10.4 C
Athens
Πέμπτη, 26 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΑναγκαστική εκτέλεση για χρηματικές απαιτήσεις

Αναγκαστική εκτέλεση για χρηματικές απαιτήσεις


Της Βασιλικής Φώτη,

Οι περισσότερες επίδικες αξιώσεις είναι χρηματικές. Αυτό οφείλεται στον χαρακτήρα του χρήματος ως κοινού μέτρου των αξιών, οπότε στις περισσότερες συναλλαγές, η μια από τις παροχές συνίσταται σε παροχή σε χρήμα. Αλλά και η τόσο σπουδαία κατηγορία των πιστωτικών συμβάσεων έχει ως αντικείμενο το χρήμα. Ακόμα, και οι αρχικά μη χρηματικές αξιώσεις μεταβάλλονται συνηθέστατα σε χρηματικές, όταν αντί για το οφειλόμενο πράγμα, του οποίου η παροχή έγινε αδύνατη για τον οφειλέτη ή ασύμφορη για τον δανειστή, ο δικαιούχος απαιτεί το διαφέρον.

Ποιες ενοχές είναι χρηματικές το καθορίζει το αστικό δίκαιο. Στην αναγκαστική εκτέλεση ως χρηματικές αξιώσεις πρέπει καταρχήν να θεωρηθούν αυτές που εκφράζονται σε ποσότητα ημεδαπού νομίσματος. Η αναγκαστική εκτέλεση σε ξένο νόμισμα ακολουθεί τη διαδικασία του άρθρου 942 ΚΠολΔ. Εξάλλου, εξαιτίας της ισχύουσας αναγκαστικής κυκλοφορίας, δε μπορεί να υπάρξει εξαναγκασμός για την είσπραξη αλλοδαπών νομισμάτων. Το άρθρο 951 ΚΠολΔ έχει υπόψη εκτελεστό τίτλο σε υποχρεωτικό νόμισμα, δηλαδή σε εγχώριο. Και η διαδικασία των άρθρων 951 ΚΠολΔ επομένως αποβλέπει στο να επιτύχει πλειστηρίασμα που εκφράζεται σε εγχώριο χρήμα και που είναι υποχρεωτικό μέσο πληρωμής του δανειστή.

Για την ικανοποίηση των χρηματικών απαιτήσεων επιτρέπεται στον δανειστή, κατ’ επιλογή, η χρήση των εξής μέσων αναγκαστικής εκτελέσεως: κατά πρώτον της κατάσχεσης, κατά δεύτερον της αναγκαστικής διαχειρίσεως και κατά τρίτον, της προσωπικής κρατήσεως, στο μέτρο που αυτή επιτρέπεται και όταν συντρέχουν οι ειδικές προϋποθέσεις του νόμου. Παράλληλα, επιτρέπεται η χρήση, ως οιονεί μέσου εκτελέσεως και του βεβαιωτικού όρκου. Περαιτέρω, η εκτέλεση για την ικανοποίηση των χρηματικών απαιτήσεων μπορεί να είναι είτε αυτούσια, δηλαδή άμεση, είτε έμμεση. Έμμεση είναι η ικανοποίηση του δανειστή όχι μόνο με την ενέργεια μιας και μόνο πράξης εκτέλεσης, αλλά μετά από ολόκληρη σειρά διαδικαστικών ενεργειών, οι οποίες οδηγούν τελικά στην αυτούσια ικανοποίησή του.

Ειδικότερα σε ό,τι αφορά την κατάσχεση, το άρθρο 951 ΚΠολΔ αναφέρεται στις ρυθμιζόμενες κατηγορίες της, ήτοι γίνεται λόγος για κατάσχεση επί κινητής περιουσίας (άρθρα 953-981, 1017-1021 ΚΠολΔ) και κατάσχεση ακινήτων του οφειλέτη (άρθρα 992-1010, 1017-1021 ΚΠολΔ), κατάσχεση στα χέρια τρίτου (982-991Β) και τέλος κατάσχεση των ειδικών περιουσιακών στοιχείων (1022-1033 ΚΠολΔ). Πρόκειται για μια πράξη εξουσίας, με την οποία κρατικά όργανα δεσμεύουν περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη για την ικανοποίηση της απαιτήσεως του δανειστή. Κύριο χαρακτηριστικό της κατασχέσεως είναι η δέσμευση των περιουσιακών στοιχείων, η στέρηση δηλαδή της εξουσίας, από τον καθ’ ου η εκτέλεση της εξουσίας διαθέσεως, αυτών που κατασχέθηκαν, μολονότι αυτός διατηρεί την κυριότητα και την νομή τους.

Πηγή εικόνας: pexels.com / Δικαιώματα χρήσης: Pixabay

Η κατάσχεση είναι η βάση της προδικασίας του αναγκαστικού πλειστηριασμού. Οδηγεί ως επί το πλείστον στον πλειστηριασμό του πράγματος που κατασχέθηκε και στην ικανοποίηση της απαιτήσεως του δανειστή από το προϊόν του. Ο πλειστηριασμός είναι η συνηθέστερη πορεία της κατασχέσεως, δε σημαίνει όμως αυτό ότι αποτελεί και την αναγκαία συνέπειά της. Υπάρχουν περιπτώσεις όπου οι δανειστές ικανοποιούνται χωρίς πλειστηριασμό, όπως π.χ. συμβαίνει και στην κατάσχεση χρημάτων του οφειλέτη (957 ΚΠολΔ).

