Του Γεώργιου Κιόση,
Προεπισκόπηση
Η καρδιά είναι ένα μυώδες κοίλο όργανο, το οποίο βρίσκεται στο μεσοθωράκιο, και μέσα από τις περισταλτικές συσπάσεις της προωθεί το αίμα στους πνεύμονες (μικρή ή πνευμονική κυκλοφορία) και στις αρτηρίες του σώματος (μεγάλη ή σωματική κυκλοφορία). Πιο συγκεκριμένα, το μη-οξυγονωμένο αίμα, το οποίο προσάγεται στην καρδιά μέσα από τις φλέβες και γεμίζει τον δεξιό κόλπο, περνάει στη δεξιά κοιλία και προωθείται μέσω της πνευμονικής αρτηρίας στους πνεύμονες προκειμένου να οξυγονωθεί. Το οξυγονωμένο, πλέον, αίμα «ταξιδεύει» μέσω των πνευμονικών φλεβών προς τον αριστερό κόλπο, περνάει στην αριστερή κοιλία και μέσω της αορτής προωθείται στη συστηματική κυκλοφορία του σώματος. Με αυτήν τη φυσιολογική λειτουργία τα κύτταρα προμηθεύονται αίμα πλούσιο σε οξυγόνο, για να επιτελέσουν τις λειτουργίες τους.
Ο όρος «καρδιακή ανεπάρκεια» (heart failure or HF) αναφέρεται στην αδυναμία της καρδιάς να αντλεί φυσιολογικές ποσότητες αίματος. Πρόκειται για ένα δια βίου περίπλοκο σύνδρομο, στο οποίο το μυοκάρδιο δεν μπορεί να προωθήσει φυσιολογικές ποσότητες αίματος και έτσι δεν καλύπτονται οι ανάγκες των κυττάρων. Λόγω αυτής της ανεπαρκούς προώθησης, το αίμα μπορεί να συσσωρεύεται σε άλλα μέρη του σώματος, κυρίως στα πόδια, στα πέλματα και στους πνεύμονες, προκαλώντας δύσπνοια.
Η καρδιά και το σώμα μας προσπαθούν να αντισταθμίσουν αυτήν την ανεπαρκή προώθηση αίματος, προβαίνοντας σε κάποιες φυσιολογικές μεταβολές. Ειδικότερα, η καρδιά μπορεί είτε να αυξήσει τη μυϊκή δύναμη του μυοκαρδίου είτε να αυξήσει τη μυϊκή της μάζα (αυτό γίνεται με την αύξηση του μεγέθους των μυοκυττάρων), είτε τέλος να αυξήσει τον ρυθμό προώθησης του αίματος (ταχυκαρδία). Από την άλλη μεριά, στο σώμα μπορεί είτε να μειωθεί η διάμετρος των αγγείων, ώστε να διατηρηθεί η αιματική πίεση, είτε να αποβληθεί μεγαλύτερη ποσότητα αλάτων και νερού από τα νεφρά, ώστε να αυξηθεί η ποσότητα του αίματος και να καλυφθεί η ταχύτερη προώθησή του. Αυτοί είναι προσωρινοί μηχανισμοί αντιστάθμισης της καρδιακής ανεπάρκειας και είναι τα κύρια αιτία του γεγονότος ότι πολλές φορές η καρδιακή ανεπάρκεια διαγιγνώσκεται αρκετά χρόνια αφότου ξεκινήσει. Μόνο η επίσκεψη στον ειδικό ιατρό (καρδιολόγο) μπορεί να διαγνώσει το σύνδρομο αυτό.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής (ΗΠΑ) περισσότεροι από 6 εκατομμύρια πολίτες πάσχουν από καρδιακή ανεπάρκεια. Μάλιστα, το σύνδρομο αυτό αποτελεί την κυριότερη αιτία νοσηλείας ατόμων πάνω από 65 ετών.
Είδη καρδιακής ανεπάρκειας
Υπάρχουν τέσσερα είδη καρδιακής ανεπάρκειας:
- Αριστερή καρδιακή ανεπάρκεια: επηρεάζει την αριστερά κοιλία, το αίμα συσσωρεύεται στους πνεύμονες και προκαλεί δύσπνοια.
- Δεξιά καρδιακή ανεπάρκεια: επηρεάζει τη δεξιά κοιλία, το αίμα συσσωρεύεται στην κοιλιά και στα πόδια και προκαλεί εφίδρωση.
- Καρδιακή ανεπάρκεια με μειωμένο κλάσμα εξώθησης: είναι τύπος αριστερής καρδιακής ανεπάρκειας, με την αριστερά κοιλία να μην μπορεί να συσπαστεί όσο ισχυρά χρειάζεται.
- Καρδιακή ανεπάρκεια με διατηρημένο κλάσμα εξώθησης: είναι τύπος αριστερής καρδιακής ανεπάρκειας με την αριστερή κοιλία να μην μπορεί να χαλαρώσει για να γεμίσει πλήρως.
