24 C
Athens
Δευτέρα, 16 Σεπτεμβρίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΟ ρόλος του Στρατιωτικού Συνδέσμου για τη σύγχρονη ελληνική κοινωνία

Ο ρόλος του Στρατιωτικού Συνδέσμου για τη σύγχρονη ελληνική κοινωνία


Της Βερονίκης Στεριώτη,

Είναι αναμφίβολο το γεγονός πως κατά την τελευταία δεκαετία του 19ου αιώνα, η Ελλάδα ήρθε αντιμέτωπη με σοβαρά οικονομικά προβλήματα. Μετά την πτώχευση του 1893 και την επιβολή του Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου το 1898, η κρίση αυτή εντάθηκε ακόμη περισσότερο στις αρχές του 20ου αι. Αυτό οφείλεται προ πάντων στις συνέπειες της διεθνής οικονομικής ύφεσης, οι οποίες αφορούσαν, μεταξύ άλλων, τις δυσκολίες διάθεσης των ελληνικών αγροτικών προϊόντων στις ξένες αγορές αλλά και τον περιορισμό εμβασμάτων Ελλήνων μεταναστών από την Αμερική και την Αίγυπτο. Παράλληλα, η πολιτική ηγεσία στεκόταν αδύναμη να διαχειριστεί ορθά και αποτελεσματικά τις διεθνείς διεκδικήσεις, ενώ συχνά κατηγορούνταν για αδράνεια μπροστά στις προκλήσεις που δεχόταν συστηματικά. Αποτέλεσμα των παραπάνω αποτελεί ο πόλεμος του 1897, καθώς και η επικράτηση μιας πολιτικής αστάθειας που πολύ γρήγορα προκάλεσε πλήθος αντιδράσεων. Οι κυβερνήσεις σύντομης θητείας ανέρχονταν στην εξουσία η μία μετά την άλλη, χωρίς όμως να έχουν εκτελέσει κάποιο σημαντικό έργο για την επίλυση του προβλήματος κατά την εξουσία τους, δημιουργώντας έτσι μια κατάσταση δυσαρέσκειας στην ελληνική κοινωνία.

Σύμβολο του στρατιωτικού συνδέσμου. Πηγή εικόνας: commons.wikimedia.org

Η εκδήλωση της κρίσης αυτής, οδήγησε σταδιακά στην μείωση του κύρους πολιτικών και μοναρχίας. Στις συνθήκες αυτές, αμφισβήτησης, δημιουργήθηκε, τον Μάιο του 1909, ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος. Πρόκειται για μια μυστική στρατιωτική οργάνωση, η οποία διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στην ελληνική πολιτική σκηνή της εν λόγω εποχής. Ιδρύθηκε από αξιωματικούς του ελληνικού στρατού τον Ιούνιο του 1909. Υπό τον ταγματάρχη Γεώργιο Σ. Καραϊσκάκη, ο οποίος φαίνεται πως ήταν απόγονος του στρατηγού της Ρούμελης, τον Θεόδωρο Πάγκαλο και τον Επαμεινώνδα Ζυμβρακάκη. Στην ομάδα των δύο τελευταίων υπαξιωματικών συμμετείχαν και ο Νικόλαος Πλαστήρας αλλά και ο Γεώργιος Κονδύλης. Έτσι, στις 25 Ιουνίου, 181 στρατιωτικοί συγκεντρώθηκαν στο σπίτι του υπολοχαγού Χρήστου Χατζημιχάλη με σκοπό την σύνταξη προγραμματικών αρχών. Κύριοι στόχοι της οργάνωσης ήταν πρωτίστως η αναδιοργάνωση του στρατού και του ναυτικού, η καταπολέμηση της διαφθοράς και η εξάλειψη της ευνοιοκρατίας στον στρατό και την δημόσια διοίκηση, καθώς και η βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης και εργασίας για τους αξιωματικούς. Γενικότερα είναι γνωστό πως τα μέλη και οι ιδρυτές του Συνδέσμου ήταν εμφανώς δυσαρεστημένοι τόσο για το ότι η Βασιλική οικογένεια προωθούσε τους δικούς της ευνοούμενους στο στράτευμα, όσο και για την δυσχερή κατάσταση που επικρατούσε στις ένοπλες δυνάμεις. Αρχικά, λοιπόν, βλέποντας πως τα αιτήματα της οργάνωσης ήταν ισχυρά, η πολιτική ηγεσία προχώρησε σε διαπραγματεύσεις με τον Σύνδεσμο, και προσπάθησε ακόμη να προβεί σε σύλληψη των μελών του. Ο Σύνδεσμος αντέδρασε, αναθέτοντας την αρχηγία του στον συνταγματάρχη Νικόλαο Ζορμπά, ενώ προχώρησε στις 15 Αυγούστου στην εκδήλωση κινήματος με κέντρο το στρατόπεδο στο Γουδί της Αθήνας, σηματοδοτώντας έτσι την σημαντικότερη δράση του. Η εξέγερση αυτή είχε ως αποτέλεσμα την ανατροπή της τότε κυβέρνησης του Δημητρίου Ράλλη, καθώς και την ανάδειξη μιας νέας πολιτικής ηγεσίας με την υπόσχεση πως θα υλοποιούνταν οι μεταρρυθμίσεις που ζητούσαν οι στρατιωτικοί.

