27.7 C
Athens
Κυριακή, 8 Σεπτεμβρίου, 2024
ΑρχικήΟικονομίαFed: Ανεξάρτητη για πόσο;

Fed: Ανεξάρτητη για πόσο;


Του Κωνσταντίνου Γκότση, 

Η σύγχρονη βιβλιογραφία στον ευρύ τομέα της Οικονομικής Επιστήμης έχει δείξει πως η ανεξαρτησία των Κεντρικών Τραπεζών είναι ιδιαίτερα σημαντική για τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος, αλλά και ευρύτερα της οικονομίας εν συνόλω, καθώς μπορεί να ασκηθεί πιο αποτελεσματική και ορθή οικονομική πολιτική, με αποτέλεσμα να επιτυγχάνονται και χαμηλότερα επίπεδα πληθωρισμού (σταθερότητα των τιμών).

Αυτό συμβαίνει, πολύ απλά, επειδή η άσκηση της νομισματικής πολιτικής γίνεται με βάση τα διαθέσιμα δεδομένα και τις επικρατούσες συνθήκες στην αγορά και όχι βάσει πολιτικών σκοπιμοτήτων και ιδιοτελούς καιροσκοπισμού κάποιων προσώπων. Δεν γίνεται, δηλαδή, έρμαιο πολιτικών επιρροών και πιέσεων, όπως συμβαίνει πολλές φορές με τους υπεύθυνους χάραξης δημοσιονομικής πολιτική.

Η ανεξαρτησία της Κεντρικής Τράπεζας χωρίζεται σε δύο σκέλη εν γένει: στην ανεξαρτησία σκοπού και στην ανεξαρτησία μέσου. Το πρώτο αναφέρεται στους στόχους που τίθενται (π.χ. στον πληθωρισμό) και το δεύτερο, στην επιλογή των εργαλείων για την επίτευξή τους.

Με την ανεξαρτησία, λοιπόν, των Κ.Τ., μπορεί να υιοθετηθεί μια μακροχρόνια προοπτική, η οποία δεν θα μπορεί να χειραγωγείται από την εκάστοτε Κυβέρνηση για βραχυχρόνιες σκοπιμότητες. Επίσης, σε περιπτώσεις πολλών δημοσιονομικών ελλειμμάτων και υψηλού δημόσιο χρέους, η Κεντρική Τράπεζα μπορεί να περιορίσει τα παραπάνω, διακόπτοντας τη χρηματοδότηση νέων ελλειμμάτων. Σε μια νέα έκθεση που διεξήχθη στο Εργαστήριο Προϋπολογισμού (Budget Lab) του Πανεπιστημίου του Yale, δείχνει πως η Fed διαδραματίζει σημαντικό, αν και έμμεσο, ρόλο στον τρόπο με τον οποίο η δημοσιονομική πολιτική των ΗΠΑ θα επηρεάσει την οικονομία στο εγγύς μέλλον. Με τη σειρά του, αυτό υπογραμμίζει πόσο κρίσιμη είναι η ανεξαρτησία της Fed.

Στον αντίποδα, βέβαια, ο «υπερβολικός» τεχνοκρατισμός της δημιουργεί και μειονεκτήματα (όπως έλλειψη δημοκρατικής διακυβέρνησης), ωστόσο, συνολικά αποφέρει όφελος ο μεγάλος βαθμός ανεξαρτησίας τους και επιφέρει οικονομική σταθερότητα.