Συμπτώματα
Τα συμπτώματα τα οποία εμφανίζονται σε άτομα με καρδιακή ανεπάρκεια είναι τα ακόλουθα:
- Δύσπνοια
- Πόνος στο στήθος
- Έλλειψη όρεξης
- Εφίδρωση στα πόδια και στα γόνατα
- Έλλειψη αντοχής
- Ξύπνημα κατά τη διάρκεια της νύχτας λόγω έλλειψης αναπνοής, καθώς και αυξημένη διούρηση κατά τις βραδινές ώρες
- Αύξηση βάρους
- Έλλειψη όρεξης
Τα συμπτώματα αυτά μπορεί να εμφανίζονται είτε μεμονωμένα είτε συνδυαστικά. Η βαρύτητά τους κυμαίνεται από ήπια σε πιο σοβαρή. Συνήθως, τα συμπτώματα γίνονται σοβαρότερα με την πάροδο του χρόνου. Πάντως, η μη ύπαρξη συμπτωμάτων δεν σημαίνει απαραιτήτως ότι το άτομο δεν πάσχει από καρδιακή ανεπάρκεια.
Αιτιολογία
Η καρδιά μπορεί να τραυματιστεί, να αποδυναμωθεί είτε να γίνει πιο σφιχτή. Αν τραυματιστεί ή αποδυναμωθεί δεν μπορεί να προωθήσει καταλλήλως το αίμα, ενώ αν γίνει περισσότερο σφιχτή, δεν μπορούν να γεμίσουν με την κατάλληλη ποσότητα αίματος οι κοιλίες. Ο καρδιακός μυς μπορεί να αποδυναμωθεί μετά από υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ, μόλυνση ή χημειοθεραπεία. Καταστάσεις οι οποίες προκαλούν, επίσης, καρδιακή ανεπάρκεια είναι οι ακόλουθες:
- Προσβολή στεφανιαίας αρτηρίας και καρδιακή προσβολή (η καρδιακή προσβολή προκαλείται από προσβολή στεφανιαίας αρτηρίας μετά από πλήρη απόφραξη της αρτηρίας)
- Υπέρταση
- Βλάβη στις καρδιακές βαλβίδες
- Φλεγμονή του μυοκαρδίο (μυοκαρδίτιδα)
- Αρρυθμία (ανώμαλος καρδιακός ρυθμός)
- Διαβήτης
- Προσβολή από τον ιό HIV
- Ασθένεια των νεφρών
- Δείκτης μάζας-σώματος (BMI) μεγαλύτερος από 30
- Ιώσεις
- Αλλεργικές αντιδράσεις
Στους παράγοντες κινδύνου της καρδιακής ανεπάρκειας συγκαταλέγονται, πέρα από τα προαναφερόμενα, και η καθιστική ζωή, η κατανάλωση λιπαρών και αλμυρών φαγητών, ηλικία μεγαλύτερη από 65 έτη, καθώς και κατανάλωση κοκαΐνης.
Διάγνωση
Η διάγνωση της καρδιακής ανεπάρκειας μπορεί να γίνει με μία πληθώρα εξειδικευμένων εξετάσεων, οι οποίες μπορεί να γίνουν είτε μεμονωμένα είτε συνδυαστικά. Αρχικά, ο ειδικός καρδιολόγος πριν προβεί σε κάποια από αυτές τις μεθόδους, ρωτάει τον ασθενή κάποιες πληροφορίες σχετικά με το ιστορικό του, όπως αν καπνίζει, αν καταναλώνει αλκοόλ, αν κάποιος στην οικογένειά του έπασχε από το ίδιο σύνδρομο, καθώς και αν πάσχει από κάποια παρακείμενη ασθένεια, η οποία αυξάνει τον κίνδυνο εμφάνισης καρδιακής ανεπάρκειας (όπως διαβήτη, ασθένεια στεφανιαίων αρτηριών κ.τ.λ.)
Στις εξετάσεις οι οποίες ακολουθούνται για τη διάγνωση περιλαμβάνονται:
- Εξετάσεις αίματος
- Ηλεκτροκαρδιογράφημα
- Ηχοκαρδιογράφημα
- Ακτινογραφία θώρακος
- Μαγνητική Τομογραφία (MRI)
- Yπολογιστική Τομογραφία Καρδιάς
- Βιοψία Μυοκαρδίου
- Αγγειογραφία στεφανιαίων αγγείων
Με τις παραπάνω μεθόδους διάγνωσης καθορίζεται το στάδιο της καρδιακής ανεπάρκειας στο οποίο ανήκει ο ασθενής, ώστε να είναι σε θέση ο πάροχος υγείας να τον παραπέμψει στην κατάλληλη θεραπεία.
