Της Κατερίνας Μπίλλια,
Η ελκώδης κολίτιδα είναι μια υποτροπιάζουσα και διαλείπουσα φλεγμονώδη νόσος του παχέος εντέρου. Θεωρείται ότι η πάθηση είναι ένα αυτοάνοσο νόσημα, καθώς το ανοσοποιητικό σύστημα επιτίθεται σε υγιείς ιστούς. Ωστόσο, η αιτία, η οποία οδηγεί την άμυνα του οργανισμού να συμπεριφέρεται με αυτόν τον τρόπο, είναι ακόμη άγνωστη. Πολλοί ειδικοί υποστηρίζουν ότι είναι ένας συνδυασμός γενετικών και περιβαλλοντικών παραγόντων. Η εντερίτιδα, εμφανίζεται στις ηλικίες δεκαπέντε με τριάντα ετών, με την ίδια συχνότητα και στα δύο φύλα. Παρουσιάζει υφέσεις και εξάρσεις, ενώ, ταυτόχρονα, φέρει υψηλή νοσηρότητα σε αρκετούς πληθυσμούς παγκοσμίως, επηρεάζοντας σημαντικά την καθημερινή τους ζωή.
Παράγοντες κινδύνου
Υπάρχουν ορισμένοι παράγοντες οι οποίοι πυροδοτούν την εκδήλωση της νόσου. Σε αυτούς περιλαμβάνονται η λοίμωξη από Salmonella ή Campylobacter, το οικογενειακό ιστορικό σχετικά με την ελκώδη κολίτιδα κι ο αστικός τρόπος ζωής. Αντίθετα, υπάρχουν κι ορισμένοι προστατευτικοί παράγοντες, που μπορούν να μειώσουν τον αντίκτυπο ενός παράγοντα κινδύνου, όπως το ιστορικό εκτομής της σκωληκοειδούς απόφυσης, το κάπνισμα, η κατανάλωση τσαγιού κι ο θηλασμός κατά τη διάρκεια της βρεφικής ηλικίας.
Διάγνωση
Για τη διάγνωση της ελκώδους κολίτιδας απαιτείται ο επαγγελματίας υγείας να λάβει υπόψη ορισμένα κοινά συμπτώματα, το οικογενειακό ιστορικό, αλλά και τα αποτελέσματα κλινικών μεθόδων, όπως η ενδοσκόπηση κι η τομογραφία. Στα συμπτώματα περιλαμβάνονται το αίμα στα κόπρανα, το κοιλιακό άλγος, ο τεινεσμός κι οι συνεχείς διάρροιες. Στην ενδοσκόπηση, η εντερίτιδα απεικονίζεται ως μια φλεγμονή που εξαπλώνεται συνεχώς από τον ορθό με κατεύθυνση προς το στόμα. Με τη μέθοδο αυτήν ο γιατρός συλλέγει βιοψίες που θα αποτελέσουν σημαντικό δείγμα για την επιβεβαίωση της ελκώδους κολίτιδας, καθώς θα αναλυθούν από παθολογοανατόμους. Μάλιστα, σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να χρησιμοποιηθεί κι η τομογραφία ως επιπλέον διαγνωστικό βοήθημα για τη διάκριση της ελκώδους κολίτιδας από τη νόσο του Crohn.
Θεραπευτική προσέγγιση
Η θεραπεία της ελκώδους κολίτιδας εξαρτάται από το πόσο σοβαρή είναι η κατάσταση του ασθενή και το πόσο συχνά το άτομο εκδηλώνει τα συμπτώματα. Οι κύριοι στόχοι της θεραπείας είναι η μείωση των συμπτωμάτων κι η διατήρηση της ύφεσης. Αυτό συνήθως περιλαμβάνει τη χρήση διαφόρων φαρμάκων, αλλά κι η χειρουργική επέμβαση μπορεί να αποτελέσει έναν τρόπο αντιμετώπισής της.
