14.3 C
Athens
Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΤα οικονομικά του πολέμου στην Κλασική Αθήνα (Μέρος Α΄)

Τα οικονομικά του πολέμου στην Κλασική Αθήνα (Μέρος Α΄)


Της Χριστίνας Σεφθελή,

Ο πόλεμος από την αρχή μέχρι το τέλος της αρχαιότητας ήταν οικονομική υπόθεση. Αρχικά, λειτουργούσε ως κερδοφόρος επιχείρηση. Αργότερα, όμως, αποτέλεσε οικονομικό πρόβλημα λόγω των συνεχώς αυξανόμενων δαπανών και τη διαχείρισή τους.

Οι δαπάνες του πολέμου αφορούσαν τα όπλα, τον μισθό και τον ανεφοδιασμό των πολεμιστών. Η πολιτική συμμετοχή στον πόλεμο υπάρχει πάντα. Οπότε, συχνά ο πόλεμος αποτελούσε ένα οικονομικό βάρος για τους Αθηναίους, οι οποίοι έπρεπε συχνά να έχουν οικονομικές πηγές για να χρηματοδοτούν τον πόλεμο.

Οι οικονομικές πηγές του πολέμου

Η συμμαχία

Η συμμαχία στον πόλεμο είναι μία ένωση για τη μάχη επιθετική ή αμυντική. Είναι ο συχνότερος τύπος συμφωνίας μεταξύ των πόλεων σε περίπτωση πολέμου. Την εποχή αυτή υπήρχε η Συμμαχία της Δήλου που αργότερα μετατράπηκε σε Αθηναϊκή ηγεμονία.

Σκοπός της Δηλιακής Συμμαχίας ήταν να προστατεύσει της πόλεις που κινδύνευαν να καταληφθούν ξανά από τους βαρβάρους. Το ταμείο της συμμαχίας εγκαταστάθηκε στο ιερό νησί του Απόλλωνα, τη Δήλο. Η τοποθέτηση του ταμείου στη Δήλο έγινε για λόγους θρησκευτικούς διότι το νησί αποτελούσε χώρο λατρείας για της ιωνικές πόλεις, καθώς και για πρακτικούς λόγους, επειδή ήταν λιμάνι και βρίσκονταν σε κεντρικό σημείο του Αιγαίου. Για αυτό τον λόγο ονομάστηκε Συμμαχία της Δήλου.

Η συμμαχία περιλάμβανε τις ελληνικές πόλεις της Ασίας, τα νησιά από τη Λέσβο μέχρι τη Ρόδο, πολλές πόλεις της Προποντίδας και της Θράκης, αρκετές πόλεις της Χαλκιδικής, τα περισσότερα νησιά των Κυκλάδων και την Εύβοια εκτός από την Κάρυστο.

Πηγή εικόνας: elxefsis.com

Για να πετύχει τους στόχους της η συμμαχία έπρεπε να έχει έναν ισχυρό στόλο και οικονομική υποστήριξη. Έτσι, η Αθήνα αποφάσισε ποιες πόλεις θα προσφέρουν πλοία και ποιες χρήμα. Όπως αναφέρεται στο βιβλίο του Θουκιδίδου, Ιστορίαι 1.96: «Παραλαβόντες δὲ οἱ Ἀθηναῖοι τὴν ἡγεμονίαν τούτῳ τῷ τρόπῳ ἑκόντων τῶν ξυμμάχων διὰ τὸ Παυσανίου μῖσος, ἔταξαν ἅς τε ἔδει παρέχειν τῶν πόλεων χρήματα πρὸς τὸν βάρβαρον καὶ ἃς ναῦς· πρόσχημα γὰρ ἦν ἀμύνεσθαι ὧν ἔπαθον δῃοῦντας τὴν βασιλέως χώραν. καὶ Ἑλληνοταμίαι τότε πρῶτον Ἀθηναίοις κατέστη ἀρχή, οἳ ἐδέχοντο τὸν φόρον· οὕτω γὰρ ὠνομάσθη τῶν χρημάτων ἡ φορά. ἦν δ᾽ ὁ πρῶτος φόρος ταχθεὶς τετρακόσια τάλαντα καὶ ἑξήκοντα. ταμιεῖόν τε Δῆλος ἦν αὐτοῖς, καὶ αἱ ξύνοδοι ἐς τὸ ἱερὸν ἐγίγνοντο».

