12.6 C
Athens
Κυριακή, 17 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΚοινωνίαΤα όρια της σάτιρας και η πολιτική ορθότητα

Τα όρια της σάτιρας και η πολιτική ορθότητα


Της Μάρας Βιτσαξάκη,

Η σάτιρα τοποθετεί τις ρίζες της στο μακρινό παρελθόν, αιώνες ακόμα Προ Χριστού, όταν ο ανθρώπινος πολιτισμός έκανε τα πρώτα του θεμελιώδη βήματα στις τέχνες, τις επιστήμες και τη φιλοσοφία. Ορισμένοι μελετητές ισχυρίζονται, ότι η σάτιρα ως όρος εντοπίζεται πρώτη φορά στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, ενώ οι απόψεις διίστανται αναφορικά με τη γενέτειρά της, με τις περισσότερες, όμως, να συγκλίνουν στην Αρχαία Ελλάδα. Πραγματικά, η Αρχαία Ελλάδα με τον πασίγνωστο παγκοσμίως Αριστοφάνη, άφησε μια αξιοσημείωτη πολιτιστική κληρονομιά σχετικά με τη σάτιρα, καθώς εκείνος έγραψε πολλά πρωτότυπα σατιρικά θεατρικά κείμενα και καταπιάστηκε τόσο με πολιτικά όσο και με κοινωνικά ζητήματα. Όμως, η συνδρομή της Ελλάδας στην τέχνη της σάτιρας δε σταματά στον Αριστοφάνη. Ευφυέστατοι σατιρικοί καλλιτέχνες, όπως ο Χάρρυ Κλυνν και ο Τζίμης Πανούσης ήρθαν τον 20ό και 21ό αιώνα μ.Χ. πια, για να τοποθετηθούν επί των πάντων και να αποδομήσουν ολοκληρωτικά τον εκάστοτε τρόπο σκέψης.

Αυτός ακριβώς είναι και ο ρόλος της σάτιρας, η πλήρης αποσυναρμολόγηση κι αναθεώρηση των νοούντων ως δεδομένων συστατικών στοιχείων της κοινωνίας και της πολιτικής και η γελιοποίησή τους. Εκεί ακριβώς διαφέρει κι απ’ την κωμωδία. Ενώ, ο σκοπός της κωμωδίας είναι να διασκεδάσει το κοινό και να εκμαιεύσει το γέλιο του, ο σκοπός της σάτιρας είναι να το προβληματίσει μέσω της παρωδίας, δηλαδή της κωμικά ειρωνικής παρουσίασης του εκάστοτε σατιρικού αντικειμένου —ενδέχεται να είναι ένας άνθρωπος, ένα φαινόμενο, ένα κοινωνικό σύνολο και οτιδήποτε πολιτικό— και με απώτερο στόχο της βελτίωση του αντικειμένου αυτού.

Πηγή εικόνας: efsyn.gr / Δικαιώματα χρήσης: Spettacolare /Dreamstime.com

Το ερώτημα, όμως, που ανακύπτει πολλές φορές, συνήθως λόγω των ακραίων μεθόδων που χρησιμοποιεί η σάτιρα, είναι το πού τέλος πάντων βρίσκονται τα όριά της. Οι απαντήσεις στο ερώτημα αυτό ποικίλλουν, καθώς ορισμένοι καλλιτέχνες της σάτιρας έχουν υποστηρίξει ότι τα όρια καθορίζονται απ’ το κοινό, ενώ άλλοι προσφέρουν μια εντελώς διαφορετική άποψη και διατείνονται ότι η σάτιρα ούτε έχει όρια ούτε και πρέπει να αποκτήσει, αντιθέτως μάλιστα, πρέπει να της δοθεί το ακαταλόγιστο. Η τελευταία θέση είναι αυτή που μας απασχολεί εδώ, καθώς στη σημερινή εποχή με την πολιτική ορθότητα να διογκώνεται και να βαραίνει σαν τον Λεβιάθαν τις γλώσσες των ανθρώπων, αρκετοί υπέρμαχοί της μάχονται κατά της σάτιρας κι επιδιώκουν να την απαλείψουν λες και είναι ο άσπονδος εχθρός τους και να τη μειώσουν στο επίπεδο της απλής κωμωδίας.

Αρχικά, οι περισσότεροι νέοι, συγχέουν την κωμωδία με τη σάτιρα και ένεκα ημιμάθειας, δεν κατανοούν τη δεύτερη, κυριολεκτικά αδυνατούν να την αντιληφθούν και τη θεωρούν ακραία, προσβλητική, ανεπίτρεπτη και μέσο προώθησης ρατσιστικών, σεξιστικών και φασιστικών φαινομένων. Το βασικό επιχείρημά τους είναι ότι δεν είναι όλα τα ζητήματα αστεία και πως είναι πιθανό μια μειονότητα ανθρώπων να μιλά σατιρικά, όμως κατ’ αυτόν τον τρόπο, δίνεται το πάτημα σε πολλούς ακόμα ανθρώπους που διακατέχονται πράγματι από ρατσιστικές, σεξιστικές και φασιστικές νοοτροπίες, να εκφέρουν τις απόψεις τους επικαλυμμένες με τον ψευδή μανδύα του αστείου.