Τα τέσσερα στάδια της καρδιακής ανεπάρκειας είναι τα εξής (συμβολίζονται με τα λατινικά γράμματα A, B, C και D) :
Στάδιο Α: Το άτομο εμφανίζει παράγοντες κινδύνου, αλλά δεν παρουσιάζει συμπτώματα.
Στάδιο Β: Πάσχει από κάποια ασθένεια στην καρδιά, αλλά δεν εμφανίζει συμπτώματα καρδιακής ανεπάρκειας.
Στάδιο C: Εμφανίζει συμπτώματα καρδιακής ανεπάρκειας.
Στάδιο D: Καρδιακή ανεπάρκεια η οποία απαιτεί κατάλληλη θεραπεία.
Η παραπάνω κατηγοριοποίηση γίνεται από το American College of Cardiology και το American Heart Association.
Θεραπεία
Η θεραπευτική μέθοδος που θα ακολουθηθεί έχει ως στόχο τη σταθεροποίηση της κατάστασης του ασθενή και τον περιορισμό των συμπτωμάτων. Η κατάσταση δεν μπορεί να ανατραπεί. Αρχική σύσταση του ιατρού προς τον ασθενή είναι η υιοθέτηση ενός πιο υγειούς τρόπου ζωής. Πέρα από αυτές τις αλλαγές, υπάρχουν και φαρμακευτικές αγωγές, καθώς και χειρουργικές επεμβάσεις, στις οποίες υποβάλλονται οι ασθενείς. Αυτά εξαρτώνται από το στάδιο, τα συμπτώματα και τη βαρύτητα της κατάστασης του ασθενή.
Στις φαρμακευτικές θεραπείες ανήκουν ουσίες όπως τα διουρητικά, τα οποία βοηθούν στην αποβολή υγρού από το σώμα μας. Η αποβολή υγρού από τους πνεύμονες βοηθάει τον ασθενή στην αναπνοή του.
Στις χειρουργικές θεραπευτικές παρεμβάσεις περιλαμβάνονται οι εξής:
- Επέμβαση παράκαμψης της στεφανιαίας αρτηρίας (bypass)
- Μεταμόσχευση καρδιάς
- Επέμβαση επιδιόρθωσης ή αντικατάστασης βαλβίδας
- Επέμβαση εμφύτευσης απινιδωτή
Πρόληψη
Η πρόληψη της καρδιακής ανεπάρκειας περιλαμβάνει, αρχικά, τη θεραπεία και τον καλό έλεγχο όλων εκείνων των παθολογικών καταστάσεων, τα οποία αυξάνουν τον κίνδυνο για την εμφάνιση του συνδρόμου αυτού. Τέτοιες παθολογικές καταστάσεις είναι η υπέρταση, οι παθήσεις των στεφανιαίων αρτηριών, ο διαβήτης κ.τ.λ.
Επίσης, η υιοθέτηση ενός πιο υγιεινού τρόπου ζωής προλαμβάνει την καρδιακή ανεπάρκεια. Τέτοιες αλλαγές περιλαμβάνουν την αποφυγή λιπαρών φαγητών, καπνίσματος, κοκαΐνης και αλκοόλ. Συχνή σωματική άσκηση και αποφυγή του στρες συμβάλουν προς αυτήν την κατεύθυνση. Υπάρχουν, βέβαια, και ορισμένοι παράγοντες κινδύνου, τους οποίους δεν μπορούμε να ρυθμίσουμε, όπως η ηλικία και το οικογενειακό ιστορικό.
Πρόγνωση
Η καρδιακή ανεπάρκεια είναι μία κατάσταση η οποία, αν και δεν μπορεί να ανατραπεί, είναι δυνατόν να ρυθμιστεί και να περιοριστεί. Η πρόγνωση εξαρτάται από διάφορους παράγοντες, όπως η ηλικία, το φύλο, η βαρύτητα των συμπτωμάτων, η ανταπόκριση και η συνέπεια του ασθενή στη θεραπεία. Σύμφωνα με μία έρευνα, οι ασθενείς με καρδιακή ανεπάρκεια έχουν ένα προσδόκιμο ζωής μικρότερο κατά 10 χρόνια σε σύγκριση με το φυσιολογικό. Αντίθετα, άλλη έρευνα υποστηρίζει ότι το προσδόκιμο ζωής κυμαίνεται από 3 μέχρι 20 χρόνια από τη στιγμή εισαγωγής στο νοσοκομείο.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Heart Failure (Symptoms & Causes), Mayo Clinic, διαθέσιμο εδώ
- Heart Failure (Diagnosis & Treatment), Mayo Clinic, διαθέσιμο εδώ
- Congestive Heart Failure, Cleveland Clinic, διαθέσιμο εδώ
- Congestive Heart Failure, National Library of Medicine, διαθέσιμο εδώ
- What is heart failure, American Heart Association, διαθέσιμο εδώ