Από την αναφορά αυτή γίνεται αντιληπτό ότι οι Αθηναίοι ανήλθαν στην αρχηγεία της συμμαχίας, με τη συναίνεση των υπόλοιπων μελών. Επειτα, καθόρισαν αυτούς που θα προσέφεραν χρήματα στο ταμείο και αυτούς που θα συνέβαλλαν με πλοία έναντι χρημάτων. Επίσης, ένας από τους λόγους της ύπαρξής της ήταν και οι επιθέσεις προς τους Πέρσες. Αλλά προκειμένου να εισπράττονται τα ποσά χρειάζονταν και ένα ειδικό σώμα, έτσι δημιουργήθηκαν οι Ελληνοταμίες και ο πρώτος φόρος ανερχόταν στα τετρακόσια εξήντα τάλαντα. Για να υπάρχει μια καλύτερη οργάνωση τα μέλη της συμμαχίας χωρίστηκαν σε πέντε περιοχές: την Ιωνία, τον Ελλήσποντο, την Καρία, τα νησιά και τη Θράκη.

Η εκτίμηση του φόρου γίνονταν στην Αθήνα κάθε τέσσερα χρόνια κατά τη γιορτή των Μεγάλων Παναθηναϊκών. Κάθε χρόνο ο φόρος εισπράττεται και ελέγχεται από τη Βουλή των 500, η οποία δίνει στην Εκκλησία του Δήμου τον κατάλογο όσων δεν πλήρωσαν, έπειτα οι Ελληνοταμίες (οι οποίοι ήταν Αθηναίοι αξιωματούχοι) διαχειρίζονταν τα χρήματα του φόρου. Με αυτό τον τρόπο η Αθήνα κατάφερε να έχει ισχυρές οικονομικές πηγές σε περίπτωση πολέμου.

