Της Μάρας Βιτσαξάκη,
Το Κοράκι αποτελεί το διασημότερο ποίημα του Πόε. Δημοσιεύτηκε το 1845 και γνώρισε αμέσως επιτυχία. Διακρίνεται για τον σουρεαλισμό και τη μεταφυσική του ατμόσφαιρα. Ακόμη, είναι εξαιρετικά μακροσκελές.
Το ποίημα ξεκινάει με τον αφηγητή που, απορροφημένος στην ανάγνωση ενός βιβλίου, διακόπτεται από ένα σιγανό χτύπημα στην πόρτα του. Αφού ανοίξει την πόρτα για να ελέγξει, διαπιστώνει ότι δε βρίσκεται κανείς από πίσω της και πως στην πραγματικότητα το χτύπημα προέρχεται από το παράθυρό του. Ανοίγει το παράθυρο και, προς μεγάλη του έκπληξη, εισβάλλει απρόσκλητο στο δωμάτιο ένα κοράκι.
Καταρχάς, το κοράκι χρησιμοποιείται διότι συμβολίζει τον θάνατο. Ταυτοχρόνως, όμως, εδώ, συμβολίζει την παράνοια η οποία προκαλείται απ’ τον θάνατο ενός αγαπημένου προσώπου, εν προκειμένω ο άνδρας ήταν ερωτευμένος με μια κοπέλα που πέθανε. Το γεγονός ότι ο άνθρωπος ανέμενε ο χτύπος να έρχεται απ’ την πόρτα, αλλά τελικά αιφνιδιάστηκε καθώς ακουγόταν απ’ το παράθυρο, συμβολίζει πρωτίστως την αναπάντεχη κι άκρως απρόβλεπτη έλευση του θανάτου και κατά δεύτερον, την πολυσυνθετότητα του ανθρώπινου εγκεφάλου. Ο άνθρωπος δύναται να αποτρελαθεί και να χάσει τα λογικά του εξαπίνης κι ακόμα συχνά κάποιος ενδέχεται να υπολογίζει ότι η συνθήκη αυτή θα προκληθεί από ένα συγκεκριμένο, αναμενόμενο γεγονός, όμως εν τέλει ο νους του τον εξαπατά και προτού καν το αντιληφθεί, έχει ήδη ανοίξει το παράθυρο κι έχει καλωσορίσει την τρέλα. Ενδεχομένως το παράθυρο, καθώς βρίσκεται μέσα στο σπίτι —και μάλιστα στη δεδομένη περίπτωση τοποθετείται μάλλον και προς τα πίσω δωμάτια—, να συμβολίζει και τις σκέψεις που αναδύουν απ’ το υποσυνείδητο κι ενώ φωλιάζουν για χρόνους εκεί μέσα, ξάφνου σε συνδυασμό με μια αφορμή, μεταλλάσσονται κι εμφανίζονται όχι μόνο με τη μορφή της παράνοιας αλλά και άλλων ψυχικών ασθενειών.
Στη συνέχεια, το κοράκι γατζώνεται στην προτομή της αρχαιοελληνικής θεάς, Αθηνάς Παλλάδας, η οποία συμβολίζει τη σοφία και τη λογική. Η εικόνα αυτή εμφανώς απεικονίζει τη λογική του άνδρα που απειλείται απ’ το κοράκι —δηλαδή τον θάνατο της αγαπημένης του— και το ότι ο νους του διολισθαίνει σταδιακά στην τρέλα.
Ο άνδρας πέφτει σ’ ένα παραλήρημα καθώς συνειδητοποιεί ότι κινδυνεύει να χάσει τα λογικά του κι εμφανίζεται να αυταπατάται και να βρίσκεται σε πλήρη άρνηση, παραγνωρίζοντας την πραγματικότητα κι εναποθέτοντας όλες του τις ελπίδες στην αποχώρηση του κορακιού, χαρακτηριστικά του λέει «Την αυγή θα φύγεις πάλι σαν ελπίδα που περνά», υπαινίσσοντας ότι το κοράκι —δηλαδή ο παραλογισμός— τον έχει επισκεφτεί ξανά, όμως δεν παρέμεινε ποτέ μαζί του. Η προκειμένη πρόταση θα σχολιαστεί περισσότερο παρακάτω. Το κοράκι όμως, απαντάει «Ποτέ πια!», φράση την οποία προσφέρει ως απάντηση σε κάθε ελπιδοφόρα πρόταση του άνδρα. Είναι οι μόνες λέξεις που εκφέρει και βρίσκονται εκεί για να κλιμακώνουν το ποίημα και τις φιλοδοξίες του άνδρα να ευτυχήσει πάλι και να επιστρέψει στη λογική του, καθώς κάθε φορά που ειπώνονται πυροδοτούν περαιτέρω την απελπισία του, με αποτέλεσμα ως μορφή άρνησης της πραγματικότητας, να εντείνονται και οι ελπίδες του να ανακάμψει.
