Του Χρήστου Ζησιάδη,
Η Σαπφώ αποτελεί αδιαμφισβήτητα μία από τις πιο εξέχουσες γυναικείες ποιητικές προσωπικότητες της αρχαιότητας. Έχει χαρακτηριστεί από τον ίδιο τον Πλάτωνα ως δέκατη μούσα και από τον Αντίπατρο ως θηλυκό Όμηρο. Έφτασε στο σημείο, μάλιστα, όταν χρησιμοποιείται η φράση «η ποιήτρια» να εννοείται το όνομά της. Ποια είναι, όμως, η γυναίκα και το έργο αυτό που έχουν εξασφαλίσει την υστεροφημία της μέχρι και σήμερα;
Αν και οι πληροφορίες για τη Σαπφώ είναι αμφισβητούμενες, τα στοιχεία δείχνουν πως γεννήθηκε στην Ερεσό περίπου το 630 π.Χ. και πέρασε τα περισσότερα χρόνια της ζωής της στη Λέσβο, όπου και απεβίωσε περίπου το 580 π.Χ. Ήταν σύγχρονη του σπουδαίου ποιητή Αλκαίου και του Πιττακού, ενός εκ των επτά σοφών της αρχαιότητας, όπου δραστηριοποιούνταν στη Λέσβο. Είχε τρεις αδερφούς, οι οποίοι αναφέρονται στην ποίησή της, και μία κόρη.
Η Λέσβος, την περίοδο εκείνη, βρισκόταν σε πολιτικές αναταράξεις με αποτέλεσμα να εξοριστεί και η ίδια στη Σικελία λόγω της αριστοκρατικής καταγωγής της. Όταν τα πράγματα ηρέμησαν και κατάφερε να επιστρέψει στο νησί, δημιούργησε έναν κύκλο από κορίτσια τα οποία φαίνεται πως διδάσκονταν μουσική, ποίηση, χορό, τρόπους συμπεριφοράς και ενδυμασίας. Ποιος ακριβώς ήταν όμως ο σκοπός αυτού του κύκλου μαθητριών, δεν είναι σίγουρο. Αρκετοί είναι αυτοί που εικάζουν πως πρόκειται για κάποιου είδους λατρευτικού κύκλου προς την Αφροδίτη, ενώ άλλοι υποστηρίζουν πως ήταν κάτι σαν σχολή διδασκαλίας τεχνών. Όποιος και αν ήταν ο σκοπός της οργάνωσης αυτής ένα είναι σίγουρο, πως συμμετείχαν στα κοινωνικά και θρησκευτικά δρώμενα του νησιού.
Κάτι ακόμα που αξίζει να αναφερθεί, είναι πως ο ρόλος των γυναικών στο νησί της Λέσβου ήταν διαφορετικός από τον υπόλοιπο Ελλαδικό χώρο της εποχής. Εδώ συναντάμε γυναίκες που μορφώνονται, δημιουργούν, εκφράζονται και δεν είναι υποχρεωμένες να βρίσκονται στο σπίτι. Οπότε η δράση της Σαπφούς δεν αποτελεί εξαίρεση για την εποχή. Αυτό που αποτελεί εξαίρεση όμως είναι η μνεία που έγινε ανά τους αιώνες προς το πρόσωπό της.
Το έργο της Σαπφούς αποτελείται από ποιήματα, επιγράμματα, ωδές, επιθαλάμια και ελεγείες. Η γλώσσα που χρησιμοποιεί είναι η αρχαϊκή αιολική, πράγμα που την καθιστά ιδιαίτερα δύσκολη προς την ανάγνωσή της ήδη από τα ύστερα ελληνιστικά χρόνια, όπου η κυρίως ομιλούμενη διάλεκτος ήταν η αττική ιωνική διάλεκτος.
