Του Παύλου Κουλιάλη,
Κατά κανόνα στη διοικητική δίκη, βάσει του άρθρου 64 παράγραφος 1 ΚΔΔ/μίας, ενεργητικά νομιμοποιούμενος διάδικος (αυτός που ζητάει δικαστική προστασία) είναι κυρίως ένας ιδιώτης (φυσικό ή νομικό πρόσωπο) και δευτερευόντως κάποιος φορέας δημόσιας εξουσίας (Κράτος ή νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, Ν.Π.Δ.Δ.). Απεναντίας, παθητικά νομιμοποιούμενος διάδικος (αυτός κατά του οποίου ζητείται δικαστική προστασία) βάσει του άρθρου 65 παράγραφος 1 ΚΔΔ/μίας μπορεί να είναι μόνο το Κράτος ή ένα Ν.Π.Δ.Δ. (ή και νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου υπό προϋποθέσεις). Διαφορετικά, θα κάναμε λόγο, κατά περίπτωση, για πολιτική δίκη.
Στηριζόμενοι στον παραπάνω κανόνα, τίποτα δεν θα κώλυε ένα Ν.Π.Δ.Δ. να στραφεί κατά μιας πράξης άλλου Ν.Π.Δ.Δ. Ακολουθούν δύο παραδείγματα: 1) ΑΠΘ κατά πράξεως Υπουργού Παιδείας, καθότι το ΑΠΘ διαθέτει ξεχωριστή νομική προσωπικότητα (είναι αυτοτελές Ν.Π.Δ.Δ.) από εκείνη του Κράτους, στο οποίο υπάγεται ο Υπουργός, 2) Οργανισμός Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΟΤΑ=Δήμοι και Περιφέρειες) κατά πράξης εποπτείας του, αφού διαθέτει ξεχωριστή νομική προσωπικότητα σε σχέση με το εποπτεύον όργανο που ανήκει στο νομικό πρόσωπο του Κράτους.
Αυτό που απαγορεύεται όμως στην εθνική έννομη τάξη είναι η λεγόμενη «ενδοστρεφής δίκη», δηλαδή το φαινόμενο κατά το οποίο, διοικητικά όργανα (μονομελή ή συλλογικά) του ίδιου νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου, στρέφονται δικαστικά το ένα κατά πράξης του άλλου. Λόγου χάρη ο Δήμαρχος κατά πράξης του Δημοτικού Συμβουλίου στο οποίο και ανήκει (ο Δήμαρχος συνιστά μονομελές διοικητικό όργανο του Δήμου, ενώ το Δημοτικό Συμβούλιο συλλογικό διοικητικό όργανό του) (ΣτΕ 3393/1979), όπως επίσης και ο Γενικός Γραμματέας της Αποκεντρωμένης Διοίκησης κατά μιας Υπουργικής Απόφασης (και τα δύο αυτά μονομελή διοικητικά όργανα συγκαταλέγονται στο νομικό πρόσωπο του Κράτους).
Έτσι, καταρχήν, αυτό δεν επιτρέπεται, αφενός μεν διότι και οι δύο διάδικοι θα ήταν το ίδιο νομικό πρόσωπο (το νομικό πρόσωπο θα στρεφόταν κατά του εαυτού του), αφετέρου δε διότι σε τέτοιες περιπτώσεις οι διαφορές λύνονται κατά κόρον μέσω της ιεραρχίας (ιεραρχικός έλεγχος). Κατά πάγια δε νομολογία του ΣτΕ, το δικαίωμα άσκησης αίτησης ακύρωσης κατά (εκτελεστών) διοικητικών πράξεων έχει ταχθεί προς προστασία των διοικουμένων κι όχι για την επίλυση διαφορών ως προς τη νομιμότητά τους από τα διοικητικά όργανα του ίδιου νομικού προσώπου.
