24 C
Athens
Δευτέρα, 16 Σεπτεμβρίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΤο Ιερό των Μεγάλων Θεών στη Σαμοθράκη (Μέρος Α΄): Μια σύντομη περιήγηση...

Το Ιερό των Μεγάλων Θεών στη Σαμοθράκη (Μέρος Α΄): Μια σύντομη περιήγηση στα κτίσματά του


Της Θεοδώρας Αλικάκου,

Το νησί της Σαμοθράκης αποτέλεσε τη βάση των ναυτικών και τον τόπο συνάντησης θεών και θνητών στην αρχαιότητα. Ειδικότερα, ο Ποσειδώνας παρακολουθούσε από τις κορυφές της τον Τρωικό πόλεμο, εκεί οι Αργοναύτες ζήτησαν να μυηθούν προς το δρόμο τους για την Κολχίδα και το χρυσόμαλλο δέρας, ενώ ο Οδυσσέας σταμάτησε στη Σαμοθράκη κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του. Αλλά και ο Αινείας για να πάρει μαζί τους Πενάτες στην Τροία. Από εκεί προήλθε και ο Δάρδανος, γιος του Δία. Η Σαμοθράκη είχε εξέχουσα θέση στις θαλάσσιες επικοινωνίες του βόρειου Αιγαίου χάρις στην πλεονεκτική γεωγραφική της θέση, στη μέση του Θρακικού πελάγους. Ακόμη, η φήμη των Μεγάλων Θεών και ο μυστηριακός χαρακτήρας της λατρείας τους ξεχώρισαν το νησί και προσέλκυαν πολλούς επισκέπτες.

Το ιερό των Μεγάλων Θεών βρισκόταν σε ύψωμα κοντά στην αρχαία πόλη της Σαμοθράκης (τη σημερινή Παλαιόπολη) και ήταν στραμμένο προς τη θάλασσα. Παρά τη γειτνίασή του με την πόλη δεν ήταν το επίσημο ιερό της πόλης – κράτους αλλά είχε διεθνή χαρακτήρα. Η αρχαιότερη ένδειξη ύπαρξης του μαρτυρείται τον 7ου αιώνα π.Χ. Το ιερό παρέμεινε ζωντανό αλλά με τοπική εμβέλεια μέχρι το δεύτερο μισό του 4ου αιώνα π.Χ. όταν τα ενδιαφέροντα της μακεδονικής βασιλείας έφεραν το ιερό ταχέως στο φως της δημοσιότητας στη διεθνή αρένα.

Το ιερό περιλαμβάνει μια σειρά κτισμάτων, τα οποία έρχονται σε συνάρτηση με το είδος της λατρείας και των μυστηρίων που τελούνταν. Συγκεκριμένα, υπήρχαν τα ακόλουθα κτίσματα:

Θεατρικός κύκλος (τέλη 5ου–αρχές 4ου π.Χ.): Πρόκειται για το κέντρο της τελετουργικής δραστηριότητας για πάνω από 500 χρόνια. Σώζονται μόνο τρεις σειρές βημάτων και πέντε στρώματα ομόκεντρων ασβεστολιθικών σκαλοπατιών, ενώ είναι στρωμένο με πέτρες από ανδεσίτη. Πραγματοποιήθηκε μεγάλη ανακαίνιση κατά το α΄ μισό του 4ου αι. π.Χ. Ο κλειστός στρόγγυλος χώρος υποδηλώνει ότι οι τελετές που εκτελούνταν μέσα του μπορεί να περιλάμβαναν χορό, θέατρο, τραγούδι ή και θυσίες. Καμιά γραπτή πηγή δε περιγράφει τις ενέργειες που γίνονταν εκεί.

Πηγή εικόνας: odysseus.culture.gr / Δικαιώματα χρήσης: Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού. ΙΘ΄ ΕΠΚΑ

Αίθουσα αναθημάτων: Σύμφωνα με τον Lehmann το κτίριο λειτουργούσε ως μια αρχαϊκή δομή για την έκθεση των αναθημάτων στους Μεγάλους Θεούς. Ενώ ο Roux υποστηρίζει ότι ήταν τραπεζαρία. Από την άλλη υπήρχε και Ανάκτορο-ιερή οικία: Συνίσταται από τρεις ορθογώνιες κατασκευές οι οποίες πιθανόν να εξυπηρετούσαν τον ίδιο σκοπό. Στο νότιο τμήμα της ορθοστατικής δομής βρέθηκαν κατάλοιπα από θυσία. Βόρεια της ορθοστατικής δομής όχι τόσο καλοδιατηρημένο βρίσκεται το πρώτο ανάκτορο. Υποθέτουμε ότι το πρώτο ανάκτορο επικοινωνούσε με τη θόλο αντικαθιστώντας την ορθοστατική δομή όταν καλύφθηκε από τη ροτόντα. Στις αρχές του 1ου αι. π.Χ. συνέβη καταστροφικός σεισμός που συνέτριψε το πρώτο ανάκτορο γι’ αυτό και ξανακτίστηκε. Στη βόρεια πλευρά του νέου ιερού το πάτωμα ήταν υπερυψωμένο σχηματίζοντας ένα εσωτερικό άδυτο στο οποίο σύμφωνα με τον Lehman επιτρεπόταν η είσοδος για τους προσκυνητές μετά τη μύηση.

