16.7 C
Athens
Τρίτη, 5 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΟ θεσμός της εκκρεμοδικίας στην ποινική δίκη

Ο θεσμός της εκκρεμοδικίας στην ποινική δίκη


Της Πετρούλας Λεοναρδοπούλου,

Ως εκκρεμοδικία ορίζεται ο θεσμός σύμφωνα με τον όποιο αν σε βάρος του ίδιου δράστη ασκηθούν περισσότερες από μια διώξεις για την ίδια πράξη-για το ίδιο έγκλημα κηρύσσονται απαράδεκτες όσες ασκήθηκαν σε μεταγενέστερο χρόνο, υπό τον όρο ότι δεν προηγούνται διαδικαστικά (άρθρο 57 παράγραφος 3 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας).  Κατά συνέπεια, εάν για το ίδιο έγκλημα κινήθηκαν εναντίον του ίδιου προσώπου δύο ποινικές διώξεις ακόμη και με διαφορετικό νομικό χαρακτηρισμό, η δεύτερη κηρύσσεται απαράδεκτη λόγω της υφιστάμενης εκκρεμοδικίας. Η εκκρεμοδικία συνιστά μια αρνητική δικονομική προϋπόθεση, ένα δικονομικό κώλυμα που λαμβάνεται υπόψη αυτεπάγγελτα σε κάθε στάδιο της ποινικής διαδικασίας (ΑΠ 1795/2029, ΑΠ 636/1977).

Από την στιγμή που κινείται η ποινική δίωξη για ένα συγκεκριμένο έγκλημα, νέα κίνηση της ποινικής δίωξης για το ίδιο έγκλημα είναι απαράδεκτη, προκειμένου να αποφευχθεί  ο ενδεχόμενο έκδοσης αντιφατικών αποφάσεων αλλά και διαφυλάξεως της αρχής «ne bis in idem», δηλαδή δεν πρέπει να υπάρχουν δύο δίκες για το ίδιο αντικείμενο. Aν το δικαστήριο παραβεί τον θεσμό της εκκρεμοδικίας και προβεί στην εκδίκαση της υπόθεσης θα θεμελιωθεί ο αναιρετικός λόγος του άρθρου 510 παράγραφος 1 περίπτωση Θ’, για υπέρβαση εξουσίας.  Το απαράδεκτο της μεταγενέστερης δίωξης απαγγέλλεται ακόμη και αν η διαδικασία που την ακολούθησε βρίσκεται σε προχωρημένο στάδιο από την πρώτη χρονικά δίωξη.

Οι προϋποθέσεις εκκρεμοδικίας είναι ίδιες με τις προϋποθέσεις του δεδικασμένου  εκτός του αμετακλήτου του βουλεύματος ή της απόφασης (ΑΠ 1203/2013, ΑΠ 480/2015.)  Ειδικότερα:

Α) Ταυτότητα προσώπου. Ως ταυτότητα προσώπου νοείται η ταυτότητα του φερόμενου ως δράστη ανεξάρτητα αν ο κατηγορούμενος αναφέρεται στις δικογραφίες ή στις μηνήσεις με ψευδές όνομα η με λανθασμένες ιδιότητες ή ακόμα και αν υπήρξαν μεταβολές σε αυτά τα στοιχεία (ΑΠ1607/2004). Άλλωστε στο άρθρο 75 του ΚΠΔ φαίνεται ρητά ότι αυτό που ενδιαφέρει είναι η φυσική ταυτότητα του κατηγορουμένου. Πρέπει το ίδιο πρόσωπο να διώκεται εκ νέου για την ίδια υλική πράξη, δηλαδή για τα ίδια πραγματικά περιστατικά. Σε περίπτωση συμμετοχής περισσοτέρων, η συντέλεση του ίδιου εγκλήματος δεν εμποδίζει η έκδοση αμετάκλητης απόφασης σε κάποιον από αυτούς την δίωξη των υπόλοιπων συμμετεχόντων. Αυτό ισχύει ακόμη και όταν η πρώτη ποινική δίωξη ασκείται σε βάρος διαφορετικών συμμετεχόντων αλλά και κατά τρίτων δραστών αγνώστων στοιχείων.