Καταρχάς, η σάτιρα υπάρχει για να αναδεικνύει όλα τα προβλήματα, τόσο τα πολιτικά όσο και τα κοινωνικά. Είναι το πλέον αντιρατσιστικό μέσο για την ανάδειξη όλων των ζητημάτων και μάλιστα, το δικαιότερο, καθώς καυτηριάζει τους πάντες και τα πάντα ανεξαιρέτως. Κατ’ αυτόν τον τρόπο εξισώνει όλα τα σατιρικά αντικείμενα και υποκείμενα και τα επικρίνει, με αποτέλεσμα να είναι όλοι ίσοι. Είναι σημαντικό να διευκρινιστεί, ότι το γεγονός αυτό δε σημαίνει ότι τα προβληματικά φαινόμενα εξομοιώνονται με τα υγιή. Σημαίνει, όμως, ότι όλοι έχουν την ίδια αντιμετώπιση απ’ τη σάτιρα, καθώς αυτή είναι απόλυτα δημοκρατική και πως εάν τα εν προκειμένω υγιή ζητήματα δυνητικά γίνουν προβληματικά, θα σατιριστούν εξίσου. Αναλόγως της εποχής και της επικαιρότητας, ορισμένα πράγματα στηλιτεύονται περισσότερο από άλλα.

Πηγή εικόνας: olafaq.gr / Δικαιώματα χρήσης Artwork: Γιάννης Παπαϊωάννου

Ακόμα, η σημερινή πολιτικά ορθή κοινωνία, βασίζεται υποτίθεται στην ανεκτικότητα. Η ανεκτικότητα, όμως, αυτή είναι αδύνατον να εξασκηθεί και να αποκτηθεί μέσω της «μη μου άπτου» προσέγγισης που επιδιώκεται απ’ τους πολιτικά ορθούς ανθρώπους. Αντιθέτως, μέσω αυτής της προσέγγισης απλώς αναστρέφεται ο στόχος και μπροστά στην κάννη τοποθετούνται τώρα όλα τα άτομα που διαφωνούν μ’ αυτούς. Ως επί το πλείστον, εν τέλει οι άνθρωποι που υποστηρίζουν την ισότητα, την ανεκτικότητα και τη συμπεριληπτικότητα, καταλήγουν να μοιράζονται αυτά μόνο μεταξύ τους και να τα εκδηλώνουν μόνο στον μικρό περίκλειστο κύκλο τους, στην πολιτικά ορθή ελίτ τους. Αποδεικνύονται, λοιπόν, υποκριτές κι ενδεχομένως έως και φασίστες, καθώς δυσκολεύονται πάρα πολύ να δεχτούν την ύπαρξη διαφορετικών απόψεων κι έτσι καταφεύγουν επιτόπου στο Cancel —που είναι η σύγχρονη μορφή του πρωτόγονου εξοστρακισμού— επιδεικνύοντας μηδενική ανεκτικότητα τελικά. Γιατί, η ανεκτικότητα, όπως όλοι γνωρίζουμε, αφορά τον διαφορετικό και όχι τον όμοιό μας και η δυσκολότερη μορφή της ανεκτικότητας είναι η ιδεολογική. Το βαθύτερο πρόβλημα των πολιτικά ορθών ανθρώπων, είναι ότι αποζητούν να απαλείψουν κάθε μορφή ιδεολογικής αντίστασης και να προσαρμόσουν όλη την κοινωνία στον δικό τους τρόπο σκέψης, ο οποίος είναι και ο αδιαμφισβήτητα σωστός για αυτούς. Τόσο σωστός που αδυνατούν να αποδεχτούν μέχρι και σατιρικά αστεία για αυτόν και επιθυμούν την πλήρη κατάργησή τους. Όμως, οι τελευταίες συμπεριφορές που αναφέρθηκαν είναι όλες ουδεμίας εξαιρουμένης, βασικά χαρακτηριστικά του φασισμού…

Εν αντιθέσει, οι πρακτικές της σάτιρας, καθώς βασίζονται στην υπερβολή και την ατόφια ειρωνική προβολή των προβληματικών συνθηκών, φέρνουν τον κόσμο αντιμέτωπο με τις συνθήκες αυτές και τον προβληματίζουν, ενώ ταυτοχρόνως αποτελούν εύφορο έδαφος για την ανάπτυξη των σπόρων της Δημοκρατίας. Μέσω της σατιρικής προβολής μιας κατάστασης ή συμπεριφοράς, δεν κανονικοποιείται αυτή η κατάσταση ή συμπεριφορά —όπως ισχυρίζονται πολλοί— αντιθέτως, οι άνθρωποι ενημερώνονται κι ευαισθητοποιούνται για το εκάστοτε ζήτημα, καθώς παράλληλα καλλιεργούν και την ανεκτικότητά τους απέναντι σ’ αυτό και θα μπορούσε να πει κανείς ότι εξευγενίζονται ακόμη μέσω της τέχνης. Έτσι, τα άτομα αυτά μετά εκδηλώνουν μια εκ διαμέτρου αντίθετη συμπεριφορά από εκείνη των πολιτικά ορθών και ως αποτέλεσμα δεν επιζητούν τον αφανισμό των αντιφρονούντων, αλλά τη δημοκρατική κι εκπολιτισμένη προσέγγισή τους, μέσω της οποίας αποσκοπούν στο να τους βοηθήσουν να κατανοήσουν και οι ίδιοι τους λόγους για τους οποίους ίσως οφείλουν να αναθεωρήσουν τη νοοτροπία τους.

