Του Γιώργου Τσίλλα,
Το πανεπιστήμιο αποτελεί μια πρωτότυπη θεσμική δημιουργία του Μεσαίωνα. Δεν υπήρξε κανένα άλλο προηγούμενο ούτε άλλο ξένο πρότυπο. Ο όρος πανεπιστήμιο (universitas) σήμαινε αρχικά μια εταιρεία, μια επαγγελματική κοινότητα χωρίς συγκεκριμένη σχέση με τη διδασκαλία. Μετά τον 13ο αιώνα καθηγητές και μαθητές οργανώνονται στο πλαίσιο μιας τέτοιας δομής που ονομάζεται universitas magistrorum et scolarium). Η επιτυχία του συνεταιρισμού τους έκανε βαθμηδόν το πανεπιστήμιο τον θεσμό με το μεγαλύτερο γόητρο στα εκπαιδευτικά πράγματα.
Το πανεπιστήμιο γεννήθηκε σε αστικό περιβάλλον και από τη θέληση των δασκάλων, των πτυχιούχων (licentia docendi) και των φοιτητών, να απελευθερωθούν από τον έλεγχο της κοσμικής και της επισκοπικής εξουσίας. Κάνοντας απεργίες και απειλώντας ότι θα αλλάξουν πόλη, αποκτούν την ανεξαρτησία που ζητούσαν. Στο Παρίσι επιτυγχάνουν να εξαιρεθούν από τις εξουσίες των βασιλικών υπαλλήλων και, λίγο αργότερα, από τις εξουσίες του επισκόπου. Στην Οξφόρδη και στην Μπολόνια εξαιρούνται από τις δικαιοδοσίες των κοινοτικών αρχών. Η παπική εξουσία κατάλαβε από πολύ νωρίς τη σημασία της προστασίας του πανεπιστημιακού κινήματος. Αποσπούν, δηλαδή, τον έλεγχο της εκπαίδευσης από άλλες εξουσίες και την υπάγουν στη δική τους. Το πανεπιστήμιο μετατρέπεται σε όργανο προστασίας του επισήμου δόγματος (το πανεπιστήμιο της Τουλούζης π.χ., αγωνίστηκε εναντίον των καθαρών το 1229) και σε φυτώριο ιεροκηρύκων στην υπηρεσία της Εκκλησίας όπως είχαν ήδη μετατραπεί τα τάγματα των ελασσόνων μοναχών που είχαν ιδρυθεί την ίδια περίπου περίοδο.
Τα πανεπιστήμια ήταν χρήσιμα και στους ηγεμόνες παρά το γεγονός ότι δημιουργήθηκαν ανεξάρτητα από τον έλεγχό τους. Τους εξασφαλίζουν γόητρο, όπως και στις πόλεις που τα στεγάζουν, και προετοιμάζουν νομικούς και αξιωματούχους απαραίτητους για τα κράτη που αρχίζουν να γίνονται συγκεντρωτικά. Αυτός είναι ο λόγος που μετά τα πρώτα πανεπιστημιακά ιδρύματα (Παρίσι, Οξφίρδη, Μπολώνια) των αρχών του 13ου αιώνα, ο αριθμός των πανεπιστημίων αυξάνεται και τα ιδρύματα επεκτείνονται σε όλη την Ευρώπη: Αβινιόν, Πάδοβα, Σαλαμάνκα, Πράγα, Λουβαίν, Γλασκώβη. Όσο τα πανεπιστήμια πολλαπλασιάζονται τόσο γίνονται λιγότερο διεθνή. Στην αρχή μετατρέπονται σε εθνικά, στη συνέχεια σε τοπικά. Το γόητρό τους επηρεάζεται. Στην αρχή ήταν εργαλεία της παπικής πολιτικής αλλά βαθμηδόν μετατρέπονται σε όργανα των ηγεμόνων καθόσον μάλιστα η εξουσία των τελευταίων αδυνατίζει. Η δωρεά διδασκαλία υποχώρησε βαθμηδόν προς όφελος των μαθημάτων επ’ αμοιβή και οι φοιτητές έγιναν πιο σπάνιοι. Η θέση του καθηγητή έτεινε να γίνει κληρονομική με αποτέλεσμα να σχηματιστούν πανεπιστημιακές ολιγαρχίες. Το επίπεδο σπουδών έπεσε.
