14.2 C
Athens
Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΙστορίαΗ πολιορκία των Πλαταιών από τους Σπαρτιάτες και τους Συμμάχους τους

Η πολιορκία των Πλαταιών από τους Σπαρτιάτες και τους Συμμάχους τους


Του Χρήστου Ζησιάδη,

Βρισκόμαστε στον τρίτο χρόνο του Πελοποννησιακού Πολέμου στη Βοιωτία, το έτος 431 π.Χ.. Οι Πλαταιείς είναι σύμμαχοι των Αθηναίων και οι γείτονές τους οι Θηβαίοι, σύμμαχοι των Σπαρτιατών. Εντός των πυλών της πόλης, όμως, υπάρχει μία φιλοθηβαϊκή μερίδα, η οποία ετοιμάζεται να προδώσει την πόλη. Πράγματι, την άνοιξη του ίδιου έτους, όπου αρχίζει και επίσημα η πρώτη φάση του Πελοποννησιακού Πολέμου, γνωστός και ως Αρχιδάμειος Πόλεμος, η πόλη θα δεχτεί αιφνιδιαστική επίθεση από τριακόσους Θηβαίους οι οποίοι θα βρουν τις πύλες ανοιχτές, χάρη στους υποστηρικτές τους εντός της πόλης. Οι Πλαταιείς θα καταφέρουν να αμυνθούν αυτή τη φορά από τον Θηβαϊκό επεκτατισμό, σκοτώνοντας τους 180 από τους επιτιθέμενους.

Τα πράγματα θα πάρουν, όμως, διαφορετική τροπή, όταν το 429 π.Χ. η πόλη θα πολιορκηθεί από τον βασιλιά Αρχίδαμο της Σπάρτης και τους συμμάχους του. Οι Πλαταιείς, γνωρίζοντας ήδη τις διαθέσεις των Σπαρτιατών, έστειλαν όλο τον άμαχο πληθυσμό τους στην Αθήνα προκειμένου να τους σώσουν, αφήνοντας πίσω μόνο 400 άνδρες, 80 Αθηναίους και 110 γυναίκες ως φροντιστές των πολεμιστών.

Για τους Λακεδαιμόνιους, οι Πλαταιές δεν ήταν τίποτα άλλο παρά μία εχθρική βάση μέσα στη συμμαχική Βοιωτία. Οι Αθηναίοι από την άλλη, βρίσκονται ήδη εξαντλημένοι από τον λοιμό και διστάζουν να αντιμετωπίσουν τη Σπαρτιατική πολεμική μηχανή στη στεριά. Απελπισμένοι οι Πλαταιείς, στέλνουν αμέσως πρέσβεις στην Σπάρτη προκειμένου να διαπραγματευτούν.

Εξώφυλλο του έργου Ιστορίαι του Θουκυδίδη από έκδοση του 1629 με τίτλο Eight bookes of the Peloponnesian Warre written by Thucydides the sonne of Olorus. Interpreted with faith and diligence immediately out of the Greeke by Thomas Hobbes secretary to ye late Earle of Deuonshire. Thucydides / London: Imprinted [at Eliot’s Court Press] for Hen: Seile, and are to be sold at the Tigres Head in Paules Churchyard 1629. Πηγή εικόνας: wikimedia.org

Μετά από μία μακροσκελής δημηγορία, όπου στόχο είχε να υπενθυμίσει στους Λακεδαιμόνιους τους όρκους που είχαν δώσει το 479 π.Χ. στη μάχη των Πλαταιών, κατά τη διάρκεια των Περσικών πολέμων, οι Σπαρτιάτες δεν θα πτοηθούν ιδιαίτερα από τα λόγια τους, αλλά θα τους ζητήσουν να μείνουν ουδέτεροι στον πόλεμο. Αυτό, ωστόσο, δεν ήταν εφικτό, καθώς η ουδετερότητα θα σήμαινε πως θα μπορούσαν να γίνουν έρμαια της ισχυρότερης και εχθρικής πόλης της Θήβας, όπως και της Αθήνας (όπου βρισκόταν ήδη ο άμαχος τους πληθυσμός) σε περίπτωση που διέλυαν την συμμαχία τους και έτσι αναγκάστηκαν να αρνηθούν. Μετά την αρνητική απάντησή τους, ο βασιλιάς Αρχίδαμος αρχίζει την πολιορκία της πόλης.

