Της Αναστασίας Αποστολίδου,
«Η εξουσία δεν διαφθείρει τους ανθρώπους, οι άνθρωποι διαφθείρουν την εξουσία»
– William Gaddis
Μελετώντας το ευρύ πεδίο της εξουσίας και των ποικίλων παραμέτρων της, προκύπτει πληθώρα προβληματισμών αναφορικά με τους πυλώνες και την λειτουργία της, μεταξύ των οποίων αναπόδραστα και το ζήτημα του νεποτισμού, το οποίο αποτελεί δριμύτατη κοινωνική παθογένεια. Η έννοια του νεποτισμού, ούσα πιο επίκαιρη από ποτέ, ταλανίζει το πολιτικό, κοινωνικό και αξιακό – θα τολμήσω να πω- σύστημα, προωθώντας το μοντέλο της διαφθοράς και της αναξιοκρατίας.
Αρχικά, ενδιαφέρον παρουσιάζει η ετυμολογία της λέξης, η οποία προέρχεται από τo λατινικό ουσιαστικό «nepos», στα ελληνικά μεταφρασμένο ως «εγγονός» και «ανιψιός», ενώ ιστορικά αποδίδεται στην συνήθη τακτική των Καθολικών Παπών και Επισκόπων να παραχωρούν ισχυρές θέσεις στα ανίψια τους. Σύμφωνα με το λεξικό Τεγόπουλου – Φυτράκη, ο νεποτισμός ορίζεται ως «η εύνοια δημόσιων λειτουργών προς συγγενείς και φίλους, που εκδηλώνεται με παραχωρήσεις θέσεων και αξιωμάτων». Ευρύτερα, ο νεποτισμός ως πρακτική, μολονότι έχει τις ρίζες του στις σχέσεις εξουσίας και σε ζητήματα αξιωμάτων, εντούτοις εφαρμόζεται συχνά και σε άλλα πεδία, όπως στο πλαίσιο του πολιτισμού και της κοινωνίας. Ο νεποτισμός στον τομέα της διακυβέρνησης και της πολιτικής σκηνής θα μπορούσε να θεωρηθεί ως μια μορφή μακιαβελισμού, που προάγει την άποψη ότι κεντρικός και υπέρτατος στόχος αποτελεί η απόκτηση εξουσίας και η διακαής επιθυμία διατήρησής της, ανεξαρτήτως συνθηκών ή/και εμποδίων. Ο πολιτικός αμοραλισμός, ως αποτέλεσμα της εύνοιας απέναντι σε συγγενείς πολιτικών προσώπων, λειτουργεί σε ένα πλαίσιο οικογενειοκρατίας, αγνοώντας την πιθανότητα αδυναμίας ή ανικανότητας του εκάστοτε ατόμου απέναντι στα πολιτικά καθήκοντα. Άλλωστε, όπως διατύπωσε ο συγγραφέας Αμβρόσιος Μπηρς, «Η πολιτική είναι μια πάλη συμφερόντων μεταμφιεσμένη σε αγώνα αρχών».
Εξίσου νοσηρή εντοπίζεται και η επίδραση του νεποτισμού στο εργασιακό πεδίο, καθώς δεν είναι καθόλου ασυνήθιστο να παραδίδονται θέσεις είτε στον δημόσιο είτε στον ιδιωτικό τομέα σε προσφιλή πρόσωπα εργοδοτών, στερώντας την δυνατότητα εργασίας από υποψηφίους δυνητικά πιο ταιριαστούς και με καταλληλότερα προσόντα για την θέση. Μολονότι το προαναφερθέν φαινόμενο τείνει να κριθεί επιδερμικά ως ένα σημαντικό μεν, αλλά όχι καθοριστικής σημασίας πρόβλημα, εντούτοις έχει ως απότοκο την όξυνση του κοινωνικού διχασμού. Ειδικότερα, η γιγάντωση της παθογένειας του νεποτισμού προξενεί κοινωνική οργή και διαταράσσει την κοινωνική ευταξία, όταν ο βιοπορισμός παύει να υπόκειται σε κανόνες δικαίου και αξιοκρατίας. «Αν έχεις ικανότητες, δεν έχεις ανάγκη από προγόνους» εξέφρασε ο Βολταίρος, εκφράζοντας μια ουτοπική – δεδομένων των σύγχρονων συνθηκών- άποψη, εγείροντας ερωτήματα αναφορικά με την θέση των ικανών στο κοινωνικό γίγνεσθαι και την αλόγιστη δύναμη της ευνοιοκρατίας.
Περαιτέρω, στο καλλιτεχνικό στερέωμα υφίστανται αναρίθμητα παραδείγματα γόνων εύπορων οικογενειών, που προωθήθηκαν συστηματικά, καθώς και παιδιά ήδη καταξιωμένων καλλιτεχνών, χάριν των οποίων έλαβαν προβολή και αναγνώριση. Ιδιαίτερα ανησυχητική παράμετρος της επίδρασης του νεποτισμού στον πνευματικό και πολιτισμικό χώρο συνιστά η σταδιακή υποτίμηση της αξίας του καλλιτεχνικού ταλέντου. Η επιδεξιότητα σε ένα αντικείμενο, που αδιαφιλονίκητα οφείλει να αποτελεί βασικό κριτήριο επιτυχίας ενός προσώπου, αντικαθίσταται από την ενίσχυση λιγότερο ταλαντούχων ανθρώπων, προκαλώντας ένα αίσθημα ευρύτερης κοινωνικής αδικίας και παραγνώρισης της αληθινής αξίας του καλλιτεχνικού έργου. Μάλιστα, ενδιαφέρον παρουσιάζει η οπτική του λογοτέχνη Ονορέ ντε Μπαλζάκ, ο οποίος περιέγραψε πως «η κοινωνία, περισσότερο μητριά παρά μητέρα, λατρεύει εκείνα τα παιδιά της που κολακεύουν την ματαιοδοξία της». Φυσικά, είναι καίριο να επισημανθεί ότι στο πλαίσιο του φαινομένου του νεποτισμού ενδέχεται να εντάσσονται πρόσωπα με πραγματικό ταλέντο και δεξιότητες, τα οποία έτυχε να ανήκουν σε πλούσιο οικογενειακό περιβάλλον ή σε ευρύτερο καλλιτεχνικό περίγυρο, γεγονός που λανθασμένα αποδίδει την οποιαδήποτε σταδιοδρομία και επιτυχία τους στην κοινωνική και οικονομική τους θέση.
«Η πλουτοκρατία ήτο, είναι και θα είναι ο μόνιμος άρχων του κόσμου, ο διαρκής Αντίχριστος. Αύτη γεννά την αδικίαν, αύτη τρέφει την κακουργίαν, αύτη φθείρη σώματα και ψυχάς».
– Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
- «Ελληνικό Λεξικό», Τεγόπουλος – Φυτράκης, Αθήνα, Εκδόσεις Αρμονία