Της Αναστασίας Αποστολίδου,
«Σ’ αυτόν τον κόσμο που ολοένα στενεύει, ο καθένας μας χρειάζεται όλους τους άλλους. Πρέπει να αναζητήσουμε τον άνθρωπο, όπου κι αν βρίσκεται».
Στο παραπάνω απόσπασμα, της ομιλίας του ποιητή Γιώργου Σεφέρη, κατά την απονομή του Νόμπελ Λογοτεχνίας, αναδεικνύεται μια ανθρωποκεντρική, οικουμενική προσέγγιση για τις διαπροσωπικές συναναστροφές και ειδικότερα, τονίζεται η αδήριτη ανάγκη για ομόνοια και αλληλεγγύη. Η προαναφερθείσα —ομολογουμένως συγκινητική— τοποθέτηση έρχεται σε πλήρη αντίστιξη με το μείζον κοινωνικοπολιτικό φαινόμενο του εθνικισμού, το οποίο, μολονότι είναι ιδιαίτερα ζοφερό, εντούτοις παραμένει αδάμαστο σε παγκόσμια κλίμακα.
Κατ’ αρχάς, ως εθνικισμός ορίζεται «η υπερβολική και αποκλειστική προσήλωση προς την ιδέα του έθνους και των εθνικών ιδεωδών, με κύριο χαρακτηριστικό την διάκριση των εθνών σε ανώτερα και κατώτερα και την διάθεση επιβολής των πρώτων στα δεύτερα». Εξαιρετικά ενδιαφέρουσα παράμετρος της προπαγάνδας αυτού του κινήματος αποτελεί η απόπειρα ειδωλοποίησης ενός —φαινομενικά— ένδοξου εθνικού παρελθόντος, το οποίο επικαλείται, προκειμένου να οργανωθεί ιδεολογικά η λεγόμενη ρητορική μίσους. Άλλωστε, όπως είχε εκφράσει ο George Orwell, «εθνικισμός είναι η δίψα για εξουσία ενισχυμένη από αυταπάτες». Περαιτέρω χαρακτηριστικό γνώρισμα αποτελεί η προγονοπληξία, η έπαρση για την δόξα των προγόνων, ενώ σε αντίθεση με τον πατριωτισμό, ο οποίος διακρίνεται από αμυντική πολιτική στάση, τα εθνικιστικά φαινόμενα είθισται να ακολουθούνται από επιθετικά, επεκτατικά προγράμματα.
Η πολεμοχαρής φύση του εθνικισμού συχνά ενδύεται το προσωπείο του πατριωτισμού, με την επίφαση πως λειτουργεί ενισχυτικά στο έθνος και όχι απαραίτητα καταδυναστευτικά στις άλλες χώρες. Στην πραγματικότητα, παρατηρείται το εξής παράδοξο σχήμα στους εθνικιστές: η επιθυμία για επιβολή και η μισαλλοδοξία υπερτερούν της αγνής αγάπης για την πατρίδα, εφόσον συνήθως η πατρίδα αξιοποιείται ως αφορμή για την εκδήλωση των πιο νοσηρών τάσεων του ανθρώπου. Ο Βολταίρος είχε γράψει ότι «είναι κρίμα που, για να είσαι καλός πατριώτης, πρέπει να γίνεις εχθρός της υπόλοιπης ανθρωπότητας», παρουσιάζοντας την εξαχρείωση που διακρίνει την σοβινιστική ιδεολογία. Η κυριαρχία του εθνικισμού, όπως είναι αναμενόμενο, έχει σοβαρές κοινωνικές και πολιτικές επιπτώσεις, καθώς διαταράσσει την ομαλή λειτουργία του κοινωνικού ιστού, επιφέροντας διχασμό. Πιο αναλυτικά, ένα κράτος που διακρίνεται από ξενοφοβία οδηγεί σε περιθωριοποίηση των μειονοτήτων και προωθεί την καλλιέργεια αισθημάτων μίσους, στοιχεία που συνηγορούν στην αύξηση των περιστατικών βίας και έξαρση του φανατισμού. Επιπλέον, συντελείται απονέκρωση της σκέψης, μέσω της ανατροφής και διαπαιδαγώγησης πολιτών με μονοδιάστατο εύρος γνώσεων και ρατσιστικές ιδεολογίες, ενώ σταδιακά καταλύονται οι πυλώνες της δημοκρατίας και της υγιούς συνύπαρξης των ανθρώπων, αφενός εντός των εθνικών συνόρων, αφετέρου σε διεθνικό επίπεδο.
Εάν υφίσταται κάποιο «αντίδοτο» στον εθνικισμό, αυτό πιθανότατα είναι το κίνημα του ουμανισμού (“humanismus”) ή αλλιώς ανθρωπισμού. Πιο συγκεκριμένα, ο ουμανισμός ορίζεται ως «η πνευματική κίνηση που εμφανίστηκε στην Δ. Ευρώπη κατά την Αναγέννηση και χαρακτηρίζεται από την προσπάθεια να εξυψωθεί το ανθρώπινο πνεύμα στην κριτική και ορθολογιστική του διάσταση με επιστροφή στις κλασικές πηγές της ελληνορωμαϊκής αρχαιότητας». Εμβαθύνοντας, η ανθρωπιστική παιδεία και η προάσπιση του πλουραλισμού αποτελούν πολύτιμα «όπλα» στην «φαρέτρα» της κοινωνίας, ώστε το εθνικιστικό μίσος να μετουσιωθεί σε αγάπη για τον άνθρωπο, αλληλοσεβασμό και αλληλεγγύη. Η αντίληψη του ανθρώπου, ως μιας ελεύθερης και ικανής ύπαρξης, εμποδίζει την ανάπτυξη απολυταρχικών καθεστώτων, την φιλοπόλεμη διάθεση και την εμμονική προσήλωση σε ωφελιμιστικές πρακτικές και προπαγανδιστικές απόψεις, προωθώντας το ιδεώδες της ειρήνης και της ισότητας.
«Είναι αδύνατο να βελτιωθεί ο κόσμος, εάν πρώτα δεν βελτιωθεί ο άνθρωπος» -Πλάτων
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Γεώργιος Μπαμπινιώτης, «Λεξικό της Νέας Ελληνικής», Κέντρο Λεξικολογίας, Αθήνα 1998
- Humanism, Britannica.com, διαθέσιμο εδώ