Από τις ανασκαφές έχουμε διατάγματα που διευκρινίζουν τη διαδικασία του ελέγχου στον φόρο, όπως το ψήφισμα του Κλεινία το 448/7: «Θεοί. Αποφάσισε η βουλή και ο δήμος· η Οινηίδα ήταν πρυτανεύουσα, ο Σπουδίας ήταν γραμματέας και επιστάτης […], εισηγήθηκε ο Κλεινίας: η βουλή και οι άρχοντες στις πόλεις και οι επίσκοποι να έχουν την επιστασία για την είσπραξη των εισφορών των συμμάχων (φόρος) ετησίως και για τη μεταφορά τους στην Αθήνα. Να κατασκευασθούν αναγνωριστικές σφραγίδες για τις πόλεις, ώστε εκείνοι που μετέφεραν τον φόρο να μην διαπράττουν αδικήματα. Η πόλη αφού αναγράψει σε πινάκιο (γραμμάτειον) τον φόρο, που πρόκειται να αποστείλει και το σφραγίσει με την ειδική σφραγίδα (σύμβολον), να το αποστείλει στην Αθήνα. Εκείνοι δε που μεταφέρουν τα χρήματα να παραδίδουν το πινάκιο στην βουλή για να γνωρίζει επακριβώς τον φόρο που παραδίδουν. Οι δε πρυτάνεις μετά τα Διονύσια να συγκαλέσουν την εκκλησία του δήμου για να καταστήσουν οι ελληνοταμίες γνωστές στους Αθηναίους τις πόλεις που κατέβαλαν τον φόρο και αυτές που τον παρέλειψαν, […] οι Αθηναίοι δε αφού επιλέξουν τέσσερεις άνδρες να τους στείλουν στις πόλεις για να δώσουν αποδείξεις σε εκείνες που κατέβαλαν τον φόρο και να τον απαιτήσουν από εκείνες που παρέλειψαν να τον αποδώσουν, από αυτούς οι δύο να πλεύσουν με ταχεία τριήρη στις νησιωτικές και στις πόλεις της Ιωνίας, οι άλλοι δύο στις πόλεις του Ελλησπόντου και σε εκείνες της Θράκης. Οι πρυτάνεις να φέρουν το θέμα στη Βουλή και στην Εκκλησία του Δήμου αμέσως μετά τα Διονύσια και να συσκέπτονται σχετικά συνεχώς έως ότου αυτό τακτοποιηθεί. Εάν δε κάποιος Αθηναίος ή σύμμαχος διαπράττει αδίκημα σχετικό με τον φόρο, τον οποίο οι πόλεις οφείλουν, αφού τον αναγράψουν σε πινάκιο, να τον αποστείλουν στην Αθήνα με τους μεταφορείς του, να έχει δικαίωμα να τον καταγγείλει με γραπτή μήνυση στους πρυτάνεις οποιοσδήποτε Αθηναίος ή σύμμαχος θα ήθελε (βουλόμενος). Οι δε πρυτάνεις να φέρουν την καταγγελία στη Βουλή, διαφορετικά κάθε ένας από τους πρυτάνεις να τιμωρείται για δωροδοκία με χίλιες δραχμές. Η Βουλή όποιον ήθελε κρίνει ένοχο δεν έχει δικαιοδοσία να του ορίσει την επιβλητέα ποινή, αλλά να παραπέμπει την υπόθεση αμέσως στην Ηλιαία. Όταν δε κριθεί ότι αδικεί, οι πρυτάνεις διατυπώνουν τις απόψεις τους σχετικά με ό,τι φαίνεται εύλογο αυτός να πάθει ή να πληρώσει πρόστιμο. Κι εάν κάποιος διαπράξει αδίκημα σχετικά με την αποστολή της αγελάδας ή της πανοπλίας, η γραπτή καταγγελία εναντίον του και η τιμωρία ακολουθούν την ίδια διαδικασία. Οι ελληνοταμίες να γνωστοποιήσουν αφού αναγράψουν σε λευκό πινάκιο την αναθεώρηση του φόρου (τάξιν) με τα ονόματα των πόλεων και το ποσό που αυτές έπρεπε».

Η δεκάτη

Σημαντικό για τους νικητές του πολέμου ήταν το μερίδιο προς τους θεούς, η δεκάτη. Κάθε πόλη χρηματοδοτούσε τη θυσία προς τους θεούς αφού θάβονταν οι νεκροί και στήνονταν τα τρόπαια, αυτός ο θεσμός ονομάστηκε επινίκια. Οι θεοί κάθε φορά που δίνονταν η δεκάτη ήταν προσδιορισμένοι, παραδείγματος χάρη για τη μάχη των Πλαταιών οι θεοί που επιλέχθηκαν ήταν ο Δίας, ο Απόλλωνας και ο Ποσειδώνας.

Κατανομή των κερδών του πολέμου

Η κατανομή των κερδών συνδέεται άρρηκτα με τη συμμετοχή στον πόλεμο. Βέβαια πρέπει να ληφθούν υπ’ όψιν η δεκάτη προς τους θεούς, η άμεση κατανομή στους πολεμιστές και φυσικά το μερίδιο του αρχηγού το οποίο είναι περισσότερο από τους άλλους πολεμιστές.

Παράλληλα πρέπει να ληφθούν υπ’ όψιν τα αποτελέσματα της μάχης, καθώς και η πληρωμή των μισθών των πολεμιστών και τα μερίδια των πόλεων. Τα λάφυρα πάντα ποικίλουν. Επίσης, εφόσον υπάρχουν αιχμάλωτοι μπορεί να αποφέρουν πολλά κέρδη στις πόλεις από τα λύτρα.

