΤΟ, με κύριους λόγους την άμυνα της Μακεδονίας και της Θράκης. Ας μην ξεχνάμε ότι την ίδια χρονική περίοδο ο ψυχρός πόλεμος εντεινόταν και οι περισσότερες χώρες εξαναγκαστικά έπαιρναν μέρος στα δύο αντίπαλα στρατόπεδα, Ανατολής και Δύσης, πράγμα που έκανε έντονη την ανάγκη για σύσφιξη των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Από την άλλη πλευρά, η Τουρκία τη δεκαετία του ’50 είχε να αντιμετωπίσει πολλά προβλήματα με την «διεθνή απομόνωση», καθώς η στάση της απέναντι στον πόλεμο της στέρησε οποιαδήποτε αγαθά και βοήθεια από τις «Συμμαχικές Δυνάμεις».

Παπάγος και Πλαστήρας, δύο εμβληματικές μορφές της δεκαετίας του 1950. Πηγή εικόνας: katiousa.gr

Ήδη από το 1947, είχε σχηματισθεί μια επιτροπή ελληνοτουρκικής συνεργασίας στην Αθήνα, υπό την προεδρία του αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, Σοφοκλή Βενιζέλου, με στόχο την ενίσχυση και την εμβάθυνση των σχέσεων μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Στην Άγκυρα, ο Πρόεδρος Ινονού προχώρησε σε δηλώσεις που τόνιζαν τη σημασία της ενισχυμένης συνεργασίας μεταξύ των δύο κρατών, υπογραμμίζοντας την ανάγκη για στενότερη συνεργασία σε όλους τους τομείς. Την επόμενη χρονιά, οι δύο χώρες υπέγραψαν μια εμπορική συμφωνία, η οποία συνοδευόταν από πολιτιστικές ανταλλαγές και κοινές δράσεις που ενίσχυσαν τη διπλωματική τους σχέση. Στη συνέχεια, τον Ιούνιο του 1950, ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Fuat Köprülü πραγματοποίησε συνάντηση με τον τότε Έλληνα πρωθυπουργό Νικόλαο Πλαστήρα στο Παρίσι. Σκοπός αυτής της συνάντησης ήταν η δημιουργία μιας νέας, πιο εξειδικευμένης περιόδου συνεργασίας, που θα περιλάμβανε πολλούς τομείς της οικονομίας και της πολιτικής. Σημαντική ήταν η έγκριση που είχε λάβει ο Σοφοκλής Βενιζέλος από τις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Βρετανία για τη σύναψη ελληνοτουρκικών συμφωνιών, γεγονός που έδειχνε τη διεθνή στήριξη για τη βελτίωση των σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών.

Ο Τούρκος Υπουργός Εξωτερικών Fuat Köprülü. Πηγή εικόνας: wikimedia.org

Σεπτέμβριος 1950: Ο Έλληνας πρεσβευτής στην Άγκυρα, Κοντούμα, έκανε την εξής δήλωση: «…ή γεωγραφία ἐπιβάλλει τήν ἐνίσχυση καί τή διεύρυνση της φιλίας τῶν δύο χωρών… ή πολιτική γεωγραφία καθορίζει την τύχη ἑνός ἔθνους. Ἡ γεωγραφική μας θέση μας ὠθεῖ σε θερμότερη προσέγγιση καὶ φιλία… οἱ πολιτικοί ἀρχηγοί τῶν δύο χωρών και οἱ διαννοούμενοι ἔχουν κατανοήσει τοῦτο. Στην Ἑλλάδα και την Τουρκία ὑπάρχουν ἐπίσης μεγάλες μάζες, οἱ ὁποῖες ἔχουν υἱοθετήσει τήν ἰδέα αυτή». Αυτή η δήλωση καταδεικνύει την ευρύτερη αναγνώριση της σημασίας της γεωγραφικής θέσης και των στρατηγικών συμφερόντων των δύο χωρών.

Η στρατιωτική συνεργασία αποτέλεσε έναν κρίσιμο τομέα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις κατά την περίοδο αυτή. Οι συνεχείς συναντήσεις και οι στρατηγικές επαφές μεταξύ των δύο πλευρών έως το 1952 δείχνουν την προτεραιότητα που δόθηκε στη στρατιωτική συνεργασία. Ωστόσο, δεν έλειψαν τα περιστασιακά προβλήματα, όπως η βύθιση ελληνικών αλιευτικών σκαφών στο Αιγαίο από το τουρκικό ναυτικό. Αυτά τα περιστατικά προκαλούσαν συγκρούσεις με ελληνικές απώλειες σε ζωές και περιουσίες, κάτι που δημιούργησε εντάσεις. Ως αποτέλεσμα, ο Έλληνας πρεσβευτής στην Άγκυρα απευθύνθηκε στις τουρκικές αρχές, ζητώντας την κατάπαυση των «επιθέσεων» κατά των αλιευτικών σκαφών και την παύση της υποστήριξης του τουρκικού τύπου για το ζήτημα της Κύπρου. Η Τουρκία αποδέχθηκε την ευθύνη για τις βυθίσεις, και ο κυβερνήτης του ακταιωρού οδηγήθηκε σε δίκη. Παρά τις δυσκολίες και τις εντάσεις, οι πολιτικές ηγεσίες των δύο κρατών φρόντισαν να διατηρήσουν τη συνεργασία και τη θετική ατμόσφαιρα που είχαν οικοδομήσει.

