Της Βερονίκης Στεριώτη,
Σημαντικό φαινόμενο στην Ευρώπη αλλά και τα Βαλκάνια αποτέλεσαν, χωρίς αμφιβολία, τα αλυτρωτικά κινήματα του 19ου αιώνα. Καθώς ήταν άμεσα συνδεδεμένα με την άνοδο του εθνικισμού αλλά και την αναζήτηση εθνικής αυτοδιάθεσης διαφόρων λαών που βρίσκονταν υπό ξένη κυριαρχία, είναι σαφές πως κατέστησαν την Ευρώπη μάρτυρα σημαντικών κοινωνικοπολιτικών αλλαγών. Είναι σημαντικό να αναγνωριστεί πως η Ευρώπη του 19ου αιώνα ήρθε αντιμέτωπη με την πτώση παλαιών αυτοκρατοριών, αλλά και την άνοδο των εθνικών κρατών, ενώ ο εθνικισμός (ως ιδεολογία που αναδείκνυε την έννοια του έθνους και του δικαιώματος των λαών για αυτοδιάθεση) έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην ανάδυσή τους.
Ξεκινώντας από την Ελλάδα, είναι γνωστό πως η Επανάσταση του 1821 αποτέλεσε ένα από τα χαρακτηριστικότερα παραδείγματα αλυτρωτικού κινήματος στην ιστορία της Ευρώπης. Πρόκειται ουσιαστικά για την εθνικοαπελευθερωτική εξέγερση των Ελλήνων με στόχο την απελευθέρωσή τους από την Οθωμανική Αυτοκρατορία, η οποία κατέληξε στην ίδρυση του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους. Αξίζει σε αυτό το σημείο να αναφερθεί πως ο 19ος αιώνας χαρακτηρίζεται από την άνθιση εθνικιστικών ιδεών στην Ευρώπη γενικότερα, οι οποίες, όπως είναι λογικό, βρήκαν πρόσφορο έδαφος και στους υπόδουλους Έλληνες.
Ζώντας για σχεδόν τέσσερις αιώνες υπό τον οθωμανικό ζυγό, οι Έλληνες είχαν καταφέρει να διατηρήσουν την κοινωνική, πολιτική αλλά και θρησκευτική τους ταυτότητα, παρά την ξένη κυριαρχία. Η διατήρηση, λοιπόν, της ελληνικής γλώσσας, της ορθόδοξης πίστης αλλά και των παραδόσεων συνέβαλε κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, στην διαμόρφωση μιας ισχυρής εθνικής συνείδησης. Συμπληρωματικά, οι επιρροές από τον Διαφωτισμό, αλλά και οι κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες, φαίνεται πως αποτέλεσαν ορισμένα από τα κύρια αίτια που ώθησαν τον ελληνικό λαό να επιδιώξει μια αλλαγή καθεστώτος που θα βελτίωνε τις συνθήκες ζωής της εποχής. Έτσι, η επανάσταση ξεκίνησε επίσημα στις 25 Μαρτίου 1821, με το κάλεσμα του Αλέξανδρου Υψηλάντη στην Μολδοβλαχία και την ταυτόχρονη εξέγερση στην Πελοπόννησο, τη Στερεά Ελλάδα καθώς και τα νησιά του Αιγαίου. Οι πρώτες νίκες ενθάρρυναν τον αγώνα και μαζί με την διεθνή υποστήριξη, ο ελληνικός λαός πέτυχε μετά από χρόνια πολέμων, την υπογραφή του Πρωτοκόλλου του Λονδίνου το 1830. Αυτό σήμαινε την αυτόματη ίδρυση και αναγνώριση του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους. Με αυτόν τον τρόπο, η Ελλάδα απέκτησε την ανεξαρτησία της, μαζί με ένα μικρό τμήμα των εδαφών της, θέτοντας έτσι τα θεμέλια για την μετέπειτα εδαφική επέκταση. Συνεπώς, καθίσταται σαφές πως η Ελληνική Επανάσταση ήταν ένα επιτυχημένο αλυτρωτικό κίνημα, το οποίο αργότερα ενέπνευσε και άλλα υπόδουλα έθνη να ακολουθήσουν το παράδειγμά της.
