Της Χαράς Παπαϊωάννου,
Ο Κώδικας Χαμουραμπί, πρόκειται για ένα εκ των αρχαιότερων νομικών συνόλων. Εφαρμόστηκε από τον Βαβυλώνιο βασιλιά Χαμουραμπί και χρονολογείται περίπου το 1754 π.Χ. Έχει γραφτεί σε μια στήλη βασάλτη και αποτελείται από 282 νόμους που καλύπτουν το σύνολο της κοινωνικής και ιδιωτικής ζωής. Περιλαμβάνει ποινές για διάφορα αδικήματα, που αφορούν τους θεσμούς της οικογένειας, του εμπορίου αλλά και της εργασίας. Οι νόμοι αποσκοπούσαν στη διατήρηση της τάξης και της δικαιοσύνης στην κοινωνία. Προέβλεπαν ειδική προστασία για τις γυναίκες, τα παιδιά και τους σκλάβους και η αρχή «οφθαλμός αντί οφθαλμού» αποτελούσε ένα από τα βασικότερα γνωρίσματά τους, πράγμα που σημαίνει ότι οι ποινές έπρεπε να είναι ανάλογες με το έγκλημα.
Ο Κώδικας Χαμουραμπί είναι σημαντικός γιατί δείχνει πώς οι αρχαίες κοινωνίες προσπαθούσαν να οργανώσουν τη ζωή τους με κανόνες και νόμους. Αποτελεί, επίσης, πολύτιμη πηγή για την κατανόηση της Βαβυλωνιακής κοινωνίας και της αρχαίας Μέσης Ανατολής γενικότερα. Για να γίνει κατανοητή η λογική του πως αποδιδόταν η δικαιοσύνη με βάση των Κώδικα και τι ακριβώς αναφέρεται ως αναλογικό σύστημα ακολουθεί ως παράδειγμα ο νόμος 200. Σύμφωνα με εκείνον: «Αν κάποιος βγάλει το δόντι ενός ίσου, θα πρέπει να του βγάλουν το δόντι».
Ο Χαμουραμπί ήταν ο έκτος βασιλιάς της Παλαιάς Βαβυλωνιακής Αυτοκρατορίας και έμεινε γνωστός λόγω της προσπάθειάς του να κωδικοποιήσει τους νόμους που χαρακτήριζαν την βασιλεία του. Επεδίωξε ενεργά να δημιουργήσει μια συνεκτική και ολοκληρωμένη νομοθεσία που θα διασφάλιζε την τάξη και τη δικαιοσύνη στο βασίλειό του. Συνεπώς, ο Κώδικάς του αποτελεί μια από τις πρώτες γνωστές προσπάθειες στην ιστορία να καταγραφούν και να ενοποιηθούν οι νόμοι ενός κράτους. Οι νόμοι που περιλαμβάνονται στον κώδικα πιθανότατα έχουν γραφτεί από γραφείς και νομικούς της εποχής, οι οποίοι, κατέγραψαν τους κανόνες και τις διατάξεις σύμφωνα με τις κατευθύνσεις και τις αποφάσεις του βασιλιά. Η στήλη από βασάλτη, στην οποία είναι χαραγμένος ο Κώδικας, ανακαλύφθηκε το 1901 από Γάλλους αρχαιολόγους στη Σούσα (σημερινό Ιράν) και περιλαμβάνει τα κείμενα των νόμων καθώς και μια ανάγλυφη αναπαράσταση του Χαμουραμπί να δέχεται τους νόμους από τον θεό Σαμάς, θεό της δικαιοσύνης. Αρχικά, βρέθηκε σε κακή κατάσταση και χρειάστηκε χρόνος για να μεταφραστεί και να γίνει πλήρως κατανοητή.