Ο αποκλεισμός της διήρκησε δύο χρόνια και χρησιμοποιήθηκαν διάφορες ενδιαφέρουσες τεχνικές πολιορκίας, με πολλές από αυτές να είναι σπάνιες στον μέχρι τότε ελλαδικό χώρο. Οι Σπαρτιάτες πρώτα έκοψαν τα δέντρα της περιοχής και δημιούργησαν μία τάφρο και στην συνέχεια, άρχισαν την επιχωμάτωση ενός αδύναμου σημείου του τείχους της πόλης, προκειμένου να δημιουργήσουν έναν διάδρομο, εξαιρετικά χρήσιμο για την έφοδο, προς αυτό. Οι Πλαταιείς, όμως, ύψωναν και αυτοί το τείχος σε αυτό το σημείο με πρόχειρα υλικά από τα σπίτια της πόλης, με αποτέλεσμα να αναιρούν τις προσπάθειες των επιτιθέμενων. Επίσης, σε αυτή την πολιορκία έχουμε από τις πρώτες καταγεγραμμένες χρήσεις πολιορκητικών μηχανών, τύπου κριού και χελώνας, τις οποίες οι αμυνόμενοι αντιμετώπισαν με επιτυχία χρησιμοποιώντας δοκάρια και θηλιές από το τείχος, καταστρέφοντας, έτσι, τα έμβολα ή ανατρέποντάς τες. Απογοητευμένοι οι Λακεδαιμόνιοι από τις αποτυχίες των μηχανών και του αναχώματος, αποφάσισαν να καταλάβουν την πόλη μέσω του αποκλεισμού. Κατασκεύασαν διπλό κυκλικό τείχος γύρω από τα τείχη των Πλαταιών, ένα προς την πλευρά της πόλης, και ένα σαν εξωτερική προστασία προς τους πολιορκητές. Ανάμεσα από τα τείχη είχαν χτιστεί συνεχόμενα καταλύματα για τους στρατιώτες, με τέτοιο τρόπο ώστε να μοιάζουν σαν τείχος, ενώ υπήρχαν και πολεμίστρες και στις δύο πλευρές. Ανά δέκα πολεμίστρες υπήρχαν πύργοι, κάνοντας έτσι τον κλοιό των Πελοποννήσιων ασφυχτικό και αδιαπέραστο.

Με την κατάσταση από την πλευρά των πολιορκημένων να γίνεται απελπιστική, ο μόνος τρόπος σωτηρίας που τους είχε απομείνει ήταν να πραγματοποιήσουν έξοδο, με την ελπίδα να διασπάσουν τις άμυνες των εχθρών και να περάσουν πάνω από τα τείχη τους. Φυσικά, υπήρξαν πολλοί που βρήκαν αυτό το σχέδιο ριψοκίνδυνο και έτσι έμειναν μόνο 220 άτομα από αυτούς που ήταν πρόθυμοι να λάβουν μέρος στην επιχείρηση. Το σχέδιο υποβλήθηκε από τον στρατηγό Ευπομπίδη του Δαϊμάχου και τον μάντη Θεαίνατο του Τολμίδου. Οι πολιορκημένοι κατασκεύασαν τις σκάλες που χρειάζονταν προκειμένου να περάσουν τα εχθρικά τείχη και περίμεναν για την κατάλληλη στιγμή.

Διάφορα είδη πολιορκητικών εμβόλων (κριοί) παρόμοια με αυτά που χρησιμοποιήθηκαν στην πολιορκία των Πλαταιών. Πηγή εικόνας: picryl.com

Έτσι, μία βροχερή νύχτα και δίχως φεγγάρι, προκειμένου να μπορούν να κρύβονται καλύτερα και να μην ακούγεται ο θόρυβος των βημάτων τους, η επιχείρηση ξεκινά. Οι πολιορκημένοι διασχίζουν με επιτυχία την τάφρο. Είχαν φροντίσει να βρίσκονται σε απόσταση αναμεταξύ τους προκειμένου να μην χτυπούν τα όπλα τους και φορούσαν παπούτσι μόνο στο αριστερό πόδι για να μην γλιστρούν στις λάσπες. Στη συνέχεια, τοποθέτησαν τις σκάλες στις πολεμίστρες και άρχισαν να σκαρφαλώνουν. Όταν είχαν ανέβει ήδη αρκετοί, ένας από αυτούς τους Πλαταιείς έριξε ένα κεραμίδι καθώς σκαρφάλωνε, με αποτέλεσμα οι Πελοποννήσιοι να ανησυχήσουν και οι φρουροί να πάρουν τις θέσεις τους. Εν τω μεταξύ, αυτοί που βρίσκονταν στο εσωτερικό της πόλης έκαναν έφοδο προκειμένου να βοηθήσουν αυτούς που έκαναν την έξοδο.

