Του Κωνσταντίνου Γκότση,
Ο θερμικός άνθρακας, μία από τις βασικές κατηγορίες άνθρακα, θεωρείται η πιο «βρώμικη» (μη φιλική προς το περιβάλλον) πηγή ενέργειας που χρησιμοποιείται στην παγκόσμια οικονομία για την παραγωγή ηλεκτρισμού (και όχι μόνο). Για αυτόν ακριβώς τον λόγο, εδώ και αρκετά χρόνια, οι Κυβερνήσεις, κυρίως στη Δύση, παλεύουν για να μειώσουν τη χρήση του, με σκοπό να τον αποβάλλουν εντελώς από την παραγωγή, αντικαθιστώντας το με πιο «καθαρές» πηγές ενέργειας.
Πέρυσι οι ΗΠΑ και η ΕΕ μείωσαν τη χρήση τους κατά 21% και 23%, αντίστοιχα. Τον Απρίλιο η Γερμανία έκλεισε 15 εργοστάσια παραγωγής ενέργειας από άνθρακα σε ένα μόνο Σαββατοκύριακο. Η Κίνα, επίσης, αντικαθιστά με ταχύ ρυθμό με την ηλιακή και την αιολική ενέργεια τον άνθρακα. Ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας εκτιμά ότι η χρήση άνθρακα στη χώρα θα συρρικνωθεί κατά 4% έως το 2026.
Ενδεικτικό είναι, μάλιστα, πως με αυτήν την πολιτική που ακολουθείται υπολογίζεται, σύμφωνα με έρευνα του Global Energy Monitor, πως στην παγκόσμια βιομηχανία άνθρακα ενδεχομένως να χαθούν γύρω στο 1 εκατ. θέσεις εργασίας έως το 2050, λόγω των «λουκέτων» που (θα) μπαίνουν σε ορυχεία διεθνώς. Ουσιαστικά, εκτιμάται πως θα επηρεαστεί το 37% περίπου της βιομηχανίας παγκοσμίως και ο αντίκτυπος θα ήταν παρόμοιος ακόμα και αν οι κλιματικοί στόχοι των Δυτικών κρατών ήταν πιο ελαστικοί. Περισσότεροι από 400.000 εργαζόμενοι δουλεύουν σε ορυχεία που θα μπορούσαν να κλείσουν μετά το 2035 και έως και 100 ανθρακωρύχοι την ημέρα θα μπορούσαν να απολυθούν μέσα στα επόμενα 12 χρόνια.
Σε επίπεδο χωρών, η Κίνα και η Ινδία θα μπορούσαν να είναι μεταξύ των οικονομιών που έχουν πληγεί περισσότερο. Η Κίνα αντιπροσωπεύει περισσότερο από το μισό του παγκόσμιου εργατικού δυναμικού των ανθρακωρυχείων, ενώ οι τρεις πρώτες περιοχές παραγωγής άνθρακα αντιπροσωπεύουν περισσότερο από το ένα τέταρτο της παγκόσμιας παραγωγής. Επίσης, η Coal India, μια κρατική εταιρεία άνθρακα και ένας από τους μεγαλύτερους εργοδότες της χώρας στον κλάδο, θα μπορούσε να χάσει σχεδόν 74.000 θέσεις εργασίας μέχρι το 2050. Άλλες χώρες που θα μπορούσαν να επηρεαστούν σε μεγάλο βαθμό με μεγάλο ποσοστό ορυχείων που έχει προγραμματιστεί να κλείσουν τις επόμενες δεκαετίες περιλαμβάνουν την Ινδονησία, τη Νότια Αφρική, τη Ρωσία, την Πολωνία και την Αυστραλία. Στις ΗΠΑ ο αντίκτυπος αναμένεται να είναι μέτριος.