Δωρική ροτόντα (τέλη 4ου αι. π.Χ.): Χτισμένη δυτικά και μικρότερη από τη μεταγενέστερη ροτόντα της Αρσινόης Β΄. Το πλακόστρωτο έδαφος αποκλείει τη χρησιμότητά του για ταφές. Εξαιτίας των ομοιοτήτων του με μνημειώδεις τάφους της κλασικής και ελληνιστικής Μ. Ασίας ο McCredie υποστηρίζει πως πρόκειται για κενοτάφιο. Έπειτα το τέμενος/κτίριο με τις χορεύτριες (340-330 π.Χ.) πήρε την ονομασία του από γυναίκες χορεύτριες που εικονίζονται στη ζωφόρο του κτιρίου. Κατά τον Lehmann πρόκειται για τέμενος, ενώ κατά τον McCredie για πρόπυλο. Αποτελείται από δύο δωμάτια με ένα ιωνικό πρόπυλο και δύο πτερά. Πιθανολογείται ότι εκεί τελούνταν τελετουργικοί χοροί και ετήσιο φεστιβάλ τελετουργικού δράματος. Κάθε πτυχή του κτιρίου υποδηλώνει ότι ήταν ανάθημα ενός πλούσιου και ισχυρού δωρητή, πιο πιθανόν ο Φίλιππος Β΄ Μακεδόνας, ο οποίος έδειξε μεγάλο ενδιαφέρον για το ιερό αφού γνώρισε εκεί τη μέλλουσα σύζυγο του Ολυμπιάδα. Οι δωρεές και τα αφιερώματα αντικατοπτρίζουν μια μεγάλη επένδυση πλούτου στο ιερό με σκοπό να πραγματοποιηθεί η επιθυμία της Μακεδονικής δυναστείας, να αναπτυχθεί το ιερό των μεγάλων θεών σε θρησκευτικό κέντρο.

Πηγή εικόνας: samothrace.emory.edu / Δικαιώματα χρήσης: Cindy Allenby

Ιερό (325 π.Χ.): Από θασιανό μάρμαρο, τοποθετημένο σε άξονα ΒΝ. Διπλή δωρική κιονοστοιχία από 6 κίονες. Στη γύρω περιοχή του ιερού βρέθηκε μια επιγραφή που απαγόρευε στους μη μυημένους να εισέλθουν στο ιερό. Το ιερό συγκέντρωνε μια σειρά από ασυνήθιστα αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά που πρέπει να ανταποκρίνονταν στις ανάγκες των μυστηρίων. Δύο σειρές από μαρμάρινα παγκάκια με ανάγλυφα πόδια λιονταριού βρίσκονταν στις άκρες των τοίχων για να κάθονται στις τελετές οι πιστοί. Άξιο αναφοράς είναι και η αφιέρωση των Φιλίππου Γ΄ και Αλεξάνδρου Δ΄ (323-317π.Χ.): Είναι κατασκευασμένο από δύο διαφορετικά είδη μαρμάρων (θασιανό και πεντελικό) και δύο διαφορετικά συνεργεία, διατηρώντας τοπικές παραδόσεις κατασκευής. Η δωρεά αυτού του μνημείου από τους Μακεδόνες βασιλείς ήταν μια απτή προσπάθεια να ενισχυθεί η νομιμότητα των φυσικών διαδόχων του. Σώζεται μια αφιερωματική περιγραφή με την εξής φράση: ΒΑΣΙΛΕ|ΙΣΦΙΛΙΠΠΟΣ|Α[ΛΕΞΑN]Δ[Ρ]|Ο[Σ ΘΕΟΙΣΜΕΓ]|Α[ΛΟΙΣ] (βασιλείς Φίλιππο και Αλέξανδρο προς τους Μεγάλους Θεούς), δωρεά από τους διαδόχους του Μ. Αλεξάνδρου: τον ημίαιμο αδερφό του Φίλιππο Γ΄ Αριδαίο και τον μικρό του γιο Αλέξανδρο Δ΄.

Ροτόντα της Αρσινόης Β΄ (288-270 π.Χ.): Αφιέρωμα από την Αρσινόη Β΄, Μακεδόνισσα πριγκίπισσα (βάσει σκαλισμένης επιγραφής στο επιστύλιο πάνω από τη πόρτα). Ήταν κατασκευασμένο από θασιανό μάρμαρο και είχε ύψος περίπου 12μ. Ο ρόλος που διαδραμάτιζε το κτίσμα ήταν ασαφής. Ίσως ήταν μέρος για θυσίες και συγκεντρώσεις κατά τις γιορτές. Το πρόπυλο του Πτολεμαίου Β΄ (285-281 π.Χ.): Λειτουργεί ως πύλη στο ιερό των Μεγάλων Θεών. Οι επιγραφές στα επιστύλια της ανατολικής και δυτικής πρόσοψης αναφέρουν «Ο βασιλιάς Πτολεμαίος γιος του Πτολεμαίου και της Βερονίκης προς τους Μεγάλους Θεούς» σημειώνοντας ότι ο Πτολεμαίος Β΄ ο Φιλάδελφος παρήγγειλε αυτό το μνημείο κατά τη βασιλεία του στην Αίγυπτο το 283-246 π.Χ. Στην εξωτερική πλευρά του πρόπυλου υπήρχε ιωνική κιονοστοιχία, ενώ στην εσωτερική υπήρχε κορινθιακή.