«φαίνεταί μοι κῆνος ἴσος θέοισιν
ἔμμεν᾽ ὤνηρ, ὄττις ἐνάντιός τοι
ἰσδάνει καὶ πλάσιον ἆδυ φωνεί-
σας ὐπακούει
καὶ γελαίσας ἰμέροεν, τό μ᾽ ἦ μὰν
καρδίαν ἐν στήθεσιν ἐπτόαισεν·
ὠς γὰρ ἔς σ᾽ ἴδω βρόχε᾽, ὤς με φώναι-
8σ᾽ οὐδ᾽ ἒν ἔτ᾽ εἴκει,
ἀλλ᾽ ἄκαν μὲν γλῶσσα †ἔαγε†, λέπτον
δ᾽ αὔτικα χρῶι πῦρ ὐπαδεδρόμηκεν,
ὀππάτεσσι δ᾽ οὐδ᾽ ἒν ὄρημμ᾽, ἐπιρρόμ-
βεισι δ᾽ ἄκουαι,
†έκαδε μ᾽ ἴδρως ψῦχρος κακχέεται†, τρόμος δὲ
παῖσαν ἄγρει, χλωροτέρα δὲ ποίας
ἔμμι, τεθνάκην δ᾽ ὀλίγω ᾽πιδεύης
φαίνομ᾽ ἔμ᾽ αὔται·
ἀλλὰ πὰν τόλματον ἐπεὶ †καὶ πένητα†
Σαπφώ απ. 31
Απόδοση στα νέα ελληνικά: Η. Βουτιερίδης
Μου φαίνεται ίσος με θεούς πως είναι
ο άντρας αυτός, που κάθεται αντίκρυ σου,
κι όταν μαγευτικά μιλείς κοντά του
σε γλυκακούει»
κι όταν χαριτωμένα του γελάσεις,
μέσα στα στήθια μου η καρδιά σπαράζει.
Γιατί ως σε ιδώ μου πιάνεται η φωνή μου
τότες αμέσως,
μα κι είναι ως να μου κόπηκε κι η γλώσσα·
κι αμέσως μέσ᾽ απ᾽ το κορμί μου κάποια
φωτιά περνάει, τα μάτια μου δε βλέπουν,
τ᾽ αυτιά βουίζουν,
«ίδρωτας κρύος με λούζει κι όλη τρέμω,
και γίνομαι πιο πράσινη απ᾽ το χόρτο,
και φαίνομαι, πως λίγο θέλω ακόμη
για να πεθάνω.
Αλλά όλα αντέχονται…
Τα έργα της Σαπφούς συλλέχθηκαν και κατηγοριοποιήθηκαν σε εννέα βιβλία ανάλογα τον ρυθμό τους από Αλεξανδρινούς λόγιους, από τα οποία δεν σώζεται κανένα. Από τα περισσότερα κείμενα υπάρχουν μόνο αποσπάσματα, με εξαίρεση τον Ύμνο στην Αφροδίτη, και έφτασαν στις μέρες μας είτε μέσω αναφορών από άλλους συγγραφείς είτε μέσω των παπύρων της Οξυρρύγχου της Αιγύπτου.
«τεθνάκην δ’ ἀδόλως θέλω·
ἄ με ψισδομένα κατελίμπανεν
πόλλα καὶ τόδ’ ἔειπ.[μοι·
ὤιμ’ ὠς δεῖνα πεπ[όνθ]αμεν,
Ψάπφ’, ἦ μάν σ’ ἀέκοισ’ ἀπυλιμπάνω.
τὰν δ’ ἔγω τάδ’ ἀμειβόμαν·
χαίροισ’ ἔρχεο κἄμεθεν
μέμναισ’, οἶσθα γὰρ ὤς ⟨σ⟩ε πεδήπομεν·
αἰ δὲ μή, ἀλλά σ’ ἔγω θέλω
ὄμναισαι[…(.)].[..(.)].εαι
ὀς[ – 10 – ] καὶ κάλ’ ἐπάσχομεν·
πό[λλοις γὰρ στεφάν]οις ἴων
καὶ βρ[όδων … ]κίων τ’ ὔμοι
κα..[ – 7 – ] πὰρ ἔμοι περ⟨ε⟩θήκα⟨ο⟩
καὶ πό⌊λλαις ὐπα⌋θύμιδας
πλέκ⌊ταις ἀμφ’ ἀ⌋πάλαι δέραι
ἀνθέων ἐ[ – 6 – ] πεποημέναις
καὶ π…..[ ]. μύρωι
βρενθείωι.[ ]ρυ[..]ν
ἐξαλ⟨ε⟩ίψαο κα[ὶ ⌊βασ⌋]ι̣ληίωι
καὶ στρώμν[αν ἐ]πὶ μολθάκαν
ἀπάλαν παρ[ ]ονων
ἐξίης πόθο[ν ].νίδων
κωὔτε τις[ οὔ]τε τι
ἶρον οὐδ’ ὐ[ ]
ἔπλετ’ ὄππ[οθεν ἄμ]μες ἀπέσκομεν,
οὐκ ἄλσος .[ ].ρος
]ψοφος
]…οιδιαι»
Σαπφώ απ. 94
Απόδοση στα νέα ελληνικά: Π. Λεκατσάς
Kάλλιο το ᾽χα να πέθαινα στ᾽ αλήθεια·
μ᾽ αποχαιρέτησε με κλάματα πολλά
και μέσα στ᾽ άλλα μου ᾽λεγε κι αυτό:
― «Οϊμέ κακά που μας εβρήκαν πλήθια,
Σαπφώ μου! μ᾽ άθελά μου εγώ σ᾽ απαρατάω».
