Της Ευτυχίας Δανίδου,
Η ασφάλιση μπορεί, αρχικά, να είναι κοινωνική, η οποία βασίζεται στο νόμο και προστατεύεται από το άρθρο 22 παρ. 5 του Συντάγματος ή ιδιωτική, η οποία βασίζεται στην κατάρτιση σύμβασης. Η ειδοποιός διαφορά, άρα, συνίσταται στην επιρροή που ασκεί η βούληση των μερών στην ιδιωτική ασφάλιση, σε αντίθεση με την κοινωνική.
Χαρακτηριστικά ιδιωτικών ασφαλιστικών συμβάσεων
Η ιδιωτική ασφάλιση ρυθμίζεται από τον Ασφαλιστικό Νόμο και συνιστά μία επώνυμη, ενοχική και αμφοτεροβαρής σύμβαση. Ο ασφαλιστής αναλαμβάνει την υποχρέωση της παροχής, της ασφαλιστικής κάλυψης, ενώ ο ασφαλισμένος (λήπτης της ασφάλισης) αναλαμβάνει την υποχρέωση να καταβάλλει το ασφάλιστρο (γνήσια αντιπαροχή). Στοιχείο, ακόμη, της ασφαλιστικής σύμβασης συνιστά ο μακρύς χρόνος διαρκείας της, πρόκειται για σύμβαση διαρκείας και επιπλέον πρόκειται για εμπορική δραστηριότητα όσον αφορά τον ασφαλιστή. Όσον αφορά τον ασφαλισμένο, θεωρείται εμπορική όταν καλύπτει επαγγελματικές του ανάγκες και θεωρείται «σύμβαση προσχώρησης» όταν ενεργεί ως καταναλωτής καθώς πρέπει να συμφωνήσει χωρίς περιθώριο διαπραγμάτευσης στους Γενικούς Ασφαλιστικούς Όρους.
Κύριο στοιχείο της ιδιωτικής ασφαλιστικής σύμβασης είναι η έννοια του κινδύνου, η αβέβαιη/ενδεχόμενη, δηλαδή, επέλευση ενός περιστατικού, συνήθως επιβλαβούς, το οποίο ενεργοποιεί την υποχρέωση του ασφαλιστή να αποκαταστήσει χρηματικά την ενδεχόμενη ζημία, να παρέχει ασφαλιστική κάλυψη.
Προκειμένου να καταρτιστεί η σύμβαση ασφαλίσεως πρέπει να πληρούνται οι γενικές προϋποθέσεις του Αστικού Κώδικα για τις αμφοτεροβαρείς ενοχικές συμβάσεις και επιπρόσθετα πρέπει να υπάρχει σύμπτωση δηλώσεων βουλήσεως στα στοιχεία που ορίζει ο ασφαλιστικός νόμος στο Άρθρο 1 παρ. 2. Τα στοιχεία αυτά είναι η διάρκεια, τα στοιχεία των συμβαλλομένων, το πρόσωπο ή το αντικείμενο που ασφαλίζεται, το είδος του κινδύνου, το ασφαλιστικό ποσό, εξαιρέσεις, το ασφάλιστρο και το εφαρμοστέο δίκαιο.
Διακρίσεις ιδιωτικών ασφαλιστικών συμβάσεων
Οι ιδιωτικές ασφαλίσεις διακρίνονται σε διάφορες κατηγορίες. Ανάλογα με την υποχρεωτικότητα της κατάρτισής του διακρίνονται σε προαιρετικές ή σε υποχρεωτικές (εκ του νόμου) όπως η ασφάλιση αστικής ευθύνης από αυτοκινητικά ατυχήματα. Επίσης, υπάρχουν ασφαλίσεις προσώπων και ασφαλίσεις περιουσιακών στοιχείων, ενώ ανάλογα με την φύση της ασφαλιστικής κάλυψης διακρίνονται σε ασφαλίσεις ζημιών (ενεργητικού και παθητικού) και σε ασφαλίσεις ποσού. Οι ασφαλίσεις ζημιών εξαρτώνται από την έκταση της ζημίας, ενώ στις ασφαλίσεις ποσού καταβάλλεται ένα συγκεκριμένο ποσό σε κάθε περίπτωση, το οποίο είχε συμφωνηθεί εξ αρχής.
