12.1 C
Athens
Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΟικονομίαΟι τράπεζες της νέας εποχής

Οι τράπεζες της νέας εποχής


Του Άρη Γλυκού,

Η κρίση του 2008, πέρα από τις σημαντικές οικονομικές συνέπειες για το σύνολο της υφηλίου, δημιούργησε μεγάλη δυσπιστία από τους πολίτες προς τις τράπεζες. Παράλληλα, η αύξηση της χρήσης των κινητών τηλεφώνων, του διαδικτύου και η τεχνολογική πρόοδος, επέτρεψε σε καινοτόμες τεχνολογίες να εισχωρήσουν και στον οικονομικό τομέα ενδυναμώνοντας ουσιαστικά τον κλάδο του “fintech” (financial technology).

Τα χαρακτηριστικά αυτά μπορούν σε ένα σημαντικό βαθμό να περιγράψουν και το Bitcoin. Αποτελούν, όμως, και τον λόγο για τον οποίο δημιουργήθηκε μια υπηρεσία, που επί του παρόντος, έχει μεγαλύτερο αντίκτυπο στην καθημερινότητα, οι “neo-banks”. Ο όρος “neo-bank” αναφέρεται στις «νέες τράπεζες», οι οποίες προσφέρουν όλες τους τις υπηρεσίες μέσω διαδικτύου και δεν έχουν φυσικά καταστήματα. Στην Ελλάδα, μια από τις πιο γνωστές “neo-banks” είναι η Revolut.

Παράλληλα με τον όρο “neo-banks”, χρησιμοποιείται και ο όρος “challenger banks”. Η δεύτερη αυτή ονομασία προέρχεται από το Ηνωμένο Βασίλειο, όπου χρησιμοποιήθηκε ευρέως ο όρος, για να περιγράφει τράπεζες βασισμένες σε “fintech”, οι οποίες ανταγωνίζονταν τις «παραδοσιακές» τράπεζες. Η περιγραφή αυτή, αποτελεί και το βασικό χαρακτηριστικό για να παρασχεθεί και ένα διαχωριστικό κριτήριο ανάμεσα στα δύο είδη τραπεζών. Οι “neo-banks” θεωρούνται πλέον οι τράπεζες που έχουν άμεση σχέση με τις παραδοσιακές τράπεζες, χρησιμοποιώντας την τραπεζική άδεια αυτών. Αντίθετα, οι “challenger banks” αντιτίθενται ευθέως στις παραδοσιακές, διεκδικώντας ένα μέρος της αγοράς, έχοντας παράλληλα δική τους τραπεζική άδεια. Βασική διαφορά των δύο ειδών τραπεζών είναι ότι μια “challenger bank” μπορεί να έχει και φυσικά καταστήματα. Με βάση την παραπάνω ορολογία η Revolut μπορεί να χαρακτηριστεί και “challenger bank”, καθώς κατέχει τραπεζική άδεια. Επομένως, μια τράπεζα μπορεί να ανήκει ταυτόχρονα και στις δύο κατηγορίες.

Πηγή εικόνας: AI generated / Freepik

Οι “neo-banks” προσφέρουν σημαντικά πλεονεκτήματα, ειδικά σε μια περίοδο όπως την παρούσα, με τα υψηλά επιτόκια. Κύριο θετικό, για πληθώρα πελατών των τραπεζών αυτών, είναι οι χαμηλότερες προμήθειες που καλούνται να πληρώσουν, καθώς και υψηλότερα ποσοστά επιτοκίων για τις καταθέσεις τους. Αυτό είναι απόρροια των μικρότερων λειτουργικών κοστών των ψηφιακών τραπεζών, σε σχέση με τις παραδοσιακές, οι οποίες έχουν και φυσικά καταστήματα. Σε συνδυασμό με τις χαμηλότερες χρεώσεις, παρέχεται παράλληλα και μεγαλύτερη διαφάνεια σε σύγκριση με τις «παραδοσιακές» τράπεζες.

Επιπλέον, προσφέρουν εφαρμογές –για κάθε συσκευή– αποτελεσματικότερες αυτών του e-banking, που προσφέρουν οι παραδοσιακές τράπεζες, αφού το σύνολο των επαφών με το πελάτη πραγματοποιείται μέσω αυτών και επιδιώκουν να είναι περισσότερο ευέλικτες και χρήσιμες. Αυτό συνεπάγεται και ταχύτερες διαδικασίες από την στιγμή που αρχίζει η συνεργασία με την τράπεζα, με το άνοιγμα ενός λογαριασμού, αλλά και την μετέπειτα διαχείριση του λογαριασμού. Στο σημείο αυτό, αξίζει να σημειωθεί ότι η πραγματοποίηση του συνόλου των ενεργειών από μια διαδικτυακή εφαρμογή επιτρέπει στην εταιρεία να συγκεντρώσει τα απαραίτητα δεδομένα για να προσφέρει εξατομικευμένες υπηρεσίες και προσφορές σε κάθε πελάτη. Ένα ακόμη σημαντικό χαρακτηριστικό που έχουν αρκετές τράπεζες αυτού του είδους είναι η δυνατότητα διαχείρισης πολλαπλών νομισμάτων και ανταγωνιστικές τιμές για μετατροπή συναλλάγματος.