Κύριο αίτημα του Συνδέσμου ήταν η αναδιοργάνωση των ενόπλων δυνάμεων, πράγμα που σήμαινε την απομάκρυνση, ουσιαστικά, από το στράτευμα του διαδόχου του Κωνσταντίνου, όπως και των άλλων γιών του βασιλιά. Αφού το ζήτημα αυτό ικανοποιήθηκε, η ηγεσία του κινήματος προχώρησε και σε κάποια ακόμη αιτήματα που αφορούσαν μεταρρυθμίσεις στην διοίκηση του κράτους, στην οικονομία, στην δικαιοσύνη, καθώς και στην εκπαίδευση. Οι στόχοι της οργάνωσης υιοθετήθηκαν από την ελληνική κοινωνία, γεγονός που καθιστά το κίνημα του 1909 «καταλύτη» γενικότερων λαϊκών αιτημάτων που είχαν ως κύριο στόχο τον εκσυγχρονισμό του κράτους. Πραγματοποιήθηκε ακόμη και συλλαλητήριο, οργανωμένο από τον Σύνδεσμο, στις 14 Σεπτεμβρίου 1909, στο οποίο ο ελληνικός λαός εξέφραζε την υποστήριξη του προς το κίνημα. Ωστόσο, μετά από αποτυχημένη προσπάθεια να υλοποιήσει τις επιδιώξεις του μέσω της κυβέρνησης Μαυρομιχάλη, ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος κάλεσε τον Ελευθέριο Βενιζέλο να αναλάβει την πολιτική ηγεσία. Ο ίδιος, κατέφθασε από την Κρήτη στην Αθήνα και ανέλαβε την πρωθυπουργία τον Οκτώβριο του 1910, με την υπόσχεση να προωθήσει τις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις. Έτσι λοιπόν, υποστηριζόμενος από την στρατιωτική οργάνωση, προχώρησε στην αναδιοργάνωση στρατού και ναυτικού, που αποτελούσε και το ζητούμενο, στην βελτίωση της δημόσιας διοίκησης, αλλά και στην ενίσχυση της οικονομίας και των υποδομών της χώρας.

Ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος είχε ευρεία λαϊκή υποστήριξη, γεγονός το οποίο αποτυπώθηκε και στην τέχνη της εποχής. Πηγή εικόνας: mixanitouxronou.gr

Έχοντας υλοποιήσει τις περισσότερες από τις απαιτήσεις του και μετά την άνοδο του Βενιζέλου στην εξουσία, ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος διαλύθηκε επίσημα το 1910, με τον ρόλο του πλέον ολοκληρωμένο και επιτυχημένο. Άφησε ωστόσο, πίσω του μια κληρονομιά βαθιών πολιτικών και στρατιωτικών μεταρρυθμίσεων, οι οποίες με την σειρά τους συνέβαλαν στην σταθεροποίηση και την ανάπτυξη που τόσο είχε ανάγκη η Ελλάδα στις αρχές του 20ου αιώνα. Εξάλλου, οι ίδιες οι ενέργειες του Συνδέσμου άνοιξαν τον δρόμο για την ανάδειξη του Ελευθερίου Βενιζέλου ως ηγετική πολιτική μορφή της εποχής. Μπορούμε με σιγουριά, λοιπόν να διακρίνουμε πως το στρατιωτικό αυτό κίνημα διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στην σύγχρονη ελληνική κοινωνία και πώς αδιαμφισβήτητα υπήρξε από τα σημαντικότερα και αποτελεσματικότερα βήματα για την ανάπτυξη αυτής, όπως την γνωρίζουμε σήμερα.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Αντώνης Μωυσίδης, Σπύρος Σακελλαρόπουλος (2010), Η Ελλάδα στον 19ο&20ο αιώνα, Αθήνα: Εκδόσεις Τόπος
  • Από τη Χρεοκοπία στο Στρατιωτικό Κίνημα στο Γουδί (1893-1909), filologika.gr, Διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Βερονίκη Στεριώτη, Β' Αρχισυντάκτρια Ιστορίας
Βερονίκη Στεριώτη, Β' Αρχισυντάκτρια Ιστορίας
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 2003. Είναι προπτυχιακή φοιτήτρια του τμήματος Επικοινωνίας και Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης του Πανεπιστημίου Αθηνών. Γνωρίζει αγγλικά και γαλλικά. Εργάζεται ως δασκάλα αγγλικών και απολαμβάνει την ανάγνωση λογοτεχνικών βιβλίων και τα ταξίδια.