Του Αντώνη Δεληολάνη,
Στις εθνικές εκλογές του 2019, ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. χάνει την κυβέρνηση από τη Ν.Δ. Παρά την ήττα αυτή, το ποσοστό που συγκεντρώνει κυμαίνεται κοντά στο 31% και πολύ λίγοι θα πίστευαν πως τα επόμενα χρόνια θα αποτελούσαν μια νέα παρακμή για τον χώρο της Κεντροαριστεράς.
Στις εκλογικές διαδικασίες του 2023 και ενώ το ΠΑ.ΣΟ.Κ. έχει επιστρέψει πλέον με το ιστορικό του όνομα, η Ν.Δ. έχει συμπληρώσει ήδη μια τετραετία μέσα στην οποία το έγκλημα των Τεμπών έχει διαβρώσει την εμπιστοσύνη των πολιτών απέναντι στην Κυβέρνηση και ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α., με το 31% της προηγούμενης εκλογής, πιστεύει σε μια ανατροπή του σκηνικού, συμβαίνει κάτι απρόσμενο. Η Ν.Δ. συγκεντρώνει ποσοστό της τάξεως του 40%, ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. μόλις 17,83% και το ΠΑ.ΣΟ.Κ. 11,84%. Μετά από πολλά χρόνια, ένα κόμμα συγκεντρώνει πάνω από 40% και, επίσης, μετά από πολλά χρόνια κόμμα εξουσίας της Κεντροαριστεράς απέχει τόσο πολύ από την πρώτη θέση.
Καθ’ όλη την τετραετία (2019-2023), ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. δεν κατάφερε να επιτύχει μια αντιπολίτευση που θα στηριζόταν σε μια κεντροαριστερή τακτική, μια προνοιακή λογική, ένα πρόγραμμα που θα έριχνε το βάρος του περισσότερο στην Κοινωνία και λιγότερο σε ελίτ και μεγαλοεταιρείες.
Στα μάτια των περισσοτέρων, ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. αποτελούσε μια χειρότερη και «δήθεν» αριστερή εκδοχή της Ν.Δ., καθώς φαινόταν πως δεν μπορούσε να προσφέρει κάτι καινοτόμο και «αριστερό» στην καταπονημένη ελληνική κοινωνία. Οποιαδήποτε προσπάθεια αντιπολίτευσης σε Μ.Μ.Ε. έμοιαζε τουλάχιστον παλιομοδίτικη και ρηχή, ενώ τα «αυτογκόλ» μέσω ατυχών δηλώσεων δυσχέραιναν το κλίμα για το κόμμα του Αλέξη Τσίπρα. Κάπως έτσι, η Ν.Δ. των πολλών λαθών συγκέντρωσε 40% και ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α., μόλις 17%.
Η δραστική λύση που έπρεπε να βρεθεί, συνέβη με την παραίτηση του Αλέξη Τσίπρα. Η νέα αρχή του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. θα μπορούσε να είναι με ένα φρέσκο, αλλά έμπειρο πρόσωπό της Αριστεράς που θα διαμόρφωνε ένα νέο πρόγραμμα απέναντι στη δεξιά και νεοφιλελεύθερη ατζέντα της Ν.Δ.. Αυτός, όμως, που κέρδισε τις εσωκομματικές εκλογές του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. δεν θα ταίριαζε τόσο πολύ με τα παραπάνω χαρακτηριστικά. Ο Στέφανος Κασσελάκης, αν και νέος, ήλθε ως ένας επιχειρηματίας εξ’ Αμερικής, σχετικά ανίδεος με την ελληνική πραγματικότητα και την Αριστερά. Από εκείνη τη στιγμή, ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. αποτελεί περισσότερο ένα σήριαλ παρά ένα κόμμα που θα μπορούσε να ηγηθεί της χώρας. Διαξιφισμοί, «ομπρέλες» μέσα στο κόμμα, φυγή και δημιουργία νέου κόμματος από μια μερίδα του ΣΥ.ΡΙΖ.Α., Πολάκης, νέα «αυτογκόλ» μονοπωλούν το ενδιαφέρον της Κεντροαριστεράς τον τελευταίο χρόνο. Κάποιος λογικά θα περίμενε πως αυτό που θα χάσει ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α. από ψηφοφόρους θα το απορροφήσει σε ένα βαθμό το άλλο κεντροαριστερό κόμμα, το ΠΑ.ΣΟ.Κ. Τα ποσοστά, όμως, από τις εκλογές του 2023 σε σύγκριση με τις Ευρωεκλογές του 2024 δείχνουν ότι το ΠΑ.ΣΟ.Κ. ελάχιστες ψήφους κέρδισε από τον χώρο του ΣΥ.ΡΙΖ.Α., αλλά και από τον χώρο της Ν.Δ., που έχασε σημαντικό ποσοστό.