Ο άνδρας φαντάζεται ή βλέπει σαν παραίσθηση ότι αγκαλιάζει ξανά την αγαπημένη του, όμως δε μπορεί να παρηγορηθεί με τίποτα. Οι αναμνήσεις του δεν αρκούν για να τη διατηρήσουν ζωντανή και καθώς δεν έχουν υλική υπόσταση, το μόνο που κατορθώνουν είναι να του διογκώνουν τον πόνο του. Είναι αδύνατον να παρηγορηθεί απ’ τις στιγμές που κάποτε μοιράστηκαν κι επικεντρώνεται στον απότομο χαμό τους. Όσο και να την κρατάει ζωντανή στη μνήμη του, στην πραγματικότητα είναι νεκρή και δε θα την ξανά αγγίξει ποτέ πια.
Μέσα σε πλήρη απόγνωση ρωτάει αναστατωμένος το κοράκι τον τρόπο που μπορεί να απαλλαγεί απ’ τον αβάσταχτο πόνο της απώλειας. Αναρωτιέται αν μέσω της μέθης ή της αντικατάστασης της αγαπημένης του, ή ενδεχομένως να διερωτάται —αν και αυτό είναι ασαφές— μήπως τελικά μόνο ο ίδιος ο θάνατος κατορθώσει να τερματίσει τον πόνο του. Παρ’ όλα αυτά, σ’ όλες τις επιλογές διαφυγής το κοράκι απλώς του απαντάει «Ποτέ πια!».
Το μαρτύριο του άνδρα είναι ανίατο. Όσο και με όποιο μέσο κι αν προσπαθεί να αποβάλει τη συνειδητότητά του, ο πόνος του είναι βαθύτερος απ’ αυτήν. Τόσο βαθύτερος που ακόμα κι αν την αφαιρέσει ολοκληρωτικά, ο πόνος του θα παραμείνει. Η απώλεια που αισθάνεται έχει προκαλέσει ένα ψυχικό κενό που μόνο η παράνοια μπορεί να το γεμίσει και να το «ιάσει». Η μοναδική μορφή έλλειψης συνειδητότητας που είναι ικανή να του απαλύνει τον πόνο, είναι τελικά το να παραλογιστεί τελείως.
Στο τέλος του ποιήματος αφού ο άνδρας διώχνει το κοράκι κι εκείνο επιμένει και δε φεύγει, εν τέλει ο πρώτος αποδέχεται ότι μαζί με τον χαμό της αγαπημένης του, θα αναγκαστεί να βιώσει και τον χαμό της λογικής του. Έτσι, το ποίημα λήγει με τη φράση «Δε θα φύγει ποτέ πια!».
Το πένθος που βιώνει ο άνδρας είναι τόσο βαρύ που αισθάνεται πως η ζωή του έχει τελειώσει. Κι ίσως πράγματι έτσι να είναι για εκείνον. Δεν είναι απλώς ότι αδυνατεί να προχωρήσει τη ζωή του, είναι ότι δεν επιθυμεί να το κάνει. Αισθάνεται ότι το νόημα και λόγος της ύπαρξής του έχουν εκλείψει. Πιθανόν ακόμη να θεωρεί ότι εφόσον η αγαπημένη του Ελεονόρα πέθανε, εκείνος την προδίδει εάν εξακολουθήσει να ζει. Έχοντας βασίσει όλη του τη ζωή πάνω της, είναι αδιανόητο τώρα να παραμείνει σ’ αυτήν. Ακόμα κι αν παραμείνει, σίγουρα δε θα είναι με τον τρόπο που παρέμενε πριν.
Επιπλέον, είναι ασαφές εάν πέθανε και ο ίδιος, όμως το πιθανότερο είναι ότι μεταμοφώθηκε απλώς στη σκιά του προηγούμενού του εαυτού και ήταν εν είδει ζωντανός καθώς ψυχικά «φυτοζωούσε». Κατά πάσα πιθανότητα, εξακολούθησε να ζει με τη μορφή ενός φαντάσματος που είχε στοιχειώσει τον ίδιο του τον εαυτό και μάλλον παρέμεινε στη ζωή είτε από συνήθεια, είτε λόγω της «αδυναμίας» του να αποχωρήσει οικειοθελώς, είτε διότι ίσως στην πραγματικότητα, η ψυχή του να αποζητούσε το μαρτύριο. Συγκεκριμένα, στην προαναφερθείσα φράση του, αποκάλεσε την παράνοια «ελπίδα». Επομένως, ο άνδρας στην πραγματικότητα αναζητά την τρέλα. Και αυτό γιατί μέσω της τρέλας και μόνο είναι πλέον ικανός να υπάρξει. Πρέπει να διαλέξει αν θα χάσει τη λογική του ή τη ζωή του, καθώς αυτά τα δύο είναι ανίκανα πια να συνυπάρχουν μέσα του.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓH
- Το κοράκι του Έντγκαρ Άλαν Πόε, ebooks4greeks.gr, διαθέσιμο εδώ.