25 C
Athens
Κυριακή, 8 Σεπτεμβρίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΗ κύρια παρέμβαση στην πολιτική δίκη

Η κύρια παρέμβαση στην πολιτική δίκη


Της Αλίκης Κωστή,

Μια μορφή συμμετοχής τρίτων σε μια ανοιγείσα δίκη ενώπιον των πολιτικών δικαστηρίων είναι η παρέμβαση, η οποία διακρίνεται αφενός σε πρόσθετη και αφετέρου σε κύρια. Και οι δύο μορφές παρέμβασης στόχο έχουν την οικονομία της δίκης και την αποτροπή έκδοσης αντιφατικών αποφάσεων από τα δικαστήρια. Μπορεί δε η παρέμβαση να γίνει έπειτα από προσεπίκληση ή ανακοίνωση δίκης από τους διαδίκους, οπότε θα πρόκειται για αναγκαστική παρέμβαση, είτε χωρίς να έχει προηγηθεί κάτι τέτοιο, οπότε γίνεται λόγος για εκούσια παρέμβαση. Στον παρόν θα μας απασχολήσει αποκλειστικά η κύρια παρέμβαση.

Η κύρια παρέμβαση (αρ. 79 κώδικα πολιτικής δικονομίας) είναι, ως προς τη νομική της φύση, μια παρεμπίπτουσα αγωγή, η οποία συνεκδικάζεται με την κύρια (άρθρο 285 ΚΠολΔ) και η οποία στρέφεται κατά αμφοτέρων των αρχικών διαδίκων. Συνεκδίκαση σημαίνει κοινή κι αδιάσπαστη διαδικασία κι έκδοση μίας μόνο απόφασης. Ειδικότερα, με την κύρια παρέμβαση δεν ανοίγεται νέα δίκη που βαίνει παράλληλα με αυτήν της κύριας αγωγής, απλώς διευρύνονται τα υποκειμενικά όρια της αρχικής δίκης. Αυτό σημαίνει πρακτικά ότι δημιουργούνται τρεις σχέσεις αντιδικίας εντός της μίας και μοναδικής δίκης, καθώς ο παρεμβαίνων, με την παρέμβασή του, εισάγει ένα αυτοτελές αίτημα παροχής έννομης προστασίας, το οποίο το στρέφει τόσο κατά του ενάγοντος όσο και κατά του εναγομένου. Έτσι, δημιουργείται μια κατάσταση στην οποία όλοι είναι αντίδικοι με όλους.

Προκειμένου ένα δικόγραφο να γίνει δεκτό ως κύρια παρέμβαση θα πρέπει να συντρέχουν οι εξής προϋποθέσεις: Αρχικά, θα πρέπει να υπάρχει μια εκκρεμής κύρια δίκη στον πρώτο βαθμό, ανεξαρτήτως της διαδικασίας στην οποία αυτή εντάσσεται. Έτσι, η κύρια δίκη μπορεί να εντάσσεται στην τακτική διαδικασία, σε κάποια ειδική ή ακόμα να είναι εκούσια δικαιοδοσία ή ασφαλιστικά μέτρα. Βέβαια, παρότι απαιτείται η ύπαρξη μιας εκκρεμούς κύριας δίκης, η συζήτηση της κύριας παρέμβασης δεν εμποδίζεται από την κατάργηση της αρχικής δίκης, μετά την άσκηση της παρέμβασης, για οποιονδήποτε λόγο (π.χ. απόρριψη της αγωγής ως απαράδεκτης ή παραίτηση του ενάγοντος από την αγωγή).

Πηγή εικόνας: pixabay.com / Δικαιώματα χρήσης: Daniel_B_photos

Περαιτέρω, ο παρεμβαίνων θα πρέπει να είναι τρίτος, δηλαδή να μην είναι ένας από τους αρχικούς διαδίκους, ούτε να θεωρείται ότι εκπροσωπήθηκε από αυτούς. Έτσι, δεν είναι «τρίτος» και δε μπορεί να ασκήσει κύρια παρέμβαση ο καθολικός διάδοχος αρχικού διαδίκου, κι ο οιονεί καθολικός διάδοχος. Όπως δε, αναφέρει ρητά το άρθρο 79 του ΚΠολΔ, προκειμένου να έχει έννομο συμφέρον ένας τρίτος να ασκήσει κύρια παρέμβαση, θα πρέπει αυτός να αντιποιείται, ολικά ή μερικά, το αντικείμενο (πράγμα ή δικαίωμα) της αρχικής δίκης. Αντιποίηση σημαίνει καταψηφιστικό ή αναγνωριστικό αίτημα του παρεμβαίνοντος συναφές με το αίτημα της αγωγής του ενάγοντος.