Η κατεύθυνση της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης ανήκει κατ’ αρχήν στον δανειστή που κάνει την κατάσχεση. Αυτός έχει τα ηνία της αναγκαστικής εκτελέσεως και προωθεί τη διαδικασία από στάδιο σε στάδιο, έως τον πλειστηριασμό. Μόνο αν αυτός αποδεχθεί αμελής, ή για οποιονδήποτε λόγο δε μπορεί να εξακολουθήσει τη διαδικασία, στη θέση του μπορεί να υποκατασταθεί κι άλλος δανειστής, ο οποίος αντικαθιστά τον κατασχόντα.

Η αναγκαστική εκτέλεση, αν και κατευθύνεται από τον κατασχόντα, δεν αποβλέπει αποκλειστικά στην ικανοποίηση μόνο αυτού, αλλά και κάθε άλλου δανειστή που θα αναγγελθεί στον υπάλληλο του πλειστηριασμού. Όλοι οι δανειστές, εκτός από τους προνομιούχους, έχουν ίσα δικαιώματα. Η χρονολογία της συμμετοχής στην διαδικασία της εκτελέσεως ή η ιδιότητα του κατασχόντος δεν προσπορίζει προνόμιο. Συναφώς, η ικανοποίηση των μη προνομιούχων δανειστών γίνεται σύμμετρα, ανάλογα με το μέγεθος της απαιτήσεώς του.

Ακόμα, η κατάσχεση διακρίνεται σε αναγκαστική και συντηρητική, ανάλογα με τον σκοπό που επιδιώκει ο κατασχών και με τις προϋποθέσεις που απαιτούνται από το νόμο. Από τη μια πλευρά, η αναγκαστική κατάσχεση είναι μέσο της αναγκαστικής εκτέλεσης που επιβάλλεται, όταν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του νόμου, με σκοπό να καταστεί δυνατή η ικανοποίηση του κατασχόντος από το προϊόν του πλειστηριασμού που θα ακολουθήσει. Η συντηρητική κατάσχεση από την άλλη πλευρά, είναι ασφαλιστικό μέτρο που επιβάλλεται με δικαστική απόφαση χωρίς όμως να έχουν γεννηθεί ακόμα οι προϋποθέσεις της αναγκαστικής εκτέλεσης, με σκοπό τη μέλλουσα διασφάλισή της.

Σε ό,τι αφορά την αναγκαστική διαχείριση (997Α ΚΠολΔ), αυτή προστέθηκε για πρώτη φορά ως νέο μέσο αναγκαστικής διαχείρισης με τον ν. 2810/1954 ενώ προέλευση της ανάγεται στην γερμανική και την αυστριακή νομοθεσία. Στο ελληνικό δίκαιο, η αναγκαστική διαχείριση είχε ως πρόδρομο, τον θεσμό της μεσεγγυήσεως, που όμως προβλεπόταν από το ν.δ. της 17ης Ιουλίου 1923 μόνο υπέρ των τραπεζών και ορισμένων ανωνύμων εταιρειών. Αντικείμενο της αναγκαστικής διαχείρισης είναι ακίνητα και επιχειρήσεις, και με αυτήν προβλέπεται η ικανοποίηση του δανειστή του κυρίου του ακινήτου ή της επιχειρήσεως, ώστε να αποφευχθεί η εκποίηση ή η άκαιρη εκποίησή τους. Ο συγκεκριμένος θεσμός απέδωσε καρπούς στην πράξη, εντούτοις διατηρήθηκε από τον ΚΠολΔ.

Πηγή εικόνας: pexels.com / Δικαιώματα χρήσης: sora shimazaki

Ως τελευταίο μέσο έμμεσης εκτελέσεως προβλέπεται αυτό της προσωπικής κράτησης. Πρόκειται για ένα μέσο αναχρονιστικό, που θίγει την προσωπική ελευθερία του οφειλέτη. Η διατήρηση του εν λόγω θεσμού, σύμφωνα με την άποψη που επικρατεί, θεωρήθηκε ότι βρίσκεται σε ευθεία αντίθεση με το Σύνταγμα (άρθρο 2 παρ. 1), όπως και με το άρθρο 11 του Διεθνούς Συμφώνου για τα πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα. Τη σημασία του συγκεκριμένου μέσου για την ικανοποίηση των χρηματικών απαιτήσεων περιόρισε ο ν. 3994/2011, ο οποίος κατήργησε την προσωπική κράτηση για την ικανοποίηση των εμπορικών απαιτήσεων και την οποία κατάργηση διατήρησαν και οι μεταγενέστεροι νόμοι, ήτοι οι ν. 4335/2015 και 4842/2021. Πλέον το μέσο της προσωπικής κράτησης αφορά μόνο στην ικανοποίηση των χρηματικών απαιτήσεων, οι οποίες προκύπτουν από αδικοπρακτικές αξιώσεις.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
  • Π. Γέσιου-Φαλτσή, Δίκαιο αναγκαστικής εκτελέσεως, τόμ. 3α, 2η έκδ., Εκδόσεις Σάκκουλα, 2023.

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Βασιλική Φώτη
Βασιλική Φώτη
Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη και μεγάλωσε στην Κατερίνη. Είναι φοιτήτρια της Νομικής Σχολής του ΑΠΘ. Από το πρώτο μέχρι και το τρίτο έτος των σπουδών της εργαζόταν σε δικηγορικό γραφείο της Θεσσαλονίκης, το οποίο εξειδικευόταν σε ζητήματα του εργατικού και κοινωνικοασφαλιστικού δικαίου. Η αρθρογραφία, τα λογοτεχνικά βιβλία, το θέατρο και η άθληση συγκαταλέγονται μεταξύ των ενδιαφερόντων της. Διαθέτει άριστη γνώση της αγγλικής και καλή γνώση της γερμανικής γλώσσας.