Πηγή εικόνας: pexels.com / Δικαιώματα χρήσης: Kindel Media

Β) Ταυτότητα πράξης. Ως πράξη νοείται, η φυσική πράξη ή παράλειψη με τις συνέπειες της στον εξωτερικό κόσμο και με κάθε νομική και πραγματική της όψη που ο δικαστής υποχρεούται να αξιολογήσει αυτεπαγγέλτως (ΑΠ743/2020 ΑΠ1033/2009, ΑΠ1544/2007). Ταυτότητα πράξης υφίσταται και σε παράλληλες διώξεις  που έχουν όμως τα ίδια πραγματικά περιστατικά. Αντίθετα, δεν υπάρχει ταυτότητα της πράξης όταν διαφέρει ο χρόνος και ο τόπος τέλεσης. Έτσι, έχει κριθεί ότι δεν εμποδίζεται λόγω εκκρεμοδικίας η δίωξη και η τιμωρία για την κατοχή υλικού παιδικής πορνογραφίας παρόλο που ο ίδιος ο δράστης καταδικάσθηκε σε προηγούμενο χρόνο για το ίδιο έγκλημα με κατοχή διαφορετικού πορνογραφικού υλικού ακόμη και αν οι δύο πράξεις τελέστηκαν με μια μόνο μέρα διαφορά. Εάν υπάρχει διαφορά στο πρόσωπο του παθόντος, δεν υφίσταται ταυτότητα της πράξης (ΑΠ1505/2008 ΑΠ1571/1990).

Όμως, ταυτότητα της πράξης υπάρχει όταν μια από τις περισσότερες διώξεις για την συμπεριφορά του δράστη δεν περιλαμβάνει επιβαρυντικές περιπτώσεις. Στην περίπτωση αυτήν απαγορεύεται η άσκηση νέας δίωξης εάν υπάρχει παραλλαγή του τρόπου συμμετοχής του δράστη στο έγκλημα, καθώς το αμετάκλητο βούλευμα είναι κώλυμα για την δίωξη του  ίδιου δράστη για το ίδιο έγκλημα με διαφορετική μορφή συμμετοχής. Αν δηλαδή υπάρχει βούλευμα για την τέλεση του εγκλήματος ως φυσικός αυτουργός, κωλύεται η εκ νέου άσκηση της ποινική δίωξης εις βάρος του για ηθική αυτουργία ή συνέργεια (ΑΠ457/1957 ΑΠ733/1998).

Η νομολογία προκρίνει ότι σε περίπτωση που υπάρχουν δικογραφίες που σχηματίστηκαν για την ίδια υπόθεση κατά του ίδιου δράστη κατόπιν άσκησης περισσότερων ποινικών διώξεων και εκκρεμούν στο  ίδιο συμβούλιο, το τελευταίο μπορεί να διατάξει την συνένωση τον δικογραφιών και όχι την κήρυξη του απαραδέκτου λόγω εκκρεμοδικίας. Σε αυτήν την περίπτωση δεν υφίσταται καμία ακυρότητα. Σε περίπτωση που ο κατηγορούμενος παραπεμφθεί στο ακροατήριο με επίδοση κλητηρίου θεσπίσματος, απαγορεύεται για την ίδια πράξη η επίδοση δεύτερου κλητηρίου θεσπίσματος. Κατά τον τρόπο αυτόν αποτρέπονται οι παράλληλες διαδικασίες που θα είχαν ως αποτέλεσμα το απαράδεκτο της δίωξης.

Πηγή εικόνας: pexels.com / Δικαιώματα χρήσης: RDNE Stock project

Αναφορικά με τις έννομες συνέπειες, η κήρυξη της ποινικής δίωξης ως απαράδεκτης λόγω εκκρεμοδικίας δεν παράγει δεδικασμένο για το πρώτο επιληφθέν δικαστήριο.  Σε περίπτωση που κηρυχθεί  απαράδεκτη η ποινική δίωξη λόγω εκκρεμοδικίας, εάν δεν υφίστανται οι προϋποθέσεις της, θεμελιώνεται ο λόγος αναίρεσης του άρθρου 484 παράγραφος 1 του ΚΠΔ για τα βουλεύματα και του άρθρου  510 παράγραφος 1 για αποφάσεις (ΑΠ1759/1994, ΑΠ1836/1994). Η υπέρβαση εξουσίας συνιστά και  κήρυξη από το δικαστήριο απαράδεκτης της ποινικής δίωξης που ασκήθηκε πρώτη με το σκεπτικό ότι υπάρχει σε εκκρεμότητα ποινική δίωξη η οποία, μολονότι ασκήθηκε σε μεταγενέστερο χρονικό διάστημα, προηγείται διαδικαστικά.


 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Πετρούλα Λεοναρδοπούλου
Πετρούλα Λεοναρδοπούλου
Είναι 23 χρονών. Έχει καταγωγή από την Ορεινή Αρκαδία, αλλά γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα. Είναι τεταρτοετής φοιτήτρια στην Νομική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Έχει άριστη γνώση της αγγλικής, γαλλικής και τουρκικής γλώσσας. Ενδιαφέρεται κυρίως για το Εμπορικό και Ποινικό Δίκαιο.