Ιδιαιτερότητες που περικυκλώνουν των κώδικα
Η αρχή της αναλογικής δικαιοσύνης, συχνά συνοψιζόμενη ως «μάτι για μάτι», είναι ίσως το πιο γνωστό μέρος του Κώδικα. Αυτό, ωστόσο, δεν σήμαινε απαραίτητα ότι κάθε έγκλημα τιμωρούνταν με τον ίδιο τρόπο. Πολλές φορές, οι ποινές διέφεραν ανάλογα με την κοινωνική τάξη του θύματος και του δράστη. Ταυτόχρονα, ο Κώδικας Χαμουραμπί προσπάθησε να περιορίσει τις αυθαίρετες εκδικήσεις. Η αρχή του «μάτι για μάτι» διασφάλιζε ότι η ποινή ήταν συγκεκριμένη και θεσμοθετημένη από το κράτος, αποτρέποντας τις προσωπικές αντιδικίες που μπορούσαν να οδηγήσουν σε ανεξέλεγκτη βία. Αποτελεί, επίσης, ένα από τα πρώτα παραδείγματα προσπαθειών για την καθιέρωση μιας συστηματικής και αναλογικής δικαιοσύνης στην ανθρώπινη ιστορία.
Αρκετά μυστήρια περιβάλουν αυτόν τον κώδικα όπως οι ακριβείς πηγές των νόμων του, που ως σήμερα παραμένουν ασαφείς. Είναι πιθανό ότι ορισμένοι από τους νόμους βασίστηκαν σε προγενέστερους κώδικες και νομικές παραδόσεις της Μεσοποταμίας. Ωστόσο, πώς ακριβώς διαμορφώθηκαν και ποιοι ήταν οι συμβουλάτορες του Χαμουραμπί παραμένει άγνωστο. Δεν είναι πλήρως γνωστό το πόσο ευρέως εφαρμόστηκε ο Κώδικας στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων της Βαβυλώνας. Υπάρχουν ελάχιστες ενδείξεις σχετικά με το πώς ακριβώς χρησιμοποιήθηκε από τους δικαστές και τους αξιωματούχους. Πιθανόν να είχαν ευελιξία στην ερμηνεία και την εφαρμογή των νόμων. Η κοινωνική και οικονομική θέση των εμπλεκόμενων μερών, οι τοπικές παραδόσεις και η φύση συγκεκριμένων υποθέσεων μπορεί να επηρέαζαν τις αποφάσεις τους. Η έλλειψη άμεσων αποδείξεων σχετικά με την εφαρμογή του Κώδικα Χαμουραμπί, αφήνει πολλά ερωτήματα αναπάντητα. Παρ’ όλα αυτά, η ύπαρξή του και η διατήρησή του ως σημαντικού νομικού κειμένου υποδηλώνουν ότι είχε σημαντική επίδραση στη νομική κουλτούρα της Βαβυλώνας.
Ο Κώδικας είναι γραμμένος στην ακκαδική γλώσσα, και η μετάφρασή του παρουσίασε προκλήσεις λόγω των διαφορετικών διαλέκτων και της αρχαίας γραφής. Η κατανόηση της πλήρους σημασίας και των λεπτομερειών κάθε νόμου ήταν ένα επίπονο έργο για τους αρχαιολόγους και τους γλωσσολόγους. Η σφηνοειδής γραφή που τον χαρακτηρίζει είναι μια πολύπλοκη και εξελιγμένη γραφή που χρησιμοποιήθηκε για χιλιάδες χρόνια στη Μεσοποταμία. Οι διαφορετικές εκδοχές της και οι διαφοροποιήσεις στην χρήση των συμβόλων ανά τους αιώνες περιέπλεξαν όμως την μετάφραση. Πολλοί όροι που χρησιμοποιήθηκαν στον Κώδικα ήταν ειδικοί για την εποχή και τον πολιτισμό της αρχαίας Βαβυλώνας. Οι γλωσσολόγοι έπρεπε να κατανοήσουν το ακριβές νόημα αυτών των όρων, κάτι που συχνά απαιτούσε σύγκριση με άλλες πηγές και κείμενα. Εν κατακλείδι, ακόμη και όταν οι λέξεις και οι φράσεις ήταν κατανοητές, η ερμηνεία των νόμων μπορούσε να είναι δύσκολη λόγω της ανάγκης να κατανοηθεί το πολιτισμικό και κοινωνικό πλαίσιο της εποχής. Οι κοινωνικές δομές, οι νομικές πρακτικές και οι αξίες της αρχαίας Βαβυλώνας έπρεπε να ληφθούν υπόψη για την πλήρη κατανόηση των νόμων.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Arno Poebel (2024), Babylonian Legal and Business Documents: From the Time of the First Dynasty of Babylon, Chiefly From Nippur, εκδ: Forgotten Books
- L. W. King (2012), The Code of Hammurabi, εκδ: Theophania Publishing