Της Βασιλικής Μπουτκάρη,
Έγκλημα είναι κάθε προσβολή του εννόμου αγαθού που έχει ως αποτέλεσμα μια μεταβολή στον εξωτερικό κόσμο στην συγκεκριμένη περίπτωση στην οποία θα εξεταστεί παρακάτω. Δέκτης της προσβολής είναι το έμβρυο. Έμβρυο είναι το γονιμοποιημένο ωάριο από την στιγμή της γονιμοποίησης μέχρι και την γέννηση του.
Διακοπή της κύησης: Α304 ΠΚ
Το έννομο αγαθό που προστατεύεται στο άρθρο 304 ΠΚ είναι το έμβρυο. Φορέας των προσωπικών έννομων αγαθών είναι μόνο ο άνθρωπος. Επομένως, υποκείμενο δικαιωμάτων και άρα και φορέας συμφερόντων μπορεί να είναι μόνο ο άνθρωπος από τη στιγμή της γέννησης του, από τη στιγμή δηλαδή που εμφανίζεται στον εξωτερικό κόσμο φέροντας τα βασικά μορφικά χαρακτηριστικά του ανθρώπινου είδους. Το έμβρυο από την εμφύτευση του και μετά εμφανίζεται πλέον ως φυσική ιδιότητα του γυναικείου σώματος, με αυτοτελή προορισμό την εξέλιξη του σε αυτοτελή άνθρωπο και η γυναίκα μπορεί να αποφασίζει μόνη αυτή για τη διακοπή ή τη συνέχιση της κύησης της, χωρίς να ενδιαφέρει ειδικότερα αν θα είναι η νόμιμη μητέρα του παιδιού που θα γεννηθεί ή αν κυοφορεί ως παρένθετη μητέρα.
Στο άρθρο 304 παρ.1 ΠΚ αναφέρεται ρητά πως τιμωρείται με κάθειρξη έως δέκα έτη όποιος με δόλο διακόπτει την κύηση χωρίς τη συναίνεση της εγκύου. Πιο συγκεκριμένα, δράστης του εγκλήματος μπορεί να είναι οποιοδήποτε άτομο, εκτός από την έγκυο. Επομένως, πρόκειται για έγκλημα κοινό. Αντικείμενο προσβολής είναι το έμβρυο ως ιδιότητα του σώματος της εγκύου και μπορεί να είναι μόνο το ζωντανό έμβρυο. Ως τρόπος τέλεσης του εγκλήματος νοείται η θανάτωση του εμβρύου. Η έγκυος θα πρέπει να βρίσκεται σε θέση να μπορεί να αντιληφθεί τι κάνει και να μπορεί να κατευθύνει την πράξη της. Η άρνησή της μπορεί να προκύπτει από όλες τις περιστάσεις τέλεσης της πράξης.
Στην παράγραφο 2 του ίδιου άρθρου αναφέρεται πως τιμωρείται με φυλάκιση έως τρία έτη ή χρηματική ποινή όποιος με τη συναίνεση της εγκύου διακόπτει με δόλο την κύηση ή προμηθεύει στην έγκυο τα μέσα για τη διακοπή της εγκυμοσύνης μειωμένη κατά το μέτρο του άρθρου 83, εφόσον έχει γίνει τουλάχιστον απόπειρα αυτής. Ειδικότερα, όταν η έγκυος είναι ανίκανη να συναινέσει, αρκεί για την υπαγωγή της πράξης στο άρθρο 304 παρ.2 ΠΚ η συναίνεση των προσώπων που έχουν τη γονική μέριμνα ή την επιμέλεια της. Ένας άλλος τρόπος προϋποθέτει τη χορήγηση στην έγκυο των κατάλληλων για τη διακοπή της κύησης μέσων, όπως, παραδείγματος χάρη, ειδικά εκτρωτικά φάρμακα ή εργαλεία.
Από την άλλη μεριά, η παράγραφος 3 του παραπάνω άρθρου αναφέρει πως η έγκυος η οποία διακόπτει την κύηση της μετά την εικοστή τέταρτη εβδομάδα ή επιτρέπει σε άλλον να τη διακόψει τιμωρείται με φυλάκιση έως έξι μήνες ή χρηματική ποινή. Εδώ το έγκλημα μπορεί να τελεστεί με δύο τρόπους: είτε διακόπτοντας η ίδια την κύηση της με οποιονδήποτε τρόπο είτε επιτρέποντας σε άλλον να τη διακόψει, εφόσον έχει παρέλθει η εικοστή τέταρτη εβδομάδα της κύησης.
Η παράγραφος 5 του ως άνω άρθρου αναφέρει πως τιμωρείται με φυλάκιση έως τρία έτη ή χρηματική ποινή η διακοπή της κύησης από αμέλεια ή η από αμέλεια πρόκληση βαριάς σωματικής βλάβης στο έμβρυο που έχει ως αποτέλεσμα τον θάνατο του νεογνού, όταν τελείται κατά την πραγματοποίηση προγεννητικού ελέγχου μετά την εικοστή εβδομάδα της κύησης ή κατά τη διάρκεια του τοκετού και πριν από την εμφάνιση του παιδιού στον εξωτερικό κόσμο. Αυτό το έγκλημα είναι κοινό, δηλαδή μπορεί να τελεστεί από τον οποιονδήποτε, κατά κανόνα όμως δράστης θα είναι γιατρός ή κάποιο άλλο μέλος μιας ιατρικής ομάδας.
