Της Ειρήνης Νικηφορίδου,
Οι Βάκχες είναι μια από τις πιο γνωστές και ισχυρές τραγωδίες της αρχαίας ελληνικής γραμματείας, καθώς και το μόνο σωζόμενο έργο στο οποίο μετέχει ο θεός Διόνυσος. Γράφτηκε γύρω στο 405 π.Χ. και ήταν ένα από τα τελευταία έργα που συνέθεσε ο Ευριπίδης, ένας από τους μεγαλύτερους τραγικούς ποιητές της αρχαίας Ελλάδας. Οι Βάκχες ξεχωρίζουν για την έντονη εξερεύνηση της ανθρώπινης ψυχολογίας, τη φύση της θεότητας και την ένταση μεταξύ του πολιτισμού και των πρωταρχικών δυνάμεων της φύσης.
Το έργο επικεντρώνεται στον θεό Διόνυσο, ο οποίος επιστρέφει στη Θήβα, την πατρίδα της θνητής μητέρας του, για να καθιερώσει τη λατρεία του. Η μητέρα του, Σεμέλη, ήταν κόρη του Κάδμου, ο οποίος ήταν ιδρυτής της Θήβας. Ωστόσο, οι Θηβαίοι αρνούνται να αναγνωρίσουν τη θεϊκή φύση του Διονύσου με επικεφαλής τον Πενθέα, τον νεαρό βασιλιά της Θήβας και ξάδερφο του Διονύσου. Ο Διόνυσος επιδιώκει να τιμωρήσει τη Θήβα για αυτή την ασέβεια και περιφρόνηση. Στοχεύοντας τον Πενθέα, οδηγεί τις γυναίκες της πόλης, συμπεριλαμβανομένης της μητέρας του, Αγαύης, σε μια φρενήρη κατάσταση, να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους και να βακχεύσουν στην έρημο στο όρος Κιθαιρώνα ως Μαινάδες (ακόλουθοι του θεού Διονύσου).
Ο Πενθέας αρχικά περιφρονεί τη νέα λατρεία και τις πρακτικές της, όμως ο Διόνυσος τον παρασύρει σε μια παγίδα, επικαλούμενος την περιέργεια και τις καταπιεσμένες επιθυμίες του. Μεταμφιέζοντας τον Πενθέα σε γυναίκα για να κατασκοπεύσει τις Βάκχες, ο Διόνυσος τον οδηγεί στα βουνά, όπου οι εκστασιασμένες γυναίκες μαζί με την Αγαύη τον «περνούν» για άγριο ζώο και σε μια πράξη σπαραγμού, τον διαμελίζουν! Το έργο τελειώνει με την Αγαύη να επανέρχεται στα λογικά της και να συνειδητοποιεί με φρίκη ότι σκότωσε τον ίδιο της τον γιο. Εν τέλει, ο Διόνυσος αποκαλύπτει την πραγματική του ταυτότητα και επιβάλλει περαιτέρω τιμωρία στη βασιλική οικογένεια.
Το έντονο ψυχολογικό του βάθος, οι σύνθετοι χαρακτηρισμοί και η εξερεύνηση βαθέων θεμάτων το καθιστούν αντικείμενο μελέτης για αιώνες. Το έργο παραμένει επίκαιρο για την εξερεύνηση των συγκρούσεων μεταξύ λογικής και συναισθήματος, πολιτισμού και φύσης και της σχέσης του ατόμου με το θείο. Μερικά από τα κύρια θέματα που αναδύονται συχνά στις Βάκχες είναι: η δυαδικότητα της ανθρώπινης φύσης, η θεία τιμωρία και ύβρις, η δύναμη του θεού Διόνυσου, το φύλο και η ταυτότητα καθώς και η έκσταση.
Οι Βάκχες εξερευνούν τις διπλές όψεις της ανθρώπινης φύσης —λογική και παραλογισμός, πολιτισμός και βαρβαρότητα, τάξη και χάος– ο Διόνυσος ενσαρκώνει αυτή τη δυαδικότητα, όντας, τόσο θεός, όσο και άνθρωπος. Σημειώνεται επίσης πως ο σκηνοθέτης της παράστασης, Θάνος Παπακωνσταντίνου, δίνει μικρότερη έμφαση στη θεολογική πλευρά του έργου και εστιάζει περισσότερο στην ανθρώπινη διάσταση. Τον ενδιαφέρει να απεικονίσει την ικανότητα του ανθρώπου να ενσωματώνει τόσο την καλύτερη όσο και τη χειρότερη εκδοχή του, αναγνωρίζοντας πως όλα αυτά τα στοιχεία υπάρχουν μέσα του και συχνά δεν γνωρίζει πώς να τα διαχειριστεί.
Το έργο, ακόμη, υπογραμμίζει τους κινδύνους της ύβρεως (υπερβολικής αλαζονείας) και της ασέβειας προς τα θεία. Η άρνηση του Πενθέα να τιμήσει τον Διόνυσο και η αλαζονεία του να προκαλέσει έναν θεό οδηγούν στην πτώση του. Το μήνυμα είναι σαφές: οι θνητοί πρέπει να σέβονται το θείο, αναγνωρίζοντας δυνάμεις πέρα από τον έλεγχό τους. Ουσιαστικά, το μήνυμα που περνάει ο σκηνοθέτης μέσα από την παράσταση είναι ότι ο Πενθέας, παρά την άρνησή του να αποδεχτεί τη λατρεία του Διονύσου, ενσωματώνει μέσα του στοιχεία του θεού που απορρίπτει. Αυτό σημαίνει ότι ο καθένας βλέπει μόνο ό,τι είναι έτοιμος να αντιμετωπίσει· αν έχει δημιουργηθεί εσωτερικός χώρος, μπορεί κάποιος να δει και την ευχάριστη και την τιμωρητική πλευρά του θεού. Ο Διόνυσος λειτουργεί σαν καθρέφτης που αντανακλά ό,τι έχει ο καθένας μέσα του. Επιδιώκει να αναδείξει πόσο δύσκολο είναι να ανοιχτούμε στους άλλους και πόσο σημαντικό είναι να είμαστε έτοιμοι να διευρύνουμε τον εσωτερικό μας χώρο για να χωρέσουμε διαφορετικές πτυχές του εαυτού μας.