Και της απάντησα εγώ τότε: «Στο καλό,
πήγαινε στο καλό, κι όπου κι αν θα ᾽σαι
μη λησμονάς· γιατί πώς σ᾽ είχαμεν εδώ
ξέρεις· κι αν όχι, τα που ξέχασές τα πιο
άφησε να στα πω να τα θυμάσαι,
όσα γλυκά κι ωραία χαιρόμαστε κι οι δυο·
μενεξεδένια στέφανα έπλεκες πολλά
κι από ρόδα και κρόκο στα μαλλιά σου
βάζοντάς τα στο πλάι μου απαλά,
κι ανθοστέφανα κι άλλα δροσερά
στα τρυφερά κρεμούσες τα λαιμά σου
με λουλούδια γλυκόμορφα πλεχτά,
και με βρενθείου μυρωδιά βασιλική
έπαιρνες πλούσια κι έραινες, καλή μου,
την ομορφόμαλλη την κεφαλή,
και πάνω στο κρεβάτι μας το μαλακό
την απαλή . . .
των κοριτσιών τον πόθο σβούσες τον γλυκό.
Μέχρι και τον 19ο αιώνα, πριν δηλαδή από τις ανασκαφές στην Οξύρρυγχο της Αιγύπτου, ελάχιστα κείμενα σώζονταν από τη Σαπφώ. Οι πιο πρόσφατες ανακαλύψεις ποιημάτων της έγιναν το 2014, όπου ήρθαν στη δημοσιότητα άλλα εννέα ποιήματα, μεταξύ των οποίων και το Ποίημα των Αδελφών που είναι ένα από τα δύο μόνο ολοκληρωμένα ποιήματα που σώζονται μέχρι σήμερα. Όσον αφορά τους προηγουμένους αιώνες, το έργο της είχε αρχίσει ήδη να περιθωριοποιείται από τους κωμικούς της αρχαιότητας, οι οποίοι χλεύαζαν και κατηγορούσαν την Σαπφώ για ομοφυλοφιλικές τάσεις. Αρκετούς αιώνες αργότερα, και με την εμφάνιση του χριστιανισμού, η επιβίωση των έργων της γίνεται ακόμα δυσκολότερη.
Αφενός μεν δεν υπήρχε ζήτηση για τα έργα της καθώς δεν ταίριαζαν με την ηθική της νέας θρησκείας, οδηγώντας τα έτσι στη μη συστηματική αντιγραφή και διατήρησή τους. Αφετέρου δε, η ίδια η δυσκολία κατανόησης της αιολικής διαλέκτου αποτέλεσε σημαντικό πρόβλημα στη διάδοσή τους. Τέλος, υπάρχουν μαρτυρίες όπως αυτή του βυζαντινού λόγιου Ιωάννη Τζέτζη (12ο αιώνας μ.Χ.) που αναφέρεται στην προ αιώνων εξαφάνιση της ποίησής της, αλλά και του Τζερολάμο Καρντάνο (1501-1576) που γράφει για τη δημόσια καταστροφή του έργου της από τον πατέρα της εκκλησίας Γρηγόριο Νανζιαζηνό (339-390).
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Λυρικοί Ποιητές, Πρώτος Τόμος: Αλκαίος-Σαπφώ, Αθήνα: Εκδόσεις Κάκτος 1992
- Ανθολογία Αρχαϊκής Λυρικής Ποίησης, Σαπφώ, Επιμ. Σωτήρης Τσέλικας, greek-language.gr, διαθέσιμο εδώ