Με κριτήριο, επιπλέον, την ιδιότητα του λήπτη διακρίνουμε σε καταναλωτικές, όταν επιδιώκει να καλύψει βιοτικές του ανάγκες και σε επαγγελματικές, όταν καλύπτει εμπορικές ή επαγγελματικές ανάγκες, ενώ ανάλογα με τον αριθμό των ασφαλιστικών σχέσεων διακρίνουμε σε ατομικές και ομαδικές. Το είδος του κινδύνου διαχωρίζει, ακόμη, τις ασφαλιστικές συμβάσεις σε χερσαίες, θαλάσσιες και αεροπορικές και τέλος το περιεχόμενο της συμβάσης διακρίνει σε γνήσιες ασφαλίσεις, όταν ο ασφαλιστής έχει την υποχρέωση να καταβάλλει χρήματα ή διαφορετική, ειδικά συμφωνημένη, παροχή και στις, ειδικά ρυθμιζόμενες, ασφαλίσεις με επενδυτικά στοιχεία.
Βασικά είδη ιδιωτικών ασφαλιστικών συμβάσεων
Ασφάλιση οχήματος
Η ασφάλιση οχήματος είναι υποχρεωτική εκ του νόμου τόσο για την μετακίνηση στα σύνορα της χώρας όσο και εντός Ευρωπαϊκής Ένωσης και απαιτείται η έκδοση πράσινης κάρτας. Παράγοντες που λαμβάνονται υπόψη για την κατάρτιση της σύμβασης είναι η περιοχή στην οποία μετακινείται το όχημα, τα ποσοστά ατυχημάτων που σημειώνονται στην περιοχή, η παλαιότητα του οχήματος, η ηλικία του ασφαλισμένου, έως 21 ετών και άνω των 70 ετών οφείλεται επασφάλιστρο, στην πρώτη περίπτωση λόγω απειρίας, στην δεύτερη λόγω μειωμένης οδηγικής αντίληψης. Τέλος, λαμβάνεται υπόψη το bonus malus, δηλαδή οι ασφαλιστικές εντοπίζουν το ιστορικό των ζημιών που έχει προκαλέσει ένα όχημα και επιβραβεύουν με εκπτώσεις τους οδηγούς που δεν προκαλούν ζημίες. Οι ασφαλίσεις οχημάτων καλύπτουν την αστική ευθύνη έναντι τρίτου, υλικές ζημίες, σωματικές ζημίες, νομική προστασία, κλοπή, ζημίες από πυρκαγιά ή άλλα καιρικά και φυσικά φαινόμενα.
Ασφάλιση ζωής
Η ασφάλιση ζωής κάποιου προσώπου σε περίπτωση θανάτου του έχει ως σκοπό την οικονομική εξασφάλιση τρίτων προσώπων, της οικογένειας του ασφαλισμένου. Ο λήπτης ορίζει γραπτώς τον δικαιούχο και το ασφάλισμα θεωρείται μέρος της κληρονομιάς του. Επιπλέον, ο ασφαλισμένος να υποβάλλει αίτηση για την πρόωρη διακοπή της ασφάλισης. Σε αυτή την περίπτωση θα πρέπει να εξαγοράσει το ασφαλιστήριο, στην εξαγορά υπολογίζονται οι συνολικές δαπάνες που επιβαρύνουν τον ασφαλιστή, το συνολικό ποσό που θα καταβληθεί στον ασφαλισμένο καθώς και τα ασφάλιστρα αποταμίευσης που είχαν καταβληθεί από αυτόν.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Αχιλλέας Μπεχλιβάνης – Έφη Τζίβα, Δίκαιο Εμπορικών Δικαιοπραξιών, Εκδόσεις Σάκκουλα, 2022
- Νεβίλα Μπράζντι, «Σύμβαση ιδιωτικής ασφάλισης: Νομική προσέγγιση και περιπτωσιολογία», Πτυχιακή Εργασία, Πανεπιστήμιο Πατρών, Σχολή Οικονομικών Επιστημών και Διοίκησης Επιχειρήσεων. Διαθέσιμη εδώ.