Ο Πατριάρχης Αθηναγόρας. Πηγή εικόνας: wikimedia.org

Εξίσου σημαντικό ήταν το θέμα του μειονοτικού πληθυσμού και οι εξελίξεις γύρω από αυτό. Ο Αθηναγόρας, Αμερικανός πολίτης που βρισκόταν στο θρόνο του Οικουμενικού Πατριαρχείου, συνέβαλε σημαντικά στη βελτίωση των σχέσεων Άγκυρας-Φαναριού. Η θητεία του Πατριάρχη αποτέλεσε μια νέα αφετηρία στις σχέσεις των δύο πλευρών, με κύριο χαρακτηριστικό την προώθηση της ελληνοτουρκικής φιλίας. Ο Πατριάρχης επισκεπτόταν τα ελληνικά σχολεία της Κωνσταντινούπολης και ενίσχυσε το ευνοϊκό κλίμα για τη λειτουργία των ομογενειακών ιδρυμάτων στην πόλη. Οι εξελίξεις στον τομέα της εκπαίδευσης συνέβαλαν στη βελτίωση των συνθηκών για τη μειονότητα, καθώς με το νόμο 5932/5.1952, η τουρκική κυβέρνηση επικύρωσε μια προηγούμενη σύμβαση που προέβλεπε την ανταλλαγή εκπαιδευτικών και διδακτικού υλικού για τα μειονοτικά σχολεία των δύο χωρών. Επιπλέον, με μια προηγούμενη ρύθμιση του τουρκικού υπουργείου Παιδείας, τα σχολεία της ομογένειας εξαιρέθηκαν από την καταβολή φόρου εισοδήματος. Η βελτίωση των συνθηκών εκπαίδευσης στην Κωνσταντινούπολη αντικατοπτρίζεται στον αυξανόμενο αριθμό μαθητών που φοιτούν στα ελληνικά σχολεία.

Ενώ το 1946 οι εγγεγραμμένοι μαθητές ανέρχονταν σε τρεις χιλιάδες επτακόσιους εξήντα δύο, το 1956 ο αριθμός τους είχε φτάσει τους έξι χιλιάδες εννιακόσιους δώδεκα. Παράλληλα με τη βελτίωση των συνθηκών στον εκπαιδευτικό τομέα, παρατηρείται έντονη πολιτισμική δραστηριότητα στην Κωνσταντινούπολη. Κεντρικός φορέας προώθησης αυτής της πολιτισμικής κίνησης ήταν η «Ελληνική Ένωση Κωνσταντινούπολης». Στον οικονομικό τομέα, η ελληνική ομογένεια ανακτούσε την παλιά οικονομική της ισχύ και παρουσίαζε ιδιαίτερη δραστηριότητα στον τομέα του εξωτερικού εμπορίου. Από το 1946 και στις εκλογές του 1950 και του 1954, η ελληνική μειονότητα εκπροσωπήθηκε με δύο βουλευτές στην Τουρκική Εθνοσυνέλευση, κάτι που επιβεβαιώνει τη συμμετοχή και την ενσωμάτωσή της στην πολιτική ζωή της Τουρκίας. Η μορφωτική συμφωνία, που κυρώθηκε από την Ελληνική Βουλή στις 18/4/1952, είχε ισχύ για τουλάχιστον πέντε χρόνια, και αποτέλεσε θεμέλιο για τη συνεχιζόμενη συνεργασία και την εμβάθυνση των σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Άγγελος Μ. Συρίγος (2015), Ελληνοτουρκικές σχέσεις (επιμ. Κυθρεώτης Χρίστος), Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 
  • Αλεξανδρής Α. (1991), Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις 1923-1987, Εκδόσεις Γνώση, Αθήνα
  • Νίκος Κρανιδιώτης (1981), Δύσκολα Χρόνια, Βιβλιοπωλείων της Εστίας, Αθήνα
  • John O. Iatrides (1968), Balkan Triangle, Birth and Decline of an Alliance Across Ideological Boundaries, Mouton

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Ορέστης Παπαδημητρίου
Ορέστης Παπαδημητρίου
Είναι 25 ετών και προπτυχιακός φοιτητής στο τέταρτο έτος του Ιστορικού Τμήματος του Ιονίου Πανεπιστημίου στην Κέρκυρα. Έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την ιστορία, με έμφαση στην ευρωπαϊκή και ελληνική ιστορία. Προσπαθεί συνεχώς να ενημερώνεται για όλες τις πτυχές της ιστορίας, καθώς πιστεύει ότι η κατανόηση του παρελθόντος είναι κλειδί για την κατανόηση του παρόντος και του μέλλοντος. Στον ελεύθερο χρόνο του, ασχολείται με τη μελέτη της πολιτικής και την εμβάθυνση σε ιστορικά θέματα, ενισχύοντας έτσι τις γνώσεις και τις αναλυτικές του δεξιότητες.