Οι Πλαταιείς που βρίσκονταν πάνω στα τείχη κατάφερα να ανακτήσουν τον έλεγχο δύο πύργων, από τους οποίους τόξευαν όσους εκ της μόνιμης Πελοποννήσιας φρουράς των τριακοσίων ατόμων πλησίαζαν. Οι υπόλοιποι έστηναν σκάλες και περνούσαν πάνω από το τείχος που υπήρχε ανάμεσα στους δύο πύργους. Όταν πέρασαν όλοι, τότε και με δυσκολία, ακολούθησαν αυτοί που ήταν στους πύργους και κατευθύνθηκαν όλοι μαζί προς την τάφρο. Καθώς στέκονταν στο χείλος της τάφρου, είδαν να τρέχουν κατά πάνω τους οι τριακόσοι της φρουράς, κρατώντας δάδες. Κατάφεραν να τους απομακρύνουν, όμως, καθώς μπορούσαν να τους διακρίνουν καλύτερα μέσα στο σκοτάδι από ότι εκείνοι που κρατούσαν δάδες και τους τόξευαν στα ακάλυπτα μέρη του κορμιού τους. Με αυτό τον τρόπο κατάφεραν όλοι οι Πλαταιείς να περάσουν την παγωμένη τάφρο και να πάρουν τον δρόμο που οδηγούσε προς τις Θήβες, επειδή ακριβώς πίστευαν πως δεν θα υποψιαστεί κανείς ότι κατευθύνονται προς τον εχθρό, και στην συνέχεια έστριψαν προς την Αθήνα, καταφέρνοντας έτσι να σωθούν 212 άντρες. Οι Πλαταιείς που βρίσκονταν ακόμα στην πόλη, μην γνωρίζοντας τι απέγιναν οι υπόλοιποι, θεώρησαν πως δεν σώθηκε κανείς και ζήτησαν ανακωχή. Όταν όμως έμαθαν τα γεγονότα, πήραν το αίτημά τους πίσω και η πολιορκία συνεχίστηκε μέχρι το καλοκαίρι, όπου και εν τέλει παραδόθηκαν.

Προτομή Θουκυδίδη. Πηγή εικόνας: wikimedia.org

Από αυτό το σημείο, αρχίζει ένα από τα μελανά περαστικά της ιστορίας της Σπάρτης. Λίγες μέρες μετά την παράδοση, φτάνουν πέντε Λακεδαιμόνιοι δικαστές. Αυτοί ρωτάνε τους Πλαταιείς τι καλό έχουν κάνει για τη Σπάρτη και τους συμμάχους της. Μετά από μία σειρά δημηγοριών μεταξύ των Πλαταιών και των εχθρών τους Θηβαίων, όπου επικράτησε ο λόγος των δεύτερων, οι δικαστές κάνουν την ίδια ερώτηση και σε κάθε πολίτη των Πλαταιών ξεχωριστά. Όποιος απαντούσε αρνητικά, δηλαδή όλοι, εκτελούνταν επί τόπου. Το ίδιο συνέβη και με τους Αθηναίους συμμάχους, ενώ οι γυναίκες έγιναν δούλες. Έπειτα, οι Πελοποννήσιοι ισοπέδωσαν την πόλη και έχτισαν έναν ναό από τα ερείπια προς τιμήν της Ήρας. Με αυτό τον τρόπο, μία από τις ιστορικότερες πόλεις της Ελλάδος ισοπεδώθηκε και παρέμεινε έτσι μέχρι την επιστροφή των αμάχων από την Αθήνα το 386 π.Χ., πολύ μετά τη λήξη του Πελοποννησιακού Πολέμου.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
  • Θουκυδίδης, Άπαντα (μτφρ. Αναστάσιος Γεωργοπαπαδάκος), Αθήνα: Εκδόσεις Κάκτος 1992

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Χρήστος Ζησιάδης
Χρήστος Ζησιάδης
Γεννήθηκε στην Πτολεμαΐδα το 1997 και συνέχισε τις σπουδές του στο Τμήμα Μουσικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης στον τομέα της Ιστορικής Μουσικολογίας και με ειδικό ενδιαφέρον στην αρχαία ελληνική μουσική. Παράλληλα, σπούδασε ανώτερα θεωρητικά σε ωδεία, ενώ τα τελευταία χρόνια ασχολείται με την αρχαία ελληνική λύρα. Προτιμά να αφιερώνει τον ελεύθερό του χρόνο στην ανάγνωση βιβλίων, τη συγγραφή και τον μοντελισμό.