Εξαιρέσεις από την απαγόρευση της ενδοστρεφούς δίκης επιτρέπονται μόνο όταν αυτό προβλέπεται ειδικά στον νόμο (άρθρο 64, παράγραφος 1, περίπτωση β’ ΚΔΔ/μίας). Με τον νόμο 702/1977 εισήχθη μια ενδιαφέρουσα περίπτωση επιτρεπτής ενδοστρεφούς δίκης. Στην παράγραφο 4 του άρθρου 33 προβλέπεται το δικαίωμα άσκησης προσφυγής των Διευθυντών τοπικών υποκαταστημάτων ΙΚΑ (νυν ΕΦΚΑ) κατά των αποφάσεων των τοπικών διοικητικών επιτροπών των υποκαταστημάτων τους οι οποίες κρίνουν ενστάσεις επί συγκεκριμένων ζητημάτων (ΣτΕ 4078/2000, ΔΕφΑθ 126/2007 και 2815/2007). Δεύτερη ρητή εξαίρεση αποτυπώνεται στη δεύτερη παράγραφο του άρθρου 64 ΚΔΔ/μίας. Πιο συγκεκριμένα, ο Υπουργός Οικονομικών δύναται να στραφεί υπέρ του Δημοσίου (ουσιαστικά υπέρ του δημοσίου συμφέροντος) κατά φορολογικών πράξεων των φορολογικών οργάνων του Δημοσίου.
Περαιτέρω με την ΣτΕ 1330/2013, το ΣτΕ κατ’ εξαίρεση έκανε δεκτή αίτηση ακύρωσης, ασκηθείσας από τον Γενικό Γραμματέα της Περιφέρειας Αττικής κατά του Υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων αναφορικά με την απόφαση της Δευτεροβάθμιας Επιτροπής επίλυσης δασικών αμφισβητήσεων περί χαρακτηρισμού έκτασης ως δασικής (με την οποία και τερματιζόταν η ενδικοφανής διαδικασία). Με τον αξιοσημείωτο νόμο Καλλικράτη (3852/2010) δίνεται η δυνατότητα στον Συντονιστή της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης (παράλληλα με το πρόσωπο σε βάρος του οποίου έγινε ο καταλογισμός) να στραφεί με προσφυγή ουσίας στο Διοικητικό Εφετείο κατά των πράξεων της Τριμελούς Ελεγκτικής Επιτροπής που καταλογίζουν στα αιρετά μέλη των ΟΤΑ θετικές ζημίες που προκαλούν στους ΟΤΑ από δόλο ή βαριά αμέλεια.
Όσον αφορά τις συνταγματικά κατοχυρωμένες Ανεξάρτητες Διοικητικές Αρχές, ο νόμος 3051/2002 αναγνώρισε ρητά το δικαίωμα άσκησης αίτησης ακύρωσης του αρμόδιου Υπουργού ενώπιον του ΣτΕ κατά των εκτελεστών αποφάσεων αυτών των Αρχών. Εξειδίκευση του κανόνα αυτού συνιστά ο νόμος 3115/2003 που πραγματεύεται ειδικότερα την ΑΔΑΕ(Αρχή Διασφάλισης Απορρήτου Επικοινωνιών), καθώς επίσης και ο νόμος 4624/2019 που επιτρέπει στον αρμόδιο Υπουργό να βάλει κατά των αποφάσεων της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (ΑΠΔΠΧ) με αίτηση ακύρωσης.
Προς επίρρωση των ανωτέρω δεδομένων, με την σχετικά πρόσφατη απόφαση ΣτΕ 1494/2021 έγινε δεκτό πως λόγω της φύσης και των χαρακτηριστικών των Ανεξάρτητων Διοικητικών Αρχών (συλλογικά διοικητικά όργανα του Κράτους, στα οποία έχει απονεμηθεί από τις εθνικές διατάξεις και το προνόμιο της οικονομικής αυτοτέλειας με σκοπό προφανώς την αποτελεσματική και αμερόληπτη δράση τους) δύνανται να προσβάλουν με αίτηση ακύρωσης οποιαδήποτε άμεση ή έμμεση κρατική παρέμβαση στην αυτοτέλειά τους αυτή. Μάλιστα, αξίζει να γίνει μνεία και στο ότι οι Αρχές αυτές δεν υπόκεινται σε κάποιου είδους ιεραρχικό έλεγχο από το Κράτος (ούτε και σε έλεγχο νομιμότητας). Έτσι, παραδεκτά ασκείται η αίτηση ακύρωσης από την Εθνική Επιτροπή Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΕΕΤΤ) κατά πράξης οργάνου υπηρεσίας του Υπουργείου Οικονομικών.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Πάνος Λαζαράτος, Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο, 3η έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, 2018.
- Επαμεινώνδας Π. Σπηλιωτόπουλος – Βασίλειος Θ. Κονδύλης, Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου Τόμος 2, 16η έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη, 2022.
- Π.Δ. Δαγτόγλου, Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο, 6η έκδοση, Εκδόσεις Σάκκουλα, 2014.