Της Μαριαλένας Κουντούρη,
Ξενομανία, λοιπόν, το φαινόμενο που «πλήττει» τις σημερινές κοινωνίες και, ιδιαίτερα, την Ελλάδα. Για να κατανοήσουμε καλύτερα τον όρο αυτό, θα πρέπει να εξηγήσουμε τι ακριβώς είναι η ξενομανία. Πρόκειται για την τάση των ανθρώπων να θεωρούν τις κουλτούρες άλλων χωρών ανώτερες από τις δικές τους, και έπειτα, να υιοθετούν άκριτα πολλά στοιχεία από αυτές. Πως γίνεται ένας άνθρωπος, και συγκεκριμένα ένας Έλληνας, να νιώθει ντροπή για την πολιτισμική κληρονομιά του;
Το συγκεκριμένο κοινωνικό ζήτημα διογκώνεται όλο και περισσότερο ανά τα χρόνια για διάφορους λόγους. Αρχικά, η παγκοσμιοποίηση έχει διαδραματίσει σημαντικό ρόλο σε αυτή την διόγκωση, καθώς «ανοίγει» νέους δρόμους για έναν πολυπολιτισμικό πλανήτη, δίχως να ξεχωρίζουν οι χώρες μεταξύ τους βάσει των πολιτισμικών τους στοιχείων. Βέβαια, με την άνοδο του τουρισμού στην Ελλάδα, η χώρα μας έχει –εύλογα– μεταμορφωθεί σε ένα «κέντρο του κόσμου». Φυσικά, ένας παγκοσμιοποιημένος κόσμος δεν είναι απαραίτητα κακός, απλώς μέσα σ’ όλες αυτές τις συνθήκες οφείλει ο εκάστοτε λαός να διατηρεί κάποια στοιχεία, τα οποία είναι απαραίτητα για τη διαφύλαξη του πολιτισμού του.
Ένας ακόμη λόγος είναι το γεγονός ότι η χώρα μας γενικότερα έχει την τάση να εξελίσσεται με πολύ χαμηλότερους ρυθμούς σε σχέση με άλλα ευρωπαϊκά κράτη. Ακόμη και από τη σκοπιά της τεχνολογικής εξέλιξης, ο υπόλοιπος δυτικός πολιτισμός έχει φτάσει σε υψηλά επίπεδα και χάρει σε αυτούς μιλάμε για ρομπότ, δημιουργήματα AI, ηλεκτρικά αυτοκίνητα, κι άλλα. Αυτό, λοιπόν, το εγγενές συναίσθημα κατωτερότητας ωθεί τον κάθε Έλληνα στο να πιστεύει πως οι υπόλοιποι ευρωπαϊκοί πολιτισμοί διαθέτουν περισσότερα και αποδοτικότερα μέσα για να εξελιχθούν, οπότε είναι και ανώτεροι από εμάς.
Επιπλέον, το ζήτημα της ξενομανίας μπορεί να εντοπιστεί εντονότερα ακόμη και στη χρήση της γλώσσας. Συγκεκριμένα, παρά το γεγονός ότι η ελληνική γλώσσα διαθέτει πλούσιο λεξιλόγιο, αναρίθμητα σχήματα λόγου αλλά και ιδιαίτερες ρίζες λέξεων, τόσο οι νέοι όσο και οι μεγαλύτεροι σε ηλικία προτιμούν πολλές φορές να χρησιμοποιούν ξένες λέξεις με σκοπό να περιγράψουν κάποια κατάσταση. Πολλές φορές μάλιστα φτάνουν στο σημείο να οικειοποιούνται περισσότερο την αγγλική π.χ. γλώσσα, παρά την ελληνική. Γι’ αυτό ευθύνεται, κυρίως, η παιδεία, αλλά και ο τρόπος με τον οποίο διδάσκεται η ελληνική γλώσσα στα εκπαιδευτικά ιδρύματα, καθώς οι μαθητές βρίσκουν πιο ενδιαφέρουσα μία ξένη γλώσσα παρά τη γλώσσα της χώρας τους.
Καταλήγουμε, έτσι, σε μία κατάσταση «άκριτου μιμητισμού». Υιοθετούμε αβίαστα, δίχως «φιλτράρισμα», τα ήθη και τα έθιμα άλλων πολιτισμών, αψηφώντας τον δικό μας πλούσιο πολιτισμό. Αυτή η συνεχής άρνηση των ελληνικών εθίμων και προτύπων μπορεί να οδηγήσει σε καταστροφικά αποτελέσματα για την χώρα μας. Το κυριότερο από αυτά είναι η απώλεια της εθνικής μας ταυτότητας και η εξαφάνιση των ελληνικών εθίμων.
Συμπερασματικά, ο εκάστοτε πολιτισμός έχει κάποια συγκεκριμένα χαρακτηριστικά γνωρίσματα τα οποία τον καθιστούν ξεχωριστό. Αυτά τα ξεχωριστά γνωρίσματα πρέπει να διατηρηθούν μέσα στο χρόνο, διότι είναι τα μοναδικά στοιχεία που έχουμε από τους προγόνους μας. Άλλωστε, αυτά που «κληρονομήσαμε» από τους αρχαίους Έλληνες αποτελούν ήδη μία μεγάλη πολιτισμική περιουσία, η οποία πρέπει να διδάσκεται και να εκθειάζεται ανάλογα. Σαφώς, το να επηρεάζεσαι από άλλα κράτη είναι θεμιτό ως ένα σημείο, διότι κατ’ αυτόν τον τρόπο εξελίσσεσαι, το σημαντικό, όμως, είναι να διατηρηθούν τα στοιχεία που καθιστούν την κάθε χώρα μοναδική!
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
- Η μάστιγα της ξενομανίας, Offline Post, διαθέσιμο εδώ