Της Αλεξίας Κυριαζοπούλου,
Προς τα τέλη του 18ου αιώνα η Πολωνική – Λιθουανική κοινοπολιτεία ήρθε αντιμέτωπη με τρεις διαμελισμούς οι οποίοι της κόστισαν την ανεξαρτησία της για περίπου 123 χρόνια. Η μοναρχία των Αψβούργων, το βασίλειο της Πρωσίας και η ρωσική αυτοκρατορία μοιράστηκαν μεταξύ τους τα εδάφη μέσω εδαφικών κατασχέσεων και προσαρτήσεων. Ακόμη και πριν από τους διαμελισμούς η ρωσική αυτοκρατορία είχε ήδη αποκτήσει εδάφη αλλά κατά τη διάρκεια των διαμελισμών απέκτησε ακόμα περισσότερα η Δυτική Ουκρανία παραχωρήθηκε στην Ρωσία στα πλαίσια του τρίτου διαμελισμού, απέκτησε την Κουρλάνδη, όλο το Λιθουανικό έδαφος ανατολικά του ποταμού Νέμαν και τα υπόλοιπα τμήματα της ουκρανικής Βολυνίας. Η επεκτατική πολιτική του μεγάλου Δούκα της Ρωσίας Κωνσταντίνου Πάβλοβιτς σε συνάρτηση με την παραβίαση του Συντάγματος του βασιλείου της Πολωνίας, οδήγησαν στην Νοεμβριανή εξέγερση (1830-1831). Ξεκίνησε με κύριο αίτημα την ανεξαρτησία από τη Ρωσία, η επέμβαση ωστόσο ισχυρών ρωσικών δυνάμεων και οι διαφωνίες μεταξύ των επαναστατών οδήγησαν τελικά στην αποτυχία της επανάστασης και στην επιβολή ενός ιδιαίτερα αυταρχικού καθεστώτος.
Μετά την αποτυχία της προαναφερθείσας εξέγερσης ξεκίνησε ο «εκρωσισμός» της χώρας, δηλαδή μέσω μιας σειράς μέτρων που ελήφθησαν από τις επίσημες αρχές αποπειράθηκε η «ρωσικοποίηση» της Πολωνίας τόσο στη γλώσσα όσο και στον πολιτισμό και την θρησκεία. Αρχικά το κοινοβούλιο και οι ένοπλες δυνάμεις της Πολωνίας έπαψαν να υφίστανται, εφαρμόστηκαν οι ρωσικοί νόμοι και θεσμοί και τέλος κατασχέθηκαν τα περιουσιακά στοιχεία οποιαδήποτε είχε βοηθήσει στην εξέγερση. Μετά την πτώση της εξέγερσης του Νοεμβρίου, η Πολωνία ήταν πλήρως υποταγμένη στη Ρωσία. Έπρεπε να πληρώνει στον τσάρο 100 εκατομμύρια ρούβλια και επίσης να συντηρεί τους Ρώσους στρατιώτες, οι Πολωνοί στρατιώτες εξαναγκάστηκαν να υπηρετούν στον ρωσικό στρατό για 15 χρόνια. Το 1833 υπογράφει συμφωνία μεταξύ της Αυστρίας, Ρωσίας και Πρωσίας με την οποία τάχθηκαν κατά των εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων, δεσμεύτηκαν να μην χορηγήσουν άσυλο σε Πολωνούς πρόσφυγες και κάθε χώρα θα εκδώσει Πολωνούς φυγάδες. Ο τσάρος προσπάθησε να δημιουργήσει μια ρωσική επαρχία στο πρώην βασίλειο της Πολωνίας, το 1832 κατήργησε το σύνταγμα, η ρωσική έγινε η επίσημη γλώσσα, το πανεπιστήμιο και το Πολυτεχνείο έκλεισαν και ο αριθμός των σχολείων πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης μειώθηκε σημαντικά.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες οι Πολωνοί εξεγέρθηκαν για δεύτερη φορά αλλά και πάλι χωρίς καμία επιτυχία. Η γνωστή ως Ιανουαριανή εξέγερση (1863-1864) αποτέλεσε την έναρξη ενός δεύτερου «εκρωσισμού». Οι ενέργειες των ρωσικών αρχών αποσκοπούσαν κυρίως στην εξάλειψη του πολιτικού, οικονομικού και νομικού διαχωρισμού των εδαφών του βασιλείου της Πολωνίας από τα εδάφη της ρωσικής αυτοκρατορίας και στην ενσωμάτωση των πολωνικών εδαφών στις δομές του ρωσικού κράτους. Το όνομα «βασίλειο της Πολωνίας» καταργήθηκε, το συμβούλιο της επικρατείας και το διοικητικό συμβούλιο καθώς και οι κυβερνητικές επιτροπές καταργήθηκαν το 1867, και ιδρύθηκαν κατά το πρότυπο της ρωσικής διοίκησης αρχές που επέβαλαν απευθείας αναφορά στα υπουργεία της Αγίας Πετρούπολης. Εισήχθη ο στρατιωτικός νόμος και η προληπτική λογοκρισία τέλος Ρώσοι άρχισαν να καταλαμβάνουν επίσημες θέσεις. Οι Πολωνοί που συμμετείχαν στην εξέγερση του Ιανουαρίου καθώς και όσοι θεωρούνταν πως συνωμοτούσαν κατά των Ρωσικών αρχών στερήθηκαν τις περιουσίες τους οι οποίες και μοιράστηκαν σε Ρώσους, άτομα που αντιτάχθηκαν στάλθηκαν εξορία στη Σιβηρία.