Πηγή εικόνας: flickr.com / Δικαιώματα χρήσης: Egisto Sani

Ακόμη, η σάτιρα καθώς βασίζεται στον καυτηριασμό των πάντων, εάν αποκτήσει όρια και μπει στο καλούπι της πολιτικής ορθότητας, τότε απλώς αποχαιρετά ολοκληρωτικά το νόημά της και τον λόγο ύπαρξής της. Η μαγεία της βρίσκεται ακριβώς στην ικανότητά της, να παραμένει αντικειμενική κι ανεπηρέαστη απ’ τις εξωτερικές κοινωνικοπολιτικές συνθήκες, έτσι ώστε να είναι σε θέση να αναγνωρίσει ανά πάσα στιγμή τα κακώς κείμενα και να τα προβάλλει με τον μοναδικό τρόπο της. Ο μόνος κοινός παρονομαστής που έχει η σάτιρα ανά τα χρόνια και τους αιώνες είναι η Δημοκρατία και η ίση μεταχείριση. Στο όνομα της Δημοκρατίας και με σκοπό τη διατήρησή της, διαμορφώνεται η σάτιρα και δεν είναι τυχαία η σύνδεσή της από ιστορικούς, με τη σχετικά επιτυχημένη Δημοκρατία της Αρχαίας Αθήνας. Κατά καιρούς, έχουν ειπωθεί διάφορα σχετικά με την ίση μεταχείριση —κυρίως απ’ τον αριστερό χώρο— όμως όπως προανέφερα αυτό γίνεται στο πλαίσιο της ισότητας και της αυτοκριτικής. Εάν βαφτίσουμε εξαρχής έναν ιδεολογικό χώρο ως αλάθητο, απλώς επειδή στη θεωρία του είναι ηπιότερος και προοδευτικότερος παραδείγματος χάριν απ’ τον δεξιό, τότε βάζουμε οικειοθελώς παρωπίδες κι απαγορεύουμε στον ίδιο μας τον εαυτό να εντοπίσει ορισμένα αδιαφιλονίκητα λάθη του χώρου αυτού, κοινώς εκλείπει η αντικειμενικότητα και η κριτική σκέψη.

Εν κατακλείδι, η αλήθεια σχετικά με τη σάτιρα είναι αυταπόδεικτη, καθώς όλοι οι σατιρικοί καλλιτέχνες ασπάζονταν τις δημοκρατικές και τις πανανθρώπινες αξίες και δικαιώματα, υπέρ των οποίων και μάχονταν. Η τέχνη της σάτιρας είναι ένας αυτοκαθαριζόμενος χώρος, ο οποίος φτύνει με μανία έξω όλους όσους αποδεικνύονται ακατάλληλοι για αυτόν και τους δείχνει στην υπόλοιπη κοινωνία. Ο σατιρικός καλλιτέχνης σατιρίζει πρωτίστως τον εαυτό του κι είναι διαλλακτικός και δεκτικός στην εξωτερική κριτική που του ασκείται, αλλά επίσης εφαρμόζει και την αυτοκριτική του. Τελικά, η σάτιρα έχει την ιδιότητα να ρίχνει τις μάσκες όλων των ανθρώπων —και των μεν και των δε—, να τους ξεσκεπάζει και να φανερώνει απροκάλυπτα την πραγματική τους ταυτότητα και ιδεολογία. Το γεγονός, όμως, αυτό, είναι αδύνατον να πραγματοποιηθεί εάν τοποθετηθεί στο στόμα των καλλιτεχνών της σάτιρας το φίλτρο της πολιτικής ορθότητας, καθώς η σάτιρα δε γίνεται με το γάντι.


TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Μάρα Βιτσαξάκη
Μάρα Βιτσαξάκη
Γεννήθηκε το 2003 και κατάγεται από το Ηράκλειο Κρήτης. Σπουδάζει στη Θεσσαλονίκη στο τμήμα των Πολιτικών Επιστημών. Στον ελεύθερό της χρόνο ασχολείται με τη μουσική, της αρέσουν πολύ τα βιβλία και λατρεύει τον κινηματογράφο. Από μικρή την ενδιέφερε η συγγραφή, η οποία ποτέ δεν περιοριζόταν στο πλαίσιο των σχολικών της υποχρεώσεων. Την ενδιαφέρει ακόμη η φιλοσοφία και η παρατήρηση της κοινωνίας.