Θέατρο (3ος ή 2ος αι. π.Χ.): Εκεί λάμβαναν χώρα τελετουργικές παραστάσεις που σχετίζονταν με τα μυστήρια και την ετήσια εορτή του τόπου (Διονύσια ίσως). Επίσης, παρουσιάζονταν παραστάσεις με θέμα την μυθολογία της Σαμοθράκης σύμφωνα με τιμητικές επιγραφές που αναφέρονται σε ελληνιστικούς ποιητές και τα έργα τους για την ηρωική μυθολογία του ιερού των Μεγάλων Θεών και τις θεότητες που λατρεύονταν σε αυτό. Η σκηνή πιθανόν να ήταν μια προσωρινή κατασκευή από ξύλο. Το ανάθημα Μιλησίας (β΄ μισό 3ου αι. π.Χ.): Ασυνήθιστο κτίριο τριών δωματίων. Αποτελείται από ένα κεντρικό ανοικτό θάλαμο με εξάστυλη ιωνική πρόσοψη, η οποία παρέχει πρόσβαση στους μικρότερους θαλάμους κάθε πλευράς. Ίσως πρόκειται για μια μεγάλη τραπεζαρία. Σύμφωνα με μια επιγραφή που ανακαλύφθηκε στα μέσα του 19ου αιώνα προσδιορίζει ως δωρητή του κτιρίου μια γυναίκα από τη Μίλητο.

Μνημείο της Νίκης (α΄ μισό του 2ου αι. π.Χ.): Το άγαλμα συναποτελείται από τουλάχιστον 8 μέλη σκαλισμένα σε παριανό μάρμαρο, ενώ η βάση ήταν σκαλισμένη σε μπλε μάρμαρο από τη Ρόδο. Η βάση ήταν τοποθετημένη σε τέτοια οπτική γωνία ώστε το άγαλμα να είναι στραμμένο προς το ιερό. Φτάνει σε ύψος 5,57μ. Οι μελετητές παραμένουν διχασμένοι για το αν η Νίκη βρισκόταν σε ανοιχτό περίβολο ή σε στεγασμένο κτίριο, για την ημερομηνία αφιέρωσης, τον δωρητή και το γεγονός στο οποίο αναφέρεται. Αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα ελληνιστικής γλυπτικής. Βρέθηκε το 1863 από τον Γάλλο ερασιτέχνη αρχαιολόγο Champoiseau και εκτίθεται στο μουσείο του Λούβρου από το 1884.

Τέλος, υπήρχαν ακόμα ένας ορθογώνιος βωμός, νεώριο και μια μεγαλοπρεπής στοά. Φαίνεται ότι το ιερό ευνοήθηκε ιδιαίτερα από τους Μακεδόνες. Είναι γεγονός ότι η ανοικοδόμηση του ιερού κατά αυτόν τον τρόπο μας υποδηλώνει ότι εκεί διαδραματίζονταν τελετές με μυστηριακό χαρακτήρα. Όλα αυτά εξυπηρετούσαν τις λατρευτικές ανάγκες των πιστών.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Lehmann Karl (1998), Σαμοθράκη, Οδηγός των ανασκαφών και του μουσείου, Ινστιτούτο Καλών Τεχνών του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης, Θεσσαλονίκη
  • Βλαχόπουλος Ανδρέας Γ., Τσιαφάκη Δέσποινα (2017), Αρχαιολογία Μακεδονία και Θράκη, εκδόσεις Μέλισσα , Αθήνα
  • American Excavations Samothrace, samothrace.emory.edu, Διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Θεοδώρα Αλικάκου
Θεοδώρα Αλικάκου
Είναι απόφοιτος του τμήματος Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Διαχείρισης Πολιτισμικών Αγαθών και σπηλαιολόγος Α’ βαθμού. Έχει συμμετάσχει σε διάφορες ανασκαφές στην Ελλάδα και έκανε πρακτική άσκηση στην Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων. Γνωρίζει τρεις ξένες γλώσσες: αγγλικά, γαλλικά και ιταλικά. Στον ελεύθερό της χρόνο ασχολείται με τη σπηλαιολογία και την αστική εξερεύνηση. Κλάδοι που την ενδιαφέρουν: γεωαρχαιολογία, ενάλια αρχαιολογία, προϊστορία, γεωλογία, βιομηχανική αρχαιολογία, βιοσπηλαιολογία.