27.7 C
Athens
Κυριακή, 8 Σεπτεμβρίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΤο τεκμήριο αθωότητας του κατηγορουμένου

Το τεκμήριο αθωότητας του κατηγορουμένου


Της Ελένης Κάζου,

Το τεκμήριο αθωότητας εμφανίστηκε πρώτη φορά στη Magna Carta του 1215. Στην ηπειρωτική Ευρώπη εμφανίστηκε το 1789 με τη Γαλλική Επανάσταση και στη Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Πολίτη. Στην ελληνική έννομη τάξη εισήχθη με το Σύνταγμα του 1827 με ρητό και πανηγυρικό τρόπο «έκαστος προ της καταδίκης του δεν λογίζεται ένοχος» χωρίς, ωστόσο, να περιληφθεί σχετική ρύθμιση στα μεταγενέστερα συνταγματικά κείμενα.

Σήμερα, το τεκμήριο αθωότητας του κατηγορουμένου κατοχυρώνεται στο άρθρο 71 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας και στο άρθρο 6 παρ. 2 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, το οποίο ορίζει οτι «παν πρόσωπον κατηγορούμενον επί αδικήματι τεκμαίρεται ότι είναι αθώον μέχρι της νομίμου αποδείξεως της ενοχής του». Η διάταξη αυτή τυγχάνει αυξημένης τυπικής ισχύος έναντι των κανόνων του εσωτερικού δικαίου σύμφωνα με το άρθρο 28 παρ. 2 του Συντάγματος και αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα της ελληνικής έννομης τάξης χωρίς να υπάρχει δυνατότητα κατάργησής του με νόμο. Το τεκμήριο αθωότητας προβλέπεται, μάλιστα, και στο άρθρο 48 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης σύμφωνα με το οποίο «κάθε κατηγορούμενος τεκμαίρεται ότι είναι αθώος μέχρι αποδείξεως της ενοχής του», ενώ στην δεύτερη παράγραφο ορίζεται ότι «διασφαλίζεται ο σεβασμός των δικαιωμάτων της υπεράσπισης σε κάθε κατηγορούμενο».

Το τεκμήριο αθωότητας λειτουργεί καταρχήν ως έκφανση της αρχής της δίκαιης δίκης και συνεπώς ως διαδικαστική εγγύηση ορθής διεξαγωγής της ποινικής δίκης. Όπως έχει επανειλημμένα δεχθεί το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου «κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους τα μέλη ενός δικαστηρίου δεν θα πρέπει να διακατέχονται από την προδιαμορφωμένη αντίληψη ότι ο κατηγορούμενος έχει διαπράξει το αδίκημα για το οποίο κατηγορείται». Θεμελιώνεται δηλαδή μια βασική διάκριση ανάμεσα σε κρίσεις που προεξοφλούν την ενοχή του κατηγορουμένου και αυτές που απλώς αντανακλούν υποψίες σχετικά με την τέλεση ενός εγκλήματος.

Πηγή εικόνας: pexels.com / Δικαιώματα χρήσης: Polina Kovaleva

Στην πρώτη περίπτωση παραβιάζεται το τεκμήριο της αθωότητας. Λειτουργεί ακόμη κι ως ουσιαστική εγγύηση η οποία προστατεύει την προσωπικότητα του κατηγορουμένου σε περίπτωση προηγούμενης αμετάκλητης αθώωσής του. Στη νομολογία του ΕΔΔΑ κατοχυρώνεται ο σεβασμός από τις εθνικές αρχές της προηγούμενης αθώωσης του κατηγορουμένου στο μέτρο που αυτή αποτελεί στοιχείο της προσωπικότητάς του. Σε αυτές τις περιπτώσεις ασκείται αυστηρός έλεγχος σχετικά με το αν παραβιάζεται το τεκμήριο αθωότητας στην περίπτωση που αμφισβητείται μια προηγούμενη αθωωτική απόφαση.