Η υπεροχή των πλεονεκτημάτων της ανεξαρτησίας των Κεντρικών Τραπεζών αμφισβητήθηκε σε μεγάλο βαθμό από την Παγκόσμια Χρηματοπιστωτική Κρίσης και έπειτα, με αποτέλεσμα να υπάρξει μια περιορισμένη «δημοσιονομικοποίηση» (fiscalization) των μεγάλων Κεντρικών Τραπεζών, ιδίως της Fed, της ΕΚΤ και της Τράπεζας της Ιαπωνίας (δεν αναφέρουμε την Κεντρική Τράπεζα της Κίνας, καθώς, δεδομένου του κεντρικοποιημένου καθεστώτος που επικρατεί, είναι σημαντικά ελεγχόμενη από την Κυβέρνηση). Οι Κεντρικές Τράπεζες απέτυχαν σε μεγάλο βαθμό να σχεδιάσουν ουδέτερες νομισματικές πολιτικές, χωρίς άμεσες πολιτικές πιέσεις να επηρεάζουν αδικαιολόγητα τις αποφάσεις τους.

Πηγή εικόνας: bedneyimages / Freepik

Παραπάνω αναφερόμαστε, κυρίως, σε πιο άμεση επιρροής στην Κεντρική Τράπεζα από τους πολιτικούς. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια ειδικά, παρατηρείται και η έμμεση επιρροή, που προέρχεται, κατά βάση, από τη μη σύμπλευση δημοσιονομικής και νομισματικής πολιτικής από το 2022 και μετά, καθώς και από τη μεγάλη διόγκωση του χρέους, σε συνδυασμό με τη συνέχεια δημιουργίας ελλειμμάτων στον κρατικό προϋπολογισμό. Από τα πιο τρανταχτά παραδείγματα αποτελεί το Ηνωμένο Βασίλειο κατά τη διάρκεια της σύντομης Κυβέρνησης Truss, όταν η ανακοίνωση του περιβόητου “mini” προϋπολογισμού που θα επιδείνωνε τα δημόσια οικονομικά της χώρας ανάγκασε (έμμεσα) την Τράπεζα της Αγγλίας να παρέμβει, ανακοινώνοντας αύξηση της ρευστότητας στην αγορά, για να αντισταθμίσει τις πιέσεις στην αγορά των ομολόγων και να ομαλοποιήσει την κατάσταση.

Μπορεί να μην έχει υπάρξει τέτοιου είδους ανησυχία προς το παρόν ή πίεση από την αγορά σε άλλη χώρα, λόγω δημοσιονομικών αποφάσεων, σε κάποιο άλλο Δυτικό κράτος, αλλά αν δούμε, δεδομένων των συνθηκών, τις αντίρροπες πολιτικές που ασκούνται από Κυβερνήσεις και Κεντρικές Τράπεζες, αντίστοιχα, μπορούμε να αντιληφθούμε ποιος είναι καλύτερος εγγυητής της σταθερότητας. Προφανώς, η λύση δεν είναι η σκληρή λιτότητα για τα βιώσιμα δημοσιονομικά, αλλά ο μετριασμός των πολλών δαπανών και, κατ’ επέκταση, ελλειμμάτων, για την αποφυγή του εκτροχιασμού, αλλά και να μην αντισταθμίζονται και οι επιπτώσεις της νομισματικής «σύσφιξης» για την καταπολέμηση του πληθωρισμού.

Βάσει των παραπάνω, είναι συνηθισμένο να χαρακτηρίζουμε δημοσιονομικές πολιτικές που επιδιώκουν την τόνωση της ζήτησης ως «πληθωριστικές» όταν το Κοινοβούλιο τις θεσπίζει, ενώ μια οικονομία βρίσκεται σε πλήρη απασχόληση. Στο βαθμό που μια κίνηση, όπως η μείωση φόρων ή η αύξηση των δαπανών, προσθέτει στην πληθωριστική πίεση ενισχύοντας τη ζήτηση, αυτή η περιγραφή είναι ακριβής. Αλλά, εάν η Fed αναμένει αυτό το αποτέλεσμα και κάνει καλά τη δουλειά της με τη «σύσφιξη» της νομισματικής πολιτικής, τότε η αντιστάθμιση στην οικονομία δεν είναι πρωτίστως αυξημένος πληθωρισμός, αλλά ένα προσωρινά υψηλότερο επιτόκιο που μειώνει το σοκ της ζήτησης. Αυτά τα υψηλότερα επιτόκια αυξάνουν στη συνέχεια το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους για την Κυβέρνηση.