Για την Ιταλία του 19ου αιώνα, ο Ιταλικός Εθνικισμός και η Ενοποίηση (Risorgimento), ήταν μια σειρά από πολιτικά και στρατιωτικά γεγονότα που οδήγησαν στην ενσωμάτωση των διαφορετικών κρατών της ιταλικής χερσονήσου στο ενιαίο κράτος της Ιταλίας του 1861. Το Risorgimento αναγνωρίζεται ως ένα από τα σημαντικότερα κινήματα, συνδεδεμένο με την άνοδο του εθνικισμού στην Ευρώπη. Την περίοδο αυτή, η χώρα ήταν διαιρεμένη σε πολυάριθμα κρατίδια, τα οποία βρίσκονταν υπό την κυριαρχία ξένων δυνάμεων, όπως η Αυστροουγγαρία, η Ισπανία και η Γαλλία. Η Βενετία και η Λομβαρδία βρίσκονταν υπό αυστριακή κυριαρχία, ενώ το Βασίλειο των Δύο Σικελιών, όπως και το Παπικό Κράτος, είχαν τη δική τους εξουσία. Για την ακρίβεια, το μοναδικό κράτος στο οποίο βασίλευε Ιταλός μονάρχης, ήταν το βασίλειο του Πεδεμοντίου και της Σαρδηνίας. Κυρίως στο γεγονός αυτό βασίστηκε η προσπάθεια ενοποίησης, ενώ δεν θα έπρεπε να παραληφθεί και η σημαντική επιρροή που άσκησε ο Διαφωτισμός και η Γαλλική Επανάσταση στους Ιταλούς εθνικιστές, για ένα ενωμένο ιταλικό κράτος.
Κύριες προσωπικότητες του κινήματος υπήρξαν ο Τζουζέπε Ματσίνι, φιλελεύθερος πολιτικός και στοχαστής, ο Πρωθυπουργός του Βασιλείου της Σαρδηνίας, Κάμιλο Μπένσο (Κόμης του Καβούρ) καθώς και ο Τζουζέπε Γκαριμπάλντι που διετελούσε στρατιωτικός ηγέτης. Η πρώτη επιτυχία για την Ιταλία συνέβη μετά την συμμαχία της Σαρδηνίας με τη Γαλλία, το 1858, με την υπόσχεση του Καβούρ στον Ναπολέοντα Γ’ για εδαφικά ανταλλάγματα. Η εν λόγω συμμαχία οδήγησε στον Πόλεμο της Ιταλικής Ανεξαρτησίας του 1859 και στην απελευθέρωση της Λομβαρδίας. Ακόμη, με την «Εκστρατεία των Χιλίων» το 1860 και την υποστήριξη της Σαρδηνίας, ο Γκαριμπάλντι κατέλαβε τη Σικελία και προχώρησε προς τη Νάπολη. Παρέδωσε τα κατακτημένα εδάφη στον Βίκτωρα Εμμανουήλ Β’, βασιλιά της Ιταλίας. Στις 17 Μαρτίου 1861, το νέο κράτος περιλάμβανε τα περισσότερα ιταλικά εδάφη, εκτός ακόμη από τη Ρώμη και τη Βενετία. Μόνο μετά την αποχώρηση των γαλλικών στρατευμάτων από τη Ρώμη το 1870, κατάφεραν οι ιταλικές δυνάμεις να καταλάβουν την πόλη και η ίδια να γίνει αργότερα και επίσημα η πρωτεύουσα της ενωμένης Ιταλίας. Έτσι, από το 1861, σχηματίστηκε το ενιαίο Βασίλειο της Ιταλίας και μέχρι το 1870 είχε πλέον λάβει την εδαφική μορφή που έχει σήμερα. Η Ενοποίηση της Ιταλίας υπήρξε καθοριστική για την πορεία της ευρωπαϊκής ιστορίας, καθώς συνέβαλε στην αναδιαμόρφωση του χάρτη της Ευρώπης. Η επιτυχία του κινήματος Risorgimento, αποτέλεσε πρότυπο για άλλα εθνικά κινήματα, ενώ ταυτόχρονα, εδραίωσε την Ιταλία ως σημαντικό παράγοντα στις ευρωπαϊκές υποθέσεις.