Παράλληλα, μέσα από το τεκμήριο αθωότητας κατοχυρώνεται η αρχή in dubio pro reo η οποία προβλέπεται στο άρθρο 178 παρ. 3 του ΚΠΔ σύμφωνα με το οποίο «οποιαδήποτε αμφιβολία περί της ενοχής είναι προς όφελος του κατηγορουμένου ή του υπόπτου». Δηλαδή ο κατηγορούμενος δεν βαρύνεται με την απόδειξη της αθωότητας του αλλά η κατηγορούσα αρχή (ο εισαγγελέας) είναι αυτή που φέρει το βάρος απόδειξης της ενοχής του κατηγορουμένου. Άρα, το δικαστήριο πρέπει να έχει πεισθεί για την ενοχή του κατηγορουμένου πέραν πάσης αμφιβολίας προκειμένου να εκδώσει καταδικαστική απόφαση. Επομένως, πρέπει να γίνονται δεκτοί ως αληθείς τυχόν ισχυρισμοί του κατηγορουμένου σχετικά με τη μείωση της ποινής ή για λόγους άρσης του αδίκου ή του καταλογισμού ή και ακόμη και για λόγους εξάλειψης του αξιοποίνου (παραγραφή, μη εμπρόθεσμη υποβολή έγκλησης, έμπρακτη μετάνοια) εφόσον αυτοί οι ισχυρισμοί δεν μπορούν να ανατραπούν από την κατηγορούσα αρχή με αξιόπιστα αποδεικτικά μέσα.

Παράλληλα, η αρχή αυτή θα πρέπει να εφαρμόζεται και σε περίπτωση θετικών δικονομικών προϋποθέσεων, αλλά και δικονομικών κωλυμάτων (όπως είναι το δεδικασμένο και η εκκρεμοδικία). Σε περίπτωση που επέρχεται καταδίκη του κατηγορουμένου παρά την ύπαρξη αμφιβολιών παραβιάζεται το τεκμήριο αθωότητας το οποίο έχει ως αποτέλεσμα να παράγεται απόλυτη ακυρότητα (άρθρο 171 παρ. 1 δ’ ΚΠΔ) και να γεννάται λόγος αναίρεσης (άρθρο 510 παρ. 1 Α, 511 εδ. α’ ΚΠΔ) λόγω έλλειψης ειδικής και εμπεριστατωμένης απολογίας.

Επομένως, προκύπτει ότι το τεκμήριο αθωότητας αποτελεί θεμελιώδες δικαίωμα στην ποινική δικαιοσύνη. Ωστόσο, η προκατάληψη, η μεροληψία, και πρακτικές όπως η παρουσίαση των κατηγορουμένων με χειροπέδες καταστρατηγούν το δικαίωμα αυτό. Κρίνεται αναγκαία σε κάθε περίπτωση η διασφάλιση των δικαιωμάτων των κατηγορουμένων για δίκαιη δίκη και ίση πρόσβαση στη Δικαιοσύνη.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Βαγγέλης Ζαφειριάδης, Το τεκμήριο αθωότητας του κατηγορουμένου, www.legalnews24.gr. Διαθέσιμο εδώ.
  • Τεκμήριο αθωότητας για όλους, έως ότου αποδειχθεί η ενοχή τους — είναι δικαίωμα, fra.europa.eu. Διαθέσιμο εδώ.
  • Το τεκμήριο αθωότητας στο δίπολο “ ποινική – δημοσιονομική δίκη”, esdi.gr. Διαθέσιμο εδώ.

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Ελένη Κάζου
Ελένη Κάζου
Γεννήθηκε το 2003 στην Καβάλα. Είναι προπτυχιακή φοιτήτρια του τμήματος Νομικής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Ενδιαφέρεται ιδιαίτερα για την εμβάθυνση και εξειδίκευση σε σύγχρονα ζητήματα του ουσιαστικού και δικονομικού ποινικού δικαίου. Ομιλεί άπταιστα την Αγγλική και πολύ καλά τη Γερμανική γλώσσα. Στον ελεύθερό της χρόνο ασχολείται με το σκάκι, την εκμάθηση ξένων γλωσσών, τα ταξίδια και την μουσική