Αν όμως υπάρξει πολιτική παρέμβαση στη νομισματική πολιτική, τότε ο συμβιβασμός μιας επεκτατικής δημοσιονομικής πολιτικής θα επέφερε  υψηλότερο πληθωρισμό. Στην περίπτωση της Fed, ιστορικά η Ομοσπονδιακή Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ δεν ήταν ανέκαθεν ανεξάρτητη. Για παράδειγμα, ο Πρόεδρος Richard Nixon πίεσε τον Πρόεδρο της Fed, Arthur Burns, στις αρχές της δεκαετίας του 1970, να διατηρήσει τη νομισματική πολιτική «χαλαρή» κατά την επανεκλογή του. Παρά τις πληθωριστικές πιέσεις που δημιουργήθηκαν από τα τέλη της δεκαετίας του 1960, ο Burns το έπραξε. Όταν ξέσπασε η πετρελαϊκή κρίση του 1973, αυτές οι συσσωρευμένες πιέσεις υπερβάλλουσας ζήτησης συγκρούστηκαν με το σοκ του ενεργειακού εφοδιασμού, προκαλώντας τον στασιμοπληθωρισμό της δεκαετίας του 1970.

Πηγή εικόνας: Jon Tyson / Unsplash

Στην ίδια «παγίδα» μπορεί να υποπέσει ξανά η Fed. Πρόσφατα, ο Donald Trump προειδοποίησε τον Jerome Powell να μην μειώσει τα επιτόκια των ΗΠΑ πριν από τις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου, αλλά είπε ότι εάν εκλεγεί θα άφηνε τον Πρόεδρο της Federal Reserve να υπηρετήσει τη θητεία του εάν «έκανε το σωστό». Επιπλέον, ο πρώην Πρόεδρος των ΗΠΑ έχει αναφέρει πως σκοπεύει να πολιτικοποιήσει τη Fed κατά τη θητεία του, εφόσον εκλεγεί ξανά, ξεκινώντας από την προσπάθεια να αναγκάσει τον Powell να αποχωρήσει πριν από το τέλος της θητείας του ως προέδρου της Fed το 2026, εκτός βέβαια αν πράξει το «σωστό» για τον ίδιο.

Οι επενδυτές ανησυχούν ότι ο πρώην Πρόεδρος θα επιδιώξει να ανατρέψει τον Powell , ο οποίος θεωρείται ευρέως στη Wall Street ως αποτελεσματικός διοικητής. Η πίεση να κάνει το «σωστό» και η πολιτικοποίηση της Fed, ουσιαστικά, αποσκοπεί στη διευκόλυνση της ενδεχόμενης επόμενης Κυβέρνησης Trump να αυξήσει να δημιουργήσει ελλείμματα και να αυξήσει το χρέος, ενώ, παράλληλα, θα πέσει τεχνικά η αξία του δολαρίου, κάνοντας τα εξαγωγικά προϊόντα των ΗΠΑ πιο ανταγωνιστικά στο διεθνές εμπόριο. Αν διαβάσει κανείς την οικονομική του ατζέντα, χωρίς να κάνει κάποια ποσοτικοποίηση, είναι εύκολο να διακρίνει την έλλειψη δημοσιονομικών ισοδύναμων απέναντι στις υποσχόμενες δαπάνες και μειώσεις φόρων.


TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Κωνσταντίνος Γκότσης, Διευθυντής Έκδοσης
Κωνσταντίνος Γκότσης, Διευθυντής Έκδοσης
Γεννήθηκε το 2001 στην Καλαμάτα. Σπουδάζει στο Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών. Στον ελεύθερό του χρόνο του αρέσει να διαβάζει πολιτικο-οικονομικά και ιστορικά βιβλία και να παρακολουθεί θέματα της επικαιρότητας.