Τα πανεπιστήμια είναι διαφορετικά οργανωμένα και ανάλογα με την πόλη στην οποία βρίσκονται. Στην Μπολόνια το χειρίζονται μόνοι οι φοιτητές, στην Οξφόρδη ένας γραμματέας που εκλέγεται από τους συναδέλφους του, στο Παρίσι ένας ρέκτορας που προέρχεται από το τμήμα των «Ελευθέρων Τεχνών». Τα πανεπιστήμια διαθέτουν σπανίως δικές τους εγκαταστάσεις. Η διδασκαλία γίνεται στα σπίτια των καθηγητών ή και μέσα σε μοναστήρια. Μετά από μια σύγκρουση με τον επίσκοπο, το πανεπιστήμιο των Παρισίων μετακόμισε το 1211 και εγκαταστάθηκε δίπλα από το μοναστήρι της Αγίας Γενεβιέβης που βρισκόταν εκτός δικαιοδοσίας του επισκόπου. Γεννήθηκε έτσι το Quartier Latin. Τα μαθήματα γίνονται επίσης στα «κολλέγια», δηλαδή σε οικοτροφεία που παρείχαν στέγη, υποτροφίες και τροφή σε φτωχούς φοιτητές Κολλέγιο της Ναβάρας στο Παρίσι, University College στην Οξφόρδη, Κολέγιο της Ισπανίας στην Μπολόνια). Τα κολέγια ιδρύονταν συνήθως από μαικήνες όπως ο Ροβέρτος Σορμπόν το 1257 ο οποίος ίδρυσε το κολέγιο που θα στεγάσει τη θεολογική σχολή. Η εισαγωγή στη σχολή των τεχνών γίνεται στα δεκατέσσερα και οι σπουδές διαρκούν 6 χρόνια.
Η αποφοίτηση δίνει τον τίτλο του Baccalarius, κατόπιν εξετάσεων που διεξάγονται μπροστά σε μια επιτροπή που απαρτίζουν καθηγητές από διαφορετικά έθνη και παρουσιάζοντας ένα θέμα. Χρειάζονται ακόμα δύο χρόνια σπουδών με ένα καθηγητή για την απόκτηση της άδειας διδασκαλίας και της «μαεστρίας». Οι σπουδές ιατρικής, δικαίου και θεολογίας έπονται των βασικών σπουδών και διαρκούν, για τη θεολογία ακόμα 12 χρόνια. Στο Παρίσι η πιο νεαρή ηλικία για το πτυχίο της θεολογίας είναι τα τριανταπέντε χρόνια. Τα πέντε πρώτα χρόνια αφιερώνονται στις παρακολουθήσεις και δίνουν τον τίτλο του Μπακαλάριου της βίβλου, τίτλος που επιτρέπει τη διδασκαλία και τον σχολιασμό των βιβλικών κειμένων. Στη συνέχεια και μετά από δυο χρόνια, αποκτάται ο τίτλος του Μπακαλάριου των Προτάσεων, δηλαδή η άδεια σχολιασμού των προτάσεων του Πέτρου Λομβαρδού. Ακολουθούν τρία χρόνια, ακόμα, για το πτυχίο της θεολογίας που αποκτάται με υποστήριξη ενός θέματος ενώπιον του συνόλου των καθηγητών της θεολογίας. Απαιτούνται τα δυο τρίτα των ψήφων για την αποφοίτηση.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Νίκολας Ντέιβιντ (2013), Η Εξέλιξη του Μεσαιωνικού Κόσμου, Αθήνα: Εκδόσεις ΜΙΕΤ