Είναι αυτονόητο, όμως, ότι αποτελούν μια νέα μορφή τραπεζών και υπάρχουν ακόμα σημαντικά προβλήματα στην λειτουργία τους. Αρχικά, η έλλειψη φυσικών καταστημάτων δυσχεραίνει τις καταθέσεις μετρητών, οι οποίες, εφόσον είναι δυνατό να πραγματοποιηθούν, γίνονται μέσω ταχυδρομείου και άρα συνεπάγεται μεγάλη καθυστέρηση. Επιπρόσθετα, συχνά οι “neo banks” δεν είναι πλήρεις τράπεζες και δεν μπορούν να προσφέρουν ένα σύνολο τραπεζικών υπηρεσιών, όπως είναι τα στεγαστικά δάνεια στους πελάτες τους, καθιστώντας τις παραδοσιακές τράπεζες απαραίτητες. Τέλος, ο αμιγώς διαδικτυακός χαρακτήρας και η ενασχόλησή τους με τον χρηματοπιστωτικό τομέα, τις καθιστά βασικό στόχο για κυβερνοεπιθέσεις.

Πηγή εικόνας: fullvector / Freepik

Η πρώτη «νέα τράπεζα» ιδρύθηκε το 2009 στις Η.Π.Α., με την ονομασία BankSimple, ενώ άρχισε επίσημα την λειτουργία της το 2012, προσφέροντας την δυνατότητα σε πολίτες της χώρας να ανοίξουν λογαριασμούς όψεως. Το 2021, αγοράστηκε από την Banco Bilbao Vizcaya Argentaria (BBVA), –μια εκ των μεγαλύτερων τραπεζών της Ευρώπης– και έπαψε να λειτουργεί. Η συγκεκριμένη τράπεζα βοήθησε στην εξέλιξη της Simple από το 2011, ακόμα, προσφέροντας σημαντικά χρηματικά κεφάλαια.

Από τις πρώτες “neo banks” στην Ελλάδα αλλά και στην Ευρώπη, ήταν η Viva Wallet, η οποία συνεχίζει μέχρι και σήμερα την λειτουργία της σε διεθνές επίπεδο. Τα βήματα της Viva ακολουθεί και η Snappi, μια neo bank, εγχείρημα της Τράπεζας Πειραιώς, η οποία στις 28 Ιουνίου 2024 έλαβε τραπεζική άδεια από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Παρά το γεγονός ότι υπάρχουν ήδη αρκετές «νέες τράπεζες» που δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα, η σφραγίδα μιας εκ των συστημικών τραπεζών μπορεί να αποδειχθεί καθοριστική για τον κλάδο. Η σημασία της “neo-bank” επιβεβαιώθηκε και στην πρόσφατη ετήσια τακτική συνέλευση της Πειραιώς Financial Holdings, όπου έγινε ειδική μνεία από τον Διευθύνοντα Σύμβουλο της Τράπεζας Πειραιώς, Χρήστο Μεγάλου.

Στην Ελλάδα, όπου η εμπιστοσύνη στις τράπεζες είναι σε χαμηλά επίπεδα ,ενώ και οι προμήθειες είναι σε υψηλά επίπεδα, οι “neo banks”, μέσω της διαφάνειας και των ανταγωνιστικών προμηθειών και επιτοκίων που προσφέρουν, έχουν την δυνατότητα να εξελιχθούν σε ιδρύματα ισοδύναμα των παραδοσιακών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, επαναφέροντας τον ανταγωνισμό και την εμπιστοσύνη στον κλάδο.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Πειραιώς: Έλαβε τραπεζική άδεια από την ΕΚΤ η snappi, NEWS 247, διαθέσιμο εδώ
  • What Is A Neobank?, Forbes, διαθέσιμο εδώ
  • Viva Wallet: Η ιστορία της ελληνικής Neobank και η πορεία της προς την κορυφή του fintech, Startupper, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Άρης Γλυκός
Άρης Γλυκός
Σπουδάζει στο τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών. Τον ενδιαφέρουν το χρηματιστήριο και τα κρυπτονομίσματα. Στον ελεύθερο χρόνο του, ασχολείται με το σκάκι, διαβάζει βιβλία και παίζει μπάσκετ.