Ακόμη, ο Γερμανικός Εθνικισμός και η Ενοποίηση, είναι ένα από τα γνωστότερα αλυτρωτικά κινήματα του 19ου αιώνα, αφού με την ολοκλήρωσή του το 1871, οδήγησε στην δημιουργία του Γερμανικού Κράτους υπό την ηγεσία της Πρωσίας, ενώ ταυτόχρονα άλλαξε ριζικά την ισορροπία δυνάμεων στην Ευρώπη. Ήδη κατακερματισμένη σε 39 ανεξάρτητα κρατίδια, η Γερμανία (τότε Γερμανική Συνομοσπονδία), βρισκόταν υπό την επιρροή της Αυστρίας και της Πρωσίας. Η Αυστρία ασκούσε μακροχρόνια δύναμη στη Συνομοσπονδία, αλλά η Πρωσία είχε αρχίσει να αναδεικνύεται ισχυρός ανταγωνιστής. Ο γερμανικός εθνικισμός, λοιπόν, άρχισε να αναπτύσσεται την περίοδο των Ναπολεόντειων Πολέμων, όταν τα γερμανικά αυτά κρατίδια υπέστησαν σοβαρές ήττες και ταπείνωση από τη Γαλλία. Τότε, γεννήθηκε η ανάγκη των γερμανικών λαϊκών μαζών για ενοποίηση σε ένα ισχυρότερο εθνικό κράτος.
Μετά τον Αυστρο-Πρωσικό Πόλεμο του 1866 και την νίκη της Πρωσίας στη μάχη του Κένιγκρετς, η δεύτερη εξασφάλισε την κυριαρχία της στη Γερμανική Συνομοσπονδία. Η εν λόγω νίκη, όμως, οδήγησε στη διάλυση της Συνομοσπονδίας και στην ίδρυση της Βόρειας Γερμανικής Συνομοσπονδίας, υπό την ηγεσία της Πρωσίας, η οποία περιλάμβανε τα βόρεια γερμανικά κρατίδια. Επιδιώκοντας να ενοποιήσει και τα νότια γερμανικά κρατίδια, η Πρωσία προκάλεσε την Γαλλία σε πόλεμο. Η ταπεινωτική ήττα της Γαλλίας στον Γαλλοπρωσικό Πόλεμο του 1870-1971 και η σύλληψη του Ναπολέοντα Γ’, οδήγησαν στη συσπείρωση των γερμανικών κρατιδίων γύρω από την Πρωσία. Η ίδρυση της Γερμανικής Αυτοκρατορίας, πραγματοποιείται το 1871, όταν ο Γουλιέλμος Α’ ανακηρύσσεται Γερμανός αυτοκράτορας στην Αίθουσα των Κατόπτρων στις Βερσαλλίες και η Αυτοκρατορία αναγνωρίζεται ως ενωμένο γερμανικό κράτος υπό την πρωσική ηγεσία. Είναι γνωστό το ότι η κυριαρχία της Πρωσίας, με την στρατιωτική και αυταρχική της κουλτούρα, επηρέασε βαθιά την πολιτική και κοινωνική δομή της Γερμανίας, όπως την ξέρουμε σήμερα. Με την εξέλιξη αυτή, η Γερμανία αναδείχθηκε σε μια από τις ισχυρότερες δυνάμεις της ηπείρου, με σημαντική οικονομική και στρατιωτική ισχύ, ενώ η ίδια η ενοποίησή της άλλαξε δραματικά την πολιτική γεωγραφία της Ευρώπης.
Σε αυτό το σημείο, ολοκληρώνεται το πρώτο μέρος ανάλυσης των βασικότερων αλυτρωτικών κινημάτων του 19ου αιώνα. Στο Β’ μέρος θα ακολουθήσει η τοποθέτηση σε δύο εξίσου σημαντικά γεγονότα, το Σερβικό Αλυτρωτικό Κίνημα και το Ρουμανικό Εθνικιστικό Κίνημα.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Ρεντούμη Στέλλα (2023), Εθνικισμός και Τέχνη στην Ιταλία του Risorgimento, Αθήνα: εκδόσεις Ηρόδοτος
- Unification Of Italy, wikipedia.org, διαθέσιμο εδώ
- German Question, wikipedia.org, διαθέσιμο εδώ