Άλλο ένα στοιχειώδες κεφάλαιο που απαρτίζει αυτή την τραγωδία είναι ο Διόνυσος, ο οποίος εκπροσωπεί όχι μόνο τον θεό του κρασιού και της γιορτής αλλά και τις σκοτεινές, ανεξέλεγκτες δυνάμεις της φύσης και των ανθρωπίνων συναισθημάτων. Η δύναμή του θεωρείται απελευθερωτική αλλά και τρομακτική. Το έργο υποδηλώνει ότι η άρνηση ή η καταπίεση αυτών των δυνάμεων μπορεί να οδηγήσει σε καταστροφικές συνέπειες [Εδώ, ο θεός σου λέει «επιτρέπονται όλα», αλλά την ίδια στιγμή αυτή η απελευθέρωση είναι και κάτι τρομακτικό. Δεν μπορούμε να χειριστούμε εύκολα το «επιτρέπονται όλα». Πόση ελευθερία μπορούμε να αντέξουμε χωρίς να διαλυθούμε; Γιατί και ο θεατής αυτό που θέλει και μπορεί να αντέξει θα δει τελικά]. Ο Θάνος Παπακωνσταντίνου κάνει αναφορά σε έναν θεό που στον πυρήνα του είναι ο απόλυτος καταστροφέας, αυτός που διαλύει τα όρια, αναστατώνει τα πάντα και προκαλεί μια αίσθηση αποπροσανατολισμού ενώ παράλληλα, στην ίδια σκηνή, μπορεί να είναι τόσο γλυκός όσο και τρομακτικός.
Η ρευστότητα του φύλου και η ταυτότητα είναι επίσης σημαντικά θέματα σε αυτό το έργο. Ο ίδιος ο Διόνυσος συχνά απεικονίζεται με ανδρόγυνα χαρακτηριστικά και η μεταμφίεση του Πενθέα ως γυναίκα πριν από τον θάνατό του θολώνει τα όρια του φύλου, υπογραμμίζοντας την εξερεύνηση της ταυτότητας και της μεταμόρφωσης. Αυτό το μήνυμα ενισχύεται περαιτέρω μέσα από σκηνοθετικές παρεμβάσεις, όπως με το λάβαρο της διονυσιακής λατρείας που φέρει τα χρώματα του ουράνιου τόξου, ηθοποιοί που ασπάζονται τον Διόνυσο να είναι βαμμένοι με πολύχρωμες μπογιές από την κορυφή ως τα νύχια καθώς και την πολύχρωμη ορχήστρα. Όλες αυτές οι λεπτομέρειες παρουσιάζουν μια μεταμοντέρνα εκδοχή της τραγωδίας, αναδεικνύοντας το όραμα του Παπακωνσταντίνου, ο οποίος ήθελε να βγάλει από πάνω του την —καλώς ή κακώς— εννοούμενη έννοια της «παράδοσης» που έχουμε στο κεφάλι μας. Στα λόγια του σκηνοθέτη: «Μόνο κακό κάνει αυτή η πρόσληψη γιατί σε εμποδίζει να δεις τι λένε καταρχάς αυτά τα έργα ως κείμενα και να βρεις έναν τρόπο να συνδεθείς προσωπικά και να χειριστείς την πολύπλοκη διαστρωμάτωσή τους».
Οι Βάκχες εμβαθύνουν στις ψυχολογικές καταστάσεις της έκστασης, που συνδέονται στενά με τη λατρεία του Διονύσου. Το έργο δείχνει πώς αυτές οι καταστάσεις μπορούν να απελευθερώσουν τους ανθρώπους από τους κοινωνικούς κανόνες αλλά και να οδηγήσουν σε καταστροφική συμπεριφορά. Η σύνδεση μεταξύ των Βακχών και του σημερινού πολιτισμού βρίσκεται στο ότι η απώλεια ελέγχου αντανακλάται στο δράμα του σύγχρονου ανθρώπου, ο οποίος δεν μπορεί να διαχειριστεί την πληθώρα των εικόνων και τη βία που δέχεται καθημερινά από τα Μ.Μ.Ε., το διαδίκτυο και τις οθόνες. Και στις δύο περιπτώσεις, η υπερβολική έκθεση —είτε στη θεϊκή έκσταση είτε στη βία των μέσων— οδηγεί σε μια κατάσταση όπου η πραγματικότητα παραμορφώνεται και οι άνθρωποι χάνουν την ισορροπία τους, αδυνατώντας να υπερβούν αυτό το χάος.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Οι Βάκχες και ο διπλός καθρέφτης της ανθρώπινης φύσης, lifo.gr, διαθέσιμο εδώ
- Σημαδιακό και μόνο- «Βάκχες» του Ευριπίδη στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου, avgi.gr, διαθέσιμο εδώ
- «Βάκχες» από τον Θάνο Παπακωνσταντίνου: Τόσο χρώμα για τόση θολούρα…, fragilemag.gr, διαθέσιμο εδώ
- 24 απολαυστικές ώρες στην Επίδαυρο, travel.gr, διαθέσιμο εδώ