22.1 C
Athens
Σάββατο, 2 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΗ Αθηναϊκή Δημοκρατία από τα μάτια του Θουκυδίδη και του Ξενοφώντος

Η Αθηναϊκή Δημοκρατία από τα μάτια του Θουκυδίδη και του Ξενοφώντος


Του Χρήστου Ζησιάδη,

Τα θεμέλια της Αθηναϊκής Δημοκρατίας δημιουργήθηκαν το 508-7 π.Χ. από τον Κλεισθένη του Αλκμεωνίδου και έφτασε στο απόγειο της δόξας της κατά τον λεγόμενο χρυσό αιώνα του Περικλή. Αν και ο νέος αυτός τρόπος διακυβέρνησης ικανοποίησε τη μεγαλύτερη μερίδα του λαού, δεν ήταν λίγοι —και κυρίως άνδρες υψηλότερων κοινωνικών τάξεων όπως ο Πλάτων και ο Ξενοφών— που δεν έβρισκαν αυτό το πολίτευμα ως το βέλτιστο, αλλά μάλλον το αντίθετο. Στο παρόν άρθρο θα εξετάσουμε δύο αρχαία συγγράμματα Αθηναίων πολιτών του 5ου αιώνα π.Χ., ένα αντιδημοκρατικό και ένα φιλοδημοκρατικό, που σχολιάζουν το πολίτευμα της πόλης: το Αθηναίων Πολιτεία του Ψευδοξενοφώντα και τον Επιτάφιο του Περικλέους του Θουκυδίδη.

Στην πραγματεία τούτη, ο συγγραφέας του Αθηναίων Πολιτεία, κάνει ξεκάθαρη από την πρώτη κιόλας παράγραφο πως είναι επικριτικός έναντι της δημοκρατίας, αλλά εφόσον το πολίτευμα αποτελεί πλέον γεγονός είναι υποχρεωμένος να τη δεχτεί και να τη σχολιάσει. Η επιχειρηματολογία του αρχίζει με την παραδοχή πως ως ναυτική δύναμη, η Αθήνα οφείλει να κυβερνάται από τον δήμο καθώς από εκεί προέρχεται η πλειοψηφία των ναυτών που επανδρώνουν τον στόλο της πόλης. Αντίθετα, στον στρατό ξηράς οι οπλίτες έπρεπε να έχουν την οικονομική άνεση να αγοράσουν μόνοι τους τον εξοπλισμό τους, με αποτέλεσμα τη συμμετοχή πιο ευκατάστατων πολιτών στις τάξεις του.

Στη συνέχεια, κατηγορεί τον τρόπο συμμετοχής στην εξουσία. Σε όσα εκ των αξιωμάτων παρέχεται μισθός, παρατηρεί ο συγγραφέας, η συμμετοχή των φτωχότερων τάξεων στα αξιώματα αυτά είναι αυξημένη και συνήθως δίχως να ενδιαφέρονται για την ουσία της εξουσίας που αναλαμβάνουν. Θεωρεί δε τους ανθρώπους που αποτελούν τον δήμο ως αμαθείς, άτακτους και κακούς λόγω της φτώχειας και της απαιδευσιάς τους. Τους δίνουν το δικαίωμα ελεύθερης έκφρασης και συμμετοχής στα κοινά, ακριβώς για όλα τα παραπάνω: επειδή οι περισσότεροι βρίσκονται στην ίδια κατάσταση κακίας, προτιμούν να μιλήσει και να εξουσιάσει ένας άνθρωπος από τη δική τους τάξη διότι θα τους ωφελήσει προσωπικά και όχι σε επίπεδο πολιτείας σε σύγκριση με έναν άξιο ο οποίος θα ενδιαφερθεί για την πόλη και όχι για τα προσωπικά συμφέροντα.

Ο Θουκυδίδης. Πηγή εικόνας: tvxs.gr

Δεν αφήνει ασχολίαστη ούτε την τάξη των δούλων και των μετοίκων. Χαρακτηριστικά αναφέρει πως οι δούλοι στην Αθήνα δεν φοβούνται τους πολίτες και ούτε επιτρέπεται να τους χτυπήσουν οι πρώτοι. Αυτό ισχυρίζεται πως συμβαίνει επειδή αν επιτρεπόταν ελεύθερος πολίτης να χτυπήσει τον δούλο, τότε συχνά θα χτυπούσε Αθηναίο πολίτη καθώς αυτές οι κοινωνικές τάξεις έχουν παρόμοια ενδυμασία και πολλοί από αυτούς καλοπερνούν. Αυτό συμβαίνει γιατί ως ναυτική δύναμη οι δούλοι πληρώνονται για τις υπηρεσίες τους, έτσι ώστε να δίνουν τα χρήματα αυτά στον αφέντη τους και αυτοί να παραχωρούν τον δούλο ως πλήρωμα των πλοίων. Όσο για τους μέτοικους, εξαιτίας της αυξημένης ανάγκης για τεχνίτες και το ναυτικό, απολαμβάνουν και αυτοί ισονομία.