Τελικό άδικο
Η διακοπή της κύησης όταν τελείται χωρίς τη συναίνεση της εγκύου, όπως και η παροχή στην έγκυο των μέσων για τη διακοπή της κύησης, είναι τελικά άδικες πράξεις. Ο άδικος χαρακτήρας της διακοπής της κύησης μπορεί να αρθεί και όταν συντρέχουν οι ειδικοί λόγοι άρσης του αδίκου που απαριθμούνται στο άρθρο 304 παρ.4 ΠΚ. Έτσι, το τελικό άδικο αίρεται αν α) δεν έχουν συμπληρωθεί δώδεκα εβδομάδες εγκυμοσύνης, β) η εγκυμοσύνη είναι αποτέλεσμα βιασμού, αποπλάνησης ανήλικης, αιμομιξίας ή κατάχρησης γυναίκας ανίκανης να αντισταθεί και δεν έχουν συμπληρωθεί δεκαεννέα εβδομάδες εγκυμοσύνης ή γ) έχουν διαπιστωθεί, με τα μέσα προγεννητικής διάγνωσης, ενδείξεις σοβαρής ανωμαλίας του εμβρύου που επάγονται τη γέννηση παθολογικού νεογνού ή υπάρχει αναπότρεπτος κίνδυνος για τη ζωή της εγκύου ή κίνδυνος σοβαρής και διαρκούς βλάβης της σωματικής ή ψυχικής υγείας της.
Υποκειμενική υπόσταση- ενοχή
Για να υπάρχει πλήρωση της υποκειμενικής υπόστασης των εγκλημάτων που αναφέρονται στις πρώτες τρεις παραγράφους του άρθρου 304 ΠΚ απαιτείται δόλος οποιουδήποτε βαθμού, ο οποίος πρέπει να καλύπτει τη θανάτωση του εμβρύου.
Σωματική βλάβη εμβρύου ή νεογνού: Α304Α ΠΚ
Αντικειμενική υπόσταση- Άδικο
Υποκείμενο τέλεσης του εγκλήματος είναι οποιοσδήποτε τρίτος εκτός από την έγκυο στην οποία γίνεται η επενέργεια. Άρα, το έγκλημα είναι κοινό. Αντικείμενο προσβολής τώρα είναι το έμβρυο από τη στιγμή που εμφυτεύεται στη γυναικεία μήτρα έως τη στιγμή που εμφανίζεται στον εξωτερικό κόσμο ως νέος άνθρωπος. Στη δεύτερη παράγραφο λοιπόν αντικείμενο προσβολής είναι το έμβρυο μετά την εικοστή εβδομάδα της κύησης για τις πράξεις που τελούνται στο πλαίσιο προγεννητικού ελέγχου και το έμβρυο από τη στιγμή έναρξης της διαδικασίας τοκετού για πράξεις που τελούνται κατά τη διάρκεια του τοκετού.
Ως τρόπος τέλεσης του εγκλήματος της πρώτης παραγράφου νοείται η βιαιοπραγία σε βάρος της εγκύου και τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον ενός έτους. Βιαιοπραγία θα μπορούσαμε να πούμε πως είναι η χρήση υλικής δύναμης που μεταβιβάζεται αποκλειστικά πάνω στο έμβρυο. Ο δεύτερος τρόπος τέλεσης του εγκλήματος είναι η χορήγηση φαρμάκων ή άλλων ουσιών.
Στην δεύτερη παράγραφο του ίδιου άρθρου δεν αναφέρονται συγκεκριμένοι τρόποι τέλεσης και το έγκλημα μπορεί να τελεστεί με οποιαδήποτε πράξη εκείνου που διενεργεί τον προγεννητικό έλεγχο μετά την εικοστή εβδομάδα της κύησης ή εκείνου που διενεργεί τοκετό ή προσφέρει βοήθεια στον γιατρό ή τη μαία κατά τη διάρκεια του τοκετού και τιμωρείται με φυλάκιση έως δύο έτη ή χρηματική ποινή.
Υποκειμενική υπόσταση
Στο πρώτο εδάφιο της πρώτης παραγράφου του συγκεκριμένου άρθρου περιγράφεται ένα έγκλημα δόλου. Ο δράστης πρέπει να γνωρίζει, έστω και ως ενδεχόμενο ότι η γυναίκα είναι έγκυος και να επιδιώκει ή να αποδέχεται την πρόκληση βαριάς σωματικής βλάβης στο έμβρυο ή την εμφάνιση της βλάβης αυτής στο νεογνό. Από την άλλη μεριά, στο δεύτερο εδάφιο της ίδιας παραγράφου τυποποιείται ένα εκ του αποτελέσματος έγκλημα. Ο δράστης γνωρίζει και πάλι ότι βιαιοπραγεί σε βάρος εγκύου ή της χορηγεί φάρμακα ή άλλες ουσίες, δεν αποδέχεται ωστόσο την πρόκληση της βαριάς σωματικής βλάβης, η οποία επέρχεται από έλλειψη προσοχής την οποία όφειλε και μπορούσε να επιδείξει.
Στη δεύτερη παράγραφο του ως άνω άρθρου περιγράφεται ένα έγκλημα αμέλειας. Ο δράστης γνωρίζει και σε αυτή την περίπτωση πως η γυναίκα είναι έγκυος, εφόσον είναι αυτός που πραγματοποιεί τον προγεννητικό έλεγχο ή τον τοκετό, δεν αποδέχεται όμως ούτε ως πιθανή την πρόκληση της βαριάς σωματικής βλάβης του εμβρύου, η οποία προκαλείται από αμέλεια του.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΠΗΓΗ
- Ελισάβετ Συμεωνίδου- Καστανίδου, Εγκλήματα κατά προσωπικών αγαθών, 4η έκδοση, Νομική Βιβλιοθήκη.