Κατά την τρέχουσα περίοδο, λοιπόν, παρατηρείται μια ήπια υποχώρηση των τιμών του άνθρακα στη διεθνή αγορά, ειδικά σε σχέση με τα υψηλά που είχαν σημειώσει το 2022, καθώς η Κίνα, η βασική καταναλώτρια άνθρακα σε παγκόσμιο επίπεδο, αντιμετωπίζει οικονομικά προβλήματα, ενώ, λόγω των περιορισμών που θέτουν τα κράτη στα πλαίσια της «πράσινης» πολιτικής κάνουν όλο και λιγότερο ελκυστικό το συγκεκριμένο εμπόρευμα. Ωστόσο, τα πολεμικά μέτωπα, ειδικά το Ρωσοουκρανικό, ενίσχυσαν την τιμή του (και σε πραγματικούς όρους) σε υψηλότερα επίπεδα από ό,τι πριν την έναρξη της ενεργειακής κρίσης, χωρίς όμως να παρουσιάζονται σημαντικές διακυμάνσεις, όπως σε άλλα εμπορεύματα εν μέσω αναταραχών.
Η σημαντική ανανέωση του αποθέματός του το 2023, ακολουθούμενη από έναν ήπιο χειμώνα, σημαίνει ότι οι εγκαταστάσεις αποθήκευσης της Ευρώπης παραμένουν κατά 65% γεμάτες, πολύ πάνω από τον μακροπρόθεσμο μέσο όρο. Το απόθεμα της Κίνας είναι επίσης σε πολύ καλό επίπεδο. Η προσφορά, γενικότερα είναι άφθονη, έχοντας αυξηθεί πάνω από 10% σε δύο χρόνια, και η παραγωγή της Κίνας σημειώνει ρεκόρ, καθώς η χώρα προσπαθεί να μειώσει την εξάρτησή της από τις εισαγωγές. Η Ρωσία, επίσης, βρήκε άλλους αγοραστές, αντί των Ευρωπαίων, για να πωλήσει τους 50 εκατ. τόνους άνθρακα (αξίας περίπου του 3% των παγκόσμιων εμπορικών όγκων). Παράλληλα, η ανάπτυξη διεθνώς είναι αναιμική, έως και στάσιμη.
Στον αντίποδα, η μείωση της ζήτησης λόγω των «πράσινων» πολιτικών στις ανεπτυγμένες οικονομίες αντισταθμίζεται εν μέρει από τον αναπτυσσόμενο κόσμο, ο οποίος έχει αυξήσει την κατανάλωση του άνθρακα για να καλύψει τις ενεργειακές του ανάγκες, καθώς αποτελεί φθηνή (χαμηλό κόστος μεταφοράς) και αξιόπιστη πηγή ενέργειας που —σήμερα— έχει μεγάλη προσφορά. Επίσης, η χρήση αναπόφευκτη χρήση του σε κλάδους των Δυτικών οικονομιών αντισταθμίζει, επίσης, τις πτωτικές πιέσεις που δέχεται η τιμή του από τη μεγάλη προσφορά. Παράδειγμα αποτελεί η τεχνητή νοημοσύνη. Οι ΗΠΑ καθυστερούν τη διακοπή λειτουργίας εργοστασίων άνθρακα εν μέσω προσδοκιών για αύξηση της ζήτησης ενέργειας από την τεχνητή νοημοσύνη και ανησυχιών για την αξιοπιστία του δικτύου. Εν γένει, η περιορισμένη χρήση του στη βιομηχανία και τις μεταφορές το καθιστά λιγότερο ευαίσθητο στον οικονομικό κύκλο από άλλα ορυκτά και καύσιμα.
Με τον καιρό, βέβαια, η ζήτηση αναμένεται να μειωθεί οριστικά. Ωστόσο, αυτό μπορεί να μην μειώσει την ελκυστικότητα του άνθρακα στους επενδυτές, καθώς η προσφορά πιθανότατα θα μειωθεί ταχύτερα.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Is coal the new gold?, econonomis.com, διαθέσιμο εδώ
- AI’s thirst for electricity risks slowing US coal phaseout, ft.com, διαθέσιμο εδώ
- EU “green” funds invest millions in expanding coal giants in China, India, climatechangenews.com, διαθέσιμο εδώ