Σχετικά με τον τομέα της εκπαίδευσης, ο συγγραφέας ισχυρίζεται πως έχουν πάψει να ισχύουν τα επαγγέλματα του μουσικού και του γυμναστή (εννοεί προφανώς ως δημόσιο αγαθό) και πως από τις διάφορες χορηγίες που έχουν θεσπιστεί για τα αθλήματα, το θέατρο και για τα πλοία, επωφελούνται στην πραγματικότητα οι δημότες, φτωχαίνοντας έτσι τους πλούσιους. Αναφέρεται και στον θεσμό του οστρακισμού, όπου μπορούσαν οι δημότες να εξορίσουν άξιους πολίτες κατάσχοντας όλη τους την περιουσία και τα χρήματα.

Αλλά και η δικαιοσύνη υπολειτουργεί σύμφωνα με τον συγγραφέα, καθώς υποθέσεις όλων των συμμάχων δικάζονται στην Αθήνα, υποχρεώνοντας έτσι τους πολίτες των άλλων πόλεων να ταξιδεύουν σε αυτήν. Από αυτή τη διαδικασία, η πόλη επωφελείται οικονομικά από τη διαμονή των ανθρώπων αυτών, η οποία μπορεί να διαρκέσει μέχρι και ένα ολόκληρο έτος. Κατηγορεί, μάλιστα, και τα δικαστήρια, τα οποία σε μία προσπάθεια διατήρησης του πολιτεύματος, μεροληπτούν έναντι των ανθρώπων με αντιδημοκρατικά αισθήματα.

Όστρακο όπου αναφέρεται το όνομα του Κίμωνα Μιλτιάδου. Πηγή εικόνας: wikipedia.org

Άλλο ένα ζήτημα που θίγει ο συγγραφέας είναι αυτό της διπλωματίας. Εξηγεί πως στα δημοκρατικά πολιτεύματα ο λόγος και οι όρκοι μεταξύ των συμμάχων δεν έχουν καμία ισχύ. Αυτό γιατί στα πλαίσια του δήμου, μπορεί κάποιος να ρίξει την ευθύνη σε αυτόν που έπεισε τους συμπολίτες του για την ψήφιση της εκάστοτε συνθήκης και να αρνηθεί τις υποχρεώσεις που απορρέουν από αυτή εάν δεν τους αρέσει ή δεν επωφελούνται. Έτσι, λοιπόν, αν κάποια απόφαση έχει αρνητικό αποτέλεσμα, τότε κατηγορείται μια μερίδα του δήμου. Αντίθετα, εάν το αποτέλεσμα είναι θετικό, τότε όλος ο δήμος καυχιέται για την επιτυχία αυτή.

Στο θέατρο, απαγορεύτηκε η κακολογία εις βάρους του δήμου, αλλά επιτρεπόταν εις βάρος ιδιώτη επειδή γνώριζαν πως η σάτιρα θα γινόταν προς το πρόσωπο κάποιου επιφανούς ανθρώπου. Αλλά και στις δημόσιες τελετές τα χρήματα που απαιτούνταν για τις εκδηλώσεις αυτές και για τις θυσίες οι Αθηναίοι τις έκαναν με χρήματα από το δημόσιο ταμείο, δείχνοντας έτσι την κακή διοίκηση.

Στον αντίποδα αυτών των απόψεων, βρίσκεται ο επιτάφιος λόγος του Περικλέους. Ο ιδεαλιστικός αυτός λόγος, γραμμένος από το χέρι του Θουκυδίδη, αποτελεί μία από τις σπουδαιότερες μνείες στη δημοκρατία. Ο λόγος εκφωνήθηκε προκειμένου να τιμήσει τους νεκρούς που έπεσαν στις μάχες του προηγούμενου έτους — το οποίο αποτελεί και τον χρόνο έναρξης του Πελοποννησιακού Πολέμου. Αρχίζει σχολιάζοντας τη σημασία της δημόσιας ταφής ως δείγμα αναγνώρισης των πεσόντων από την πολιτεία και στη συνέχεια επιχειρηματολογεί τους λόγους της υπεροχής της δημοκρατίας έναντι των άλλων πολιτευμάτων.

