29 C
Athens
Κυριακή, 7 Ιουλίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΗ actio pro socio στις προσωπικές εταιρίες

Η actio pro socio στις προσωπικές εταιρίες


Της Βασιλικής Φώτη,

H εταιρική αγωγή αποτελεί το συλλογικό διοικητικό δικαίωμα κάθε μέλους της εταιρίας να ζητήσει την εκπλήρωση της εταιρικής σύμβασης, στο πλαίσιο λειτουργίας και οργάνωσης του εταιρικού σχηματισμού. Εξυπηρετεί δε την ανάγκη ρύθμισης των εσωτερικών σχέσεων στην εταιρία, εκείνων δηλαδή που αναπτύσσονται μεταξύ των εταίρων. Η αναγκαιότητα της ρύθμισης είναι προφανής, καθώς, παρά τη σχέση εμπιστοσύνης που ενυπάρχει στην έννοια της εταιρίας, ιδίως της προσωπικής, ως συμπεφωνημένου σχηματισμού, η ανώμαλη εξέλιξη των εσωτερικών υποθέσεων δεν είναι σπάνια. Η χρησιμότητα της εξάλλου συνίσταται στη δια αυτής περιχαράκωση με μεγαλύτερη ασφάλεια άμεσα των συμφερόντων της εταιρίας και έμμεσα εκείνων των εταίρων, καθώς δίνεται η δυνατότητα σε περισσότερα πρόσωπα παράλληλα να τα προασπίζουν, όταν η λειτουργία της εταιρίας παρουσιάζει στο εσωτερικό της φαινόμενα απορίθμυσης.

Ειδικότερα, ως actio pro sοcio νοείται η ουσιαστικού και δικονομικού δικαίου αξίωση κάθε εταίρου κατά του συνεταίρου ή των συνεταίρων του, της οποίας το περιεχόμενο συνίσταται κάθε φορά στην εκπλήρωση της εταιρικής σύμβασης και κάθε τροποποίησης αυτής είτε στην εν όλω είτε στην εν μερεί αναγνώριση αυτής είτε στην αντανακλαστική φύση της αξίωσης του ασκούντος την εταιρική αγωγή για τη ζημία που υπέστη η αληθής φορέας εταιρία από υπαίτια παράβαση εκ μέρους του εναγομένου. Με άλλα λόγια, πρόκειται για την δυνατότητα δικαστικής επιδίωξης των εταιρικών υποχρεώσεων που ερείδονται με τρόπο άμεσο ή έμμεσο στην εταιρική σύμβαση ή σε απόφαση των εταίρων, όπως για παράδειγμα είναι η εκπλήρωση της εισφοράς.

Η έννοια της actio pro socio παρουσιάζεται πλέον διαφοροποιημένη από εκείνη που της προσέδιδε το ρωμαϊκό δίκαιο, όπως ακριβώς διαφοροποιημένος παρουσιάζεται και ο σύγχρονος, ιδιόμορφος, αμφοτεροβαρής και οργανωτικός χαρακτήρας της εταιρικής σύμβασης σε σχέση με τον αμιγώς ενοχικό χαρακτήρα της ρωμαϊκής societas, από την οποία κατάγεται η actio pro socio. Ενώ λοιπόν τότε αποτελούσε λόγο καταγγελίας της εταιρίας, σήμερα αποτελεί το δικαίωμα του εταίρου να επιδίωκει δικαστικά την εκπλήρωση της εταιρικής σύμβασης.

Πηγή εικόνας: freepik.com / Δικαιώματα χρήσης: copperpipe

Η αναληφθείσα με την εταιρική σύμβαση υποχρέωση του εταίρου εκπλήρωσης των εταιρικών υποχρεώσεων υφίσταται κατά την κρατούσα γνώμη όχι μόνο έναντι της εταιρίας, ως νομικού προσώπου αλλά και έναντι των λοιπών συναιτέρων του. Η νομική αυτή συνέπεια δεν συνάγεται από την δομή της προσωπικής εταιρίας αλλά είναι αποτελέσμα της συμπληρωματικής και της βασισμένης στην υποθετική βούληση των μερών ερμηνείας της, κατ’ άρθρο 200 ΑΚ, εταιρικής σύμβασης, θεωρούμενης από την πλευρά του ενοχικού και όχι του οργανωτικού της χαρακτήρα.

