Της Μαρίας Αλμασίδου,
1905: Γεννήθηκε στο Παρίσι ο Ζαν Πολ Σαρτρ, ένας από τους σημαντικότερους διανοούμενους του 20ου αιώνα. Ο Ζαν Πολ ήταν γιος του Ζαν-Μπατίστ Σαρτρ, αξιωματικού του ναυτικού και της Anne-Marie Schweitzer. Έχασε, όμως, τον πατέρα του όντας ακόμη βρέφος, ενώ ήταν το μοναδικό παιδί της οικογένειας. Μετά τον θάνατο του πατέρα του, μετακόμισε μαζί με τη μητέρα του στη Μεντόν, όπου ήταν το πατρικό της.
Ο Ζαν Πολ ενδιαφέρθηκε πολύ σύντομα για τη φιλοσοφία, καθώς από πολύ μικρός ξεκίνησε να διαβάζει φιλοσοφικά βιβλία. Έλαβε, τελικά, διδακτορικό δίπλωμα στη φιλοσοφία από το École Normale Supérieure, έχοντας επηρεαστεί, μεταξύ άλλων, από τους Καντ, Χένγκελ, Κίρκεγκωρ κ.ά.
Το 1929, όσο ακόμη σπούδαζε, γνώρισε τη Σιμόν ντε Μποβουάρ, που καθιερώθηκε ως μία σημαντικότατη φιλόσοφος και φεμινίστρια. Οι δυο τους ήταν μαζί για πολύ καιρό, αν και στην προσωπική τους ζωή δεν διατηρούσαν αποκλειστικότητα. Οι δυο τους δοκίμαζαν τις αντίστοιχες πολιτιστικές και κοινωνικές προσδοκίες από τα αστικά περιβάλλοντα. Ακριβώς αυτή η σύγκρουση μεταξύ της καταπιεστικής συμμόρφωσης και της αυθεντικότητας έγινε το κυρίαρχο θέμα στην απαρχή της καριέρας του Ζαν Πολ.
Το 1939, ο Ζαν Πολ κλήθηκε να καταταγεί στον γαλλικό στρατό, όπου υπηρέτησε ως μετεωρολόγος. Συνελήφθη, όμως, από τα γερμανικά στρατεύματα και πέρασε 9 μήνες στη φυλακή. Το 1941, ωστόσο, δεδομένου της κοινωνικής κατάστασης που επικρατούσε, κατάφερε να εξασφαλίσει τη θέση του δασκάλου στο λύκειο Παστέρ, λίγο πιο έξω από το Παρίσι.
Με τον ερχομό του στην πόλη συμμετείχε μαζί με άλλους συγγραφείς στη συγκρότηση του σχήματος “Socialisme et Liberté”, το οποίο, όμως, πολύ σύντομα διαλύθηκε. Ο Ζαν Πολ, λοιπόν, αποφάσισε να αρχίσει να γράφει και να μη συμμετέχει στην ενεργή αντίσταση. Σύντομα δημοσίευσε το Being and Nothingness και το The Flies and No Exit, τα υπαρξιακά έργα που τον καθιέρωσαν. Δεδομένου ότι ο Σαρτρ ξεκίνησε τη συγγραφική του καριέρα ακριβώς μετά τον πόλεμο, ύστερα από την απελευθέρωση του Παρισιού έγραψε το Anti-Semite and Jew, όπου επιχείρησε να εξηγήσει την έννοια του μίσους, αναλύοντας τον αντισημιτισμό.
Ο Ζαν Πολ κέρδισε και με το παραπάνω τον ρόλο του ως δημόσιος διανοούμενος. Μετά τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, καθιερώθηκε ως ένας πολιτικά ενεργός ακτιβιστής. Ήταν αντίθετος με τη γαλλική κατοχή στην Αλγερία, υποστήριξε τον μαρξισμό και επισκέφτηκε την Κούβα, όπου ήρθε σε επαφή με τον Φιντέλ Κάστρο και τον Τσε Γκεβάρα. Εναντιώθηκε ανοιχτά στον πόλεμο του Βιετνάμ και μάλιστα συμμετείχε σε δικαστήριο, που είχε ως στόχο να αποκαλύψει τα εγκλήματα πολέμου που διαπράχθηκαν από την πλευρά των Αμερικανών.
Παρά την πολύπλευρη καριέρα του, ο Σαρτρ δεν σταμάτησε τη συγγραφή. Η μεγαλύτερη δημοσίευσή του The Critique de la raison dialectique εμφανίστηκε το 1960. Το 1964, ο Σαρτρ αποκήρυξε τη λογοτεχνία των πρώτων 10 ετών της ζωής του. Η λογοτεχνία, εξήγησε, λειτούργησε εξ ολοκλήρου σαν αστικό υποκατάστατο, για την πραγματική δέσμευση στον κόσμο. Τον Οκτώβριο του 1964, προτάθηκε για Νόμπελ, το οποίο, όμως, ο ίδιος αρνήθηκε, αποτελώντας τον πρώτο υποψήφιο που έπραξε κάτι τέτοιο.
Ο Σαρτρ είχε λίγα πράγματα στην κατοχή του, αντικατοπτρίζοντας την ιδεολογία του και στην καθημερινότητά του. Παρέμεινε μέχρι το τέλος της ζωής του προσηλωμένος στην ανθρωπιστική και πολιτική κρίση, συμμετέχοντας ενεργά και στις διαδηλώσεις στους δρόμους του Παρισιού μέχρι και το τέλος της ζωής του. Η υγεία του επιδεινώθηκε το 1970 και το 1973 τυφλώθηκε εντελώς. Πέθανε στις 15 Απριλίου του 1980 στο Παρίσι, από πνευμονικό οίδημα. Είναι θαμμένος στο κοιμητήριο Μονπαρνάς, μαζί με την αγαπημένη του Σιμόν ντε Μποβουάρ.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