Πηγή εικόνας: kathimerini.gr / Δικαιώματα χρήσης: SHUTTERSTOCK

Οι δωρεές

Τον 5ο αιώνα π.Χ. πολλοί οπλίτες και στρατιώτες προμηθεύονται με δικά τους χρήματα τον οπλισμό τους. Αλλά υπάρχουν και δωρεές από πλούσιους είτε από ξένους, είτε από πολίτες. Στην περίπτωση της Αθήνας συχνά έκαναν δωρεές οι μέτοικοι. Επίσης, οι πολίτες συνεισφέρουν οικονομικά με εθελοντικές εισφορές (επιδόσεις). Παράλληλα, εκτός από χρήματα προσφέρονταν και εργαλεία του πολέμου. Τέλος, βλέπουμε πολλούς εξόριστους σε περίπτωση πολέμου να επιδιώκουν την επιστροφή τους για να βοηθήσουν την πόλη τους.

Τα δάνεια και οι φόροι των πολιτών

Οι πόλεις από τον 5ο αιώνα π.Χ. σε περίπτωση πολέμου δανείζονται από τα ιερά τους. Στην Αθήνα υπάρχει η συνδρομή των πολιτών. Στις αρχές του 5ου αιώνα οι συνδρομές των πολιτών ήταν οι λειτουργίες. Εύποροι πολίτες επιβαρύνονται με την τριηραρχία και διοικούν τις τριήρεις τους. Μετά τον Πελοποννησιακό Πόλεμο η Αθήνα ορίζει την εισφορά των 200 ταλάντων, το τίμημα των Αθηναίων όπως ονομάστηκε. Από αυτό τον φόρο επιβαρύνονταν οι μέτοικοι που πλήρωναν το 1/6 του ποσού.

Νομισματικές πηγές

Το σημαντικότερο σε κάθε πόλη σε περίπτωση πολέμου είναι να υπάρχουν νομισματικές πηγές. Στην Αθήνα υπήρχαν τα ορυχεία χρυσού του Λαυρίου, αλλά η Αθήνα έπαιρνε νομίσματα και από την Αίγινα, η οποία χάρη στις νομισματικές της πηγές συγκρότησε δικό της στόλο. Η πρώτη κατασκευή τριήρων στην Αθήνα συνδέεται με την ανακάλυψη μιας αργυρούχου φλέβας στο Λαύριο. Έτσι, ο Θεμιστοκλής ψήφισε τη χρήση ασημένιων νομισμάτων για την ανάπτυξη του στόλου. Στο τέλος του Πελοποννησιακού Πολέμου τα ορυχεία του Λαυρίου δεν αξιοποιούνται λόγω της φυγής των δούλων.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Amouretti, M., C., & Ruze, F. (2004), Κοινωνία και πόλεμος στην Αρχαία Ελλάδα, Αθήνα: Πατάκης
  • Bury J.B., M. R. (2011), Ιστορία της Αρχαίας Ελλάδας, Αθήνα: Α. Καρδαμίτσα
  • Meiggs, L. (1988), A journal of classical studies
  • Σταινχάουερ, Γ. (2005), Ο πόλεμος στην Αρχαία Ελλάδα, Αθήνα: Παπαδήμα

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Χριστίνα Σεφθελή
Χριστίνα Σεφθελή
Γεννήθηκε το 2000 και μεγάλωσε στην Πτολεμαΐδα. Απόφοιτος του τμήματος Ιστορίας του Ιονίου Πανεπιστημίου. Ξεκίνησε μεταπτυχιακό στο ίδιο τμήμα με θέμα «Ιστορία και Τεκμηρίωση, Αρχαίος κόσμος, διεπιστημονικές προσεγγίσεις». Μιλά αγγλικά και λίγα γερμανικά. Στον ελεύθερο χρόνο της, βλέπει ταινίες και διαβάζει λογοτεχνία.