Το ΠΑ.ΣΟ.Κ., που θα μπορούσε να εκμεταλλευτεί την αστάθεια του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. και τη διάβρωση της Ν.Δ. δεν πέτυχε τίποτα από τα δύο. Ένα αδιάφορο νέο πρόγραμμα, ένας ηγέτης, όχι ιδιαίτερα δυναμικός και μια αναιμική αντιπολίτευση έχουν κρατήσει το ΠΑ.ΣΟ.Κ. στο χαμηλό 10-12% τα τελευταία χρόνια.
Βλέμμα προς την αναγέννηση
Η Κεντροαριστερά, λοιπόν, οφείλει να δώσει λύσεις και μια σύγχρονη Αριστερή ατζέντα με την πορεία της Ευρώπης, ώστε να μην εναλλάσσεται η εξουσία μεταξύ Δεξιάς και Ακροδεξιάς. Οφείλει, λοιπόν, να ενδυναμώσει το κράτος πρόνοιας. Ένας κατεξοχήν όρος που συνάδει και πρέπει να συνάδει με τον χώρο της Κεντροαριστεράς. Όσο πιο πολύ βάρος εναποθέσει στην Κοινωνία, τόσο πιο κερδισμένοι θα βγουν αμφότεροι. Οφείλει να δομήσει πρόγραμμα με πυλώνες, όπως η πράσινη πολιτική που αν και στην Ευρώπη είναι κάτι δεδομένο πλέον για αρκετές χώρες, στην Ελλάδα δεν είναι τόσο δημοφιλές. Επιπρόσθετα, έχει τη δυνατότητα να δημιουργήσει ένα συμπεριληπτικό πολιτικό πρόγραμμα για LGBTQ+ άτομα που βρίσκονται πιο κοντά σε ένα αριστερό προοδευτικό χώρο παρά σε έναν συντηρητικό δεξιό χώρο της Ν.Δ., με μέλη πρώην ακροδεξιούς πολιτικούς.
Στον οικονομικό τομέα οφείλει να σταθεί στα σφάλματα της Κυβέρνησης, όπως είναι η ακρίβεια, που αποτελεί πλέον το σημαντικότερο οικονομικό πρόβλημα του Έλληνα πολίτη και να προτείνει ρεαλιστικές λύσεις, χωρίς λογικές «σκίζω τα μνημόνια» και «Go back κυρία Μέρκελ».
Εν ολίγοις, η Κεντροαριστερά στην Ελλάδα οφείλει να αλλάξει πορεία, να σταθεί όντως ως μια δύναμη προοδευτικής Αριστεράς, πιο κοντά στην κοινωνία και πιο μακριά από ελίτ. Ένας ηγέτης δυναμικός, με την «αύρα» της Αριστεράς σε συνδυασμό με ένα πρόγραμμα που θα περιέχει μαζί με όλα και τα παραπάνω, είναι ικανά να βγάλουν την Κεντροαριστερά από την κρίση των τελευταίων χρόνων και να τη φέρουν ξανά στην εξουσία είτε με τη μορφή του ΣΥ.ΡΙΖ.Α., είτε με τη μορφή του ΠΑ.ΣΟ.Κ., είτε με κάτι καινούργιο. Αν, βέβαια, συνεχίσουν να αναλώνονται σε εσωτερικές διαμάχες, μπανάλ πολιτικές και αντιπολίτευση και σε «αδύναμους» ηγέτες, τότε θα πρέπει να αποδεχτούμε έναν πολυκομματισμό με ένα κυρίαρχο κόμμα που στα δύσκολα θα απορροφά δύναμη από κόμματα πιο δεξιά του και θα εξουσιάζει για πολλά ακόμα χρονιά, παρά τα μεγάλα λάθη του, καθώς δεν θα βρίσκει σοβαρή αντιπολίτευση απέναντί του.