Ορισμένα φάρμακα που χρησιμοποιούνται είναι:
- Τα Αμινοσαλικυλικά (γνωστά και ως 5-ASA): είναι φάρμακα που βοηθούν στη μείωση της φλεγμονής καθώς επιτρέπουν στον κατεστραμμένο ιστό να επουλωθεί. Είναι συνήθως η πρώτη θεραπευτική επιλογή για την ήπια ή μέτρια έξαρση της ελκώδους κολίτιδας. Μπορούν να ληφθούν από το στόμα, ως υπόθετο και μέσω κλύσματος. Ο τρόπος λήψης τους εξαρτάται από την έκταση και τη σοβαρότητα της φλεγμονής. Μπορούν να χρησιμοποιηθούν τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και μακροπρόθεσμα για τον περιορισμό των συμπτωμάτων.
- Τα Κορτικοειδή όπως η πρεδνιζολόνη: είναι ένας άλλος τύπος φαρμάκου για τη μείωση της φλεγμονής. Αυτά μπορούν να χρησιμοποιηθούν με ή αντί για τα 5-ASA, με τη διαφορά ότι τα συγκεκριμένα φάρμακα δεν μπορούν αν χρησιμοποιηθούν μακροπρόθεσμα γιατί έχουν τη δυνατότητα να προκαλέσουν δυνητικά σοβαρές παρενέργειες στον οργανισμό, όπως οστεοπόρωση και καταρράκτη.
- Τα Ανοσοκατασταλτικά, όπως tacrolimus και azathioprine: είναι φάρμακα που μειώνουν τη δραστηριότητα του ανοσοποιητικού συστήματος κι είναι πολύ αποτελεσματικά στη θεραπεία της ελκώδους κολίτιδας αλλά χρειάζονται χρόνο για να δράσουν. Όμως καθιστούν τους ασθενείς ευάλωτους σε λοιμώξεις και μειώνουν την παραγωγή ερυθρών αιμοσφαιρίων, προκαλώντας αναιμία.
Για τη αντιμετώπιση των συνεχών εξάρσεων της ελκώδους κολίτιδας, αρκετοί ειδικοί, προτείνουν την χειρουργική επέμβαση. Αυτή περιλαμβάνει τη μόνιμη αφαίρεση του παχέος εντέρου. Μόλις αφαιρεθεί το παχύ έντερο, το λεπτό έντερο θα χρησιμοποιηθεί αντί του παχέος εντέρου για την απομάκρυνση των άχρηστων προϊόντων από το σώμα του ασθενούς. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί με τη δημιουργία ειλεοστομίας ή με ειλεοπρωκτική θήκη (J-pouch). Στην ειλεοστομία, το λεπτό έντερο εκτρέπεται από μια τρύπα που έχει γίνει στην κοιλιακή χώρα. Πάνω σε αυτό το άνοιγμα τοποθετούνται ειδικές σακούλες για τη συλλογή των απορριμμάτων μετά την επέμβαση. Στη ειλεοπρωκτικη θήκη, ένα μέρος του λεπτού εντέρου χρησιμοποιείται για να δημιουργήσει ένα εσωτερικό θύλακα, ο οποίος στη συνέχεια συνδέεται με τον πρωκτό, επιτρέποντας κανονικά την αποβολή των κοπράνων. Με τη θεραπεία αυτή, η ελκώδης κολίτιδα δεν μπορεί να επανέλθει.
Ζώντας με την ασθένεια
Η ελκώδης κολίτιδα είναι νόσος που επηρεάζει σε σημαντικό βαθμό τις ζωές των ασθενών. Ωστόσο, ορισμένες παρεμβάσεις στον τρόπο ζωής μπορούν να περιορίσουν τα συμπτώματα και τις εξάρσεις. Μέσω της συχνής σωματικής άσκησης βελτιώνεται η ποιότητα ζωής και μειώνεται το άγχος που συνήθως επηρεάζει τους ασθενείς με φλεγμονώδη νόσο του εντέρου. Επίσης, μια δίαιτα χαμηλή σε ολιγοσακχαρίτες, δισακχαρίτες, μονοσακχαρίτες και πολυόλες (FODMAP) περιορίζει τα συμπτώματα αλλά δεν αλλάζει την κλινική εικόνα.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
-
Ulcerative colitis, NHS. Διαθέσιμο εδώ
-
Ulcerative Colitis-Diagnostic and Therapeutic Algorithms, PubMed. Διαθέσιμο εδώ
-
Ulcerative Colitis: Rapid Evidence Review, PubMed. Διαθέσιμο εδώ