Αρχικά, τονίζει πως εάν και η εξουσία έχει περάσει στους πολλούς και όλοι είναι ίσοι προς τον νόμο, αυτό δεν ισχύει ως προς τα αξιώματα, καθώς αυτά τα αναλαμβάνουν οι αξιότεροι εκ των πολιτών. Και αυτό μπόρεσε να συμβεί ακριβώς επειδή δεν εμποδίζεται ο εκάστοτε πολίτης να πολιτευτεί εξαιτίας της οικονομικής του δυσχέρειας, εφόσον υπάρχει μισθός στα αξιώματα, ή κοινωνικής θέσης (αυτό φυσικά συμπεριλάμβανε μόνο τους άρρενες και γνήσιους Αθηναίους πολίτες).

Ο Περικλής αναφέρει πως οι πολίτες πειθαρχούν εθελοντικά στους νόμους και όχι από φόβο, καθώς η δημοκρατία δημιουργεί πιο ευσυνείδητους πολίτες εφόσον ασχολούνται και οι ίδιοι με τα κοινά. Τονίζει, επίσης, τη σημασία της δεκτικότητας της πόλης προς τους ξένους και με αυτόν τον τρόπο στην ανταλλαγή της γνώσης.

Ακρόπολις από τον Γερμανό ζωγράφο Λέο φον Κλέντσε (1784-1864). Πηγή εικόνας: wikipedia.org

Ως προς τη φιλοσοφία της πολιτείας, ο συγγραφέας ισχυρίζεται πως οι πολίτες φροντίζουν ταυτόχρονα και για τις ιδιωτικές και για τις δημόσιες υποθέσεις. Θεωρείται άχρηστος ο άνθρωπος που δεν μετέχει στα κοινά και θεωρείται η συζήτηση όχι ως μέσο παρεμπόδιση της δράσης, αλλά ως τρόπος διδαχής προτού πράξουν. Θεωρεί προνόμιο της δημοκρατίας το φαινόμενο να έχει το άτομο γνώση του κινδύνου της δράσης αλλά και της απόλαυσης εν καιρώ ειρήνης και παρ’ όλα αυτά να είναι πρόθυμο να ρισκάρει και μην αποφεύγει τους κινδύνους. Και ως προς τους συμμάχους τους, τονίζει ο συγγραφέας, πως τους ευεργετούν δίχως φόβο και χωρίς υπολογισμένο κέρδος επειδή ακριβώς πιστεύουν στην ελευθερία του ανθρώπου, μία αρχή που αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο δημοκρατία.

Η σύγκριση αυτών των δύο κειμένων από συγγραφείς που έζησαν κατά την περίοδο της Αθηναϊκής Δημοκρατίας αποτελεί ίσως τον μοναδικό τρόπο κατανόησης της κοινωνικής και πολιτικής συνθήκης της εποχής μέσα από τα μάτια των πρωταγωνιστών της. Η παράθεση δε των επιχειρημάτων ως προς τα θετικά και αρνητικά χαρακτηριστικά ενός πολιτεύματος που έμελλε να επηρεάσει και να εμπνεύσει έντονα τους μελλοντικούς ανθρώπους, είναι μία σπάνια ευκαιρία και αφορμή για περισσότερη κριτική σκέψη από την πλευρά του σύγχρονου αναγνώστη σε ζητήματα ιστορικής φύσεως, καθώς στα περισσότερα γεγονότα —ιδιαίτερα των αρχαίων χρόνων— σπανίως μας δίνεται η δυνατότητα μελέτης πολλαπλών και διαφορετικών πηγών.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Ξενοφών, Αθηναίων Πολιτεία, Αθήνα 1993, Εκδόσεις Κάκτος
  • Θουκυδίδης, Άπαντα, Αθήνα 1992, Εκδόσεις Κάκτος

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Χρήστος Ζησιάδης
Χρήστος Ζησιάδης
Γεννήθηκε στην Πτολεμαΐδα το 1997 και συνέχισε τις σπουδές του στο Τμήμα Μουσικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης στον τομέα της Ιστορικής Μουσικολογίας και με ειδικό ενδιαφέρον στην αρχαία ελληνική μουσική. Παράλληλα, σπούδασε ανώτερα θεωρητικά σε ωδεία, ενώ τα τελευταία χρόνια ασχολείται με την αρχαία ελληνική λύρα. Προτιμά να αφιερώνει τον ελεύθερό του χρόνο στην ανάγνωση βιβλίων, τη συγγραφή και τον μοντελισμό.