Στην εξέγερση του Ιανουαρίου συμμετείχαν ενεργά κληρικοί διαφόρων δογμάτων, κυρίως καθολικοί. Οι ρωσικές αρχές, έχοντας πλήρη επίγνωση του γεγονότος ότι η Καθολική Εκκλησία έχει τεράστια επιρροή στους Πολωνούς, άρχισαν να το πολεμούν. Το μεγαλύτερο μέρος της εκκλησιαστικής περιουσίας κατασχέθηκε και 129 μοναστήρια έκλεισαν. Το 1867, η ιεραρχία της Καθολικής Εκκλησίας υποτάχθηκε στο Ρωμαιοκαθολικό Κολλέγιο της Αγίας Πετρούπολης, γεγονός που οδήγησε σε πολλά χρόνια σύγκρουσης με τον παπισμό. Στην Ουνιτική Εκκλησία που λειτουργούσε στο Βασίλειο της Πολωνίας, οι καθολικές επιρροές αφαιρέθηκαν από τη λειτουργία. Από το 1874, οι αρχές άσκησαν διοικητική πίεση στις ενορίες των Ουνιτών για να προσηλυτιστούν στην Ορθοδοξία. Αυτό οδήγησε σε ταραχές στο Drelów και στο Pratulin, όπου οι νεκροί και οι τραυματίες σκοτώθηκαν και τραυματίστηκαν από τα σπαθιά των μονάδων των Κοζάκων που παρενέβησαν και της ρωσικής αστυνομίας. Η διαδικασία διάλυσης των μοναστηριών εντάθηκε, με τις περιουσίες τους να μεταβιβάζονται στον ορθόδοξο κλήρο. Ο Ορθόδοξος Χριστιανισμός κέρδισε τα δικαιώματα της κυρίαρχης θρησκείας και το 1875, η Ουνιτική Εκκλησία εκκαθαρίστηκε οριστικά.
Η σκληρή προσπάθεια «εκρωσισμού» της Πολωνίας συνεχίστηκε εκ νέου στον χώρο της εκπαίδευσης. Η χρήση της πολωνικής γλώσσας στους χώρους του σχολείου απαγορεύονταν και σε ορισμένες περιπτώσεις οι μαθητές εκδιώκονταν από το σχολείο εμποδίζοντάς τους να σπουδάσουν σε άλλα σχολεία της αυτοκρατορίας. Τα έτη 1869-1885, είδαν τη συστηματική αφαίρεση της πολωνικής γλώσσας από το εκπαιδευτικό σύστημα, το τελικό αποτέλεσμα, το 1885, ήταν η τοποθέτησή της ως δεύτερη, μη υποχρεωτική σχολική γλώσσα. Μόνο η θρησκεία διδάσκονταν στα πολωνικά. Τα εγχειρίδια ιστορίας του Ντμίτρι Ιλοβάισκι επιβλήθηκαν στα σχολικά μαθήματα ιστορίας, παραποιώντας την ιστορία και ως εκ τούτου εφάρμοζαν συνεχώς τον εκρωσισμό. Στα έτη 1866-69, η ρωσική γλώσσα εισήχθη στα σχολεία της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και από το 1871 έγινε υποχρεωτικό μάθημα διδασκαλίας στα δημοτικά σχολεία και από το 1885 έγινε η γλώσσα διδασκαλίας. Διδακτικές θέσεις δόθηκαν σε Ρώσους, όχι πάντα λαμβάνοντας υπόψη τα προσόντα διδασκαλίας τους. Επιπλέον, η ρωσική γλώσσα εισήχθη στα λαϊκά σχολεία. Με τον καιρό, τα πολωνικά μπορούσαν να μιλούνται μόνο στο σπίτι. Όλες οι επιγραφές σε δημόσιους χώρους έγιναν στα ρωσικά το 1865, στη Λιθουανία εισήχθη απαγόρευση εκτύπωσης στα λιθουανικά και στα πολωνικά, καθώς και στα λευκορωσικά χρησιμοποιώντας λατινικές γραμματοσειρές. Από το 1874, αυτή η απαγόρευση ίσχυε και για την ουκρανική γλώσσα. Η εκτεταμένη εκστρατεία «ρωσικοποίησης» δεν έφερε απτά αποτελέσματα.
Οι Πολωνοί έδιναν σημαντικό αγώνα για να διατηρήσουν την εθνική τους ταυτότητα στον οικονομικό και κοινωνικό τομέα. Στους καιρούς μετά την αποτυχία της εξέγερσης του Ιανουαρίου, στα πολωνικά εδάφη υπό ρωσική κυριαρχία, υπήρξε μια περίοδος έντονης διάδοσης της γνώσης για την ιστορία, την παράδοση και τον πολιτισμό μεταξύ των χωρικών, ήταν μια πρόκληση και ένας αγώνας που θα έφερνε μόνο απτά αποτελέσματα στο μέλλον. Μετά από μια περίοδο εντατικοποιημένης ρωσικοποίησης το 1885-1905, ως αποτέλεσμα της επανάστασης του 1905-07, εισήχθησαν ορισμένες ελευθερίες.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- ΟΙ ΠΟΛΩΝΟΙ Από την εμφάνισή τους μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα, eclass.uoa.gr, διαθέσιμο εδώ.
- Wymień przyczyny Powstania Listopadowego, bryk.pl, διαθέσιμο εδώ.
- Rusyfikacja w zaborze rosyjskim, opracowania.pl, διαθέσιμο εδώ.
- rusyfikacja na ziemiach polskich w XIX w, encyklopedia.pwn.pl, διαθέσιμο εδώ.
-
Rusyfikacja na ziemiach polskich po powstaniu styczniowym, historia.interia.pl, διαθέσιμο εδώ.