Έτσι, αν ο ενάγων Α έχει ασκήσει διεκδικητική αγωγή κατά του Β για την απόδοση από τον τελευταίο της νομής του ακινήτου Χ, έννομο συμφέρον για κύρια παρέμβαση έχει αυτός ο οποίος αντιποιείται το ακίνητο Χ, δηλαδή επικαλείται ότι ο ίδιος έχει κυριότητα και ζητά την απόδοση της νομής. Πάντως, σε καμία περίπτωση το αίτημα της κύριας παρέμβασης δεν μπορεί να είναι ευρύτερο του αιτήματος της αγωγής (μπορεί όμως να είναι στενότερο, και π.χ. ο παρεμβαίνων να αιτείται μόνο αναγνώριση του δικαιώματος κυριότητας του, κι όχι και απόδοση της νομής). Τέλος, προϋπόθεση για να γίνει δεκτή μια κύρια παρέμβαση είναι να υπάγεται στην ίδια διαδικασία με την κύρια δίκη.

Οι συνέπειες της κύριας παρέμβασης είναι αυτές μιας κύριας αγωγής (εκκρεμοδικία, διακοπή της παραγραφής κ.λπ.), με σημαντικότερη το ότι ο παρεμβάς καθίσταται διάδικος στη δίκη. Επειδή όμως, εντός της αυτής δίκης υπάρχουν περισσότερα αιτήματα παροχής έννομης προστασίας (ή αλλιώς, αντικείμενα δίκης), ο παρεμβάς καθίσταται διάδικος μόνο στο αντικείμενο δίκης της κύριας παρέμβασης, κι όχι στο αντικείμενο που αφορά την κύρια αγωγή. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα και την δέσμευση του από το δεδικασμένο του μέρους της απόφασης που αφορά την κύρια παρέμβαση, και όχι και την κύρια αγωγή. Αντιθέτως, οι αρχικοί διάδικοι δεσμεύονται από το σύνολο της απόφασης, δηλαδή τόσο από την κρίση του δικαστηρίου επί της κύριας αγωγής όσο και επί της κύριας παρέμβασης.

Πηγή εικόνας: pixabay.com / Δικαιώματα χρήσης: felix_w

Η κύρια παρέμβαση ασκείται με κατάθεση δικογράφου κι επίδοση του προς όλους τους διαδίκους. Η μη εμπρόθεσμη κατάθεση ή επίδοση έχει ως αποτέλεσμα ότι η κύρια παρέμβαση θεωρείται μη ασκηθείσα. Η προθεσμία κατάθεσης κι επίδοσης διαφοροποιείται ανάλογα με το αν πρόκειται για εκούσια κύρια παρέμβαση ή για αναγκαστική (κατόπιν προσεπίκλησης ή ανακοίνωσης δίκης). Στην πρώτη περίπτωση, στο πλαίσιο της τακτικής διαδικασίας, δυνάμει του αρ. 238 παρ. 1 εδ. α, η προθεσμία κατάθεσης κι επίδοσης είναι 60 ημέρες από την άσκηση της αγωγής. Στη δεύτερη περίπτωση η προθεσμία είναι 90 ημέρες, με εναρκτήριο γεγονός πάλι την άσκηση της αγωγής (αρ. 238 παρ. 1 εδ. β).


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Νικόλαος Θ. Νίκας, Εγχειρίδιο Πολιτικής Δικονομίας, Γ’ έκδοση, Εκδόσεις Σάκκουλα, 2018.
  • Εθνική Σχολή Δικαστών, Επιμορφωτικό Σεμινάριο 21 – 22 Φεβρουαρίου 2019 «Ομοδικία, συμμετοχή τρίτων στην πολιτική δίκη, νομιμοποίηση μη δικαιούχων διαδίκων, πλαγιαστική άσκηση αγωγής», Θέμα εισήγησης : «Η κύρια παρέμβαση, ιδίως μετά τον Ν. 4335/2015», Εισηγητής : Αθανάσιος Π. Πανταζόπουλος, ΔΝ – Πρωτοδίκης, esdi.gr. Διαθέσιμο εδώ


 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Αλίκη Κωστή
Αλίκη Κωστή
Είμαι τεταρτοετής φοιτήτρια της Νομικής σχολής του Α.Π.Θ. με ιδιαίτερο ενδιαφέρον στο Δημόσιο και Αστικό Δίκαιο. Γνωρίζω αγγλικά και γαλλικά. Στον ελεύθερό μου χρόνο ασχολούμαι με την ψυχολογία και την ανάγνωση λογοτεχνίας.