Κατά μια άποψη, λοιπόν, η actio pro socio αποτελεί γενικό δικαίωμα που απορρέει από την ίδια την εταιρική συμμετοχή. Αποσκοπεί δε στην παροχή στους μη διαχειριστές εταίρους, της νομικής δυνατότητας ελέγχου της διαχειριστικής συμπεριφοράς, στο πλαίσιο πάντοτε οργάνωσης και λειτουργίας της εταιρίας. Η άποψη αυτή ανταποκρίνεται περισσότερο στην ερμηνεία της εταιρικής σύμβαση βάσει του οργανωτικού κριτηρίου. Κατά μια άλλη άποψη, που κρίνεται ορθότερη, η actio pro socio δεν απορρέει από την ίδια την εταιρική σύμβαση αλλά θεμελιώνεται στην φύση αυτής ως ιδιόμορφης αμφοτεροβαρούς και όχι καθαρά ενοχικής, ανταλλακτικής σύμβασης.

Προϋποθέσεις για την άσκηση της actio pro socio αποτελούν: η αθέτηση ή παράλειψη εκπλήρωσης συμβατικής εταιρικής υποχρέωσης εκ μέρος ενός τουλάχιστον εταίρου, η έλλειψη διαχειριστή ή η αδράνεια του για την άσκηση της με το ίδιο αντικείμενο στο όνομα της εταιρίας και, τέλος, η άσκηση αυτής εντός της προθεσμίας που προβλέπει ο νόμος, ήτοι εντός εικοσαετίας από την γέννηση της αξίωσης.

Περαιτέρω, έντονο ενδιαφέρον παρουσιάζει η θεώρηση της actio pro socio από δικονομικής άποψης. Τα ζητήματα τα οποία έχουν αποτελέσει αντικείμενο ποικίλων συζητήσεων μεταξύ των θεωρητικών της δικονομικής επιστήμης αφορούν στην νομιμοποίηση άσκησης της εταιρικής αγωγής, στο δεδικασμένο και στον συναφή με αυτό θεσμό, στην εκκρεμοδικία.

Ως προς την νομιμοποίηση, προκειμένου αυτή να προσδιοριστεί θα πρέπει να ανιχνευθεί ποιος είναι ο φορέας του επίδικου δικαιώματος και ο αληθής δικαιούχος της εταιρικής αξίωσης, η οποία ασκείται με την εταιρική αγωγή. Αν κανείς ερμηνεύσει την εταιρική σύμβαση ως μια όχι και τόσο κλασσική περίπτωση ενοχικής σύμβασης, εφόσον εκλείπει ο ανταλλακτικός χαρακτήρας, αλλά ως μια σύμβαση που λειτουργεί στο πλαίσιο μιας κοινωνίας σκοπού, όπου τα μέλη της, ήτοι οι εταίροι, αποσκοπούν στην καλύτερη δυνατή εκπλήρωση του εταιρικού σκοπού, τότε θα διαπιστώσει ότι ο αληθής δικαιούχος της νομιμοποίησης είναι η ίδια η εταιρίας ως νομικό πρόσωπο. Κατ’ εξαίρεση για την άσκηση της εν λόγω αγωγής νομιμοποιείται ο εταίρος ως μη δικαιούχος διάδικος. Συνεπεία τούτου, ο ασκών την actio pro socio εταίρος, ως μη αληθής φορέας της αξίωσης και ως μη δικαιούχος διάδικος, μπορεί να διενεργεί κάθε διαδικαστική πράξη, αποκλειόμενων, ωστόσο, εκείνων που συνεπάγονται διάθεση της επίδικης απαίτησης.

Πηγή εικόνας: istock.com / Δικαιώματα χρήσης: PeopleImages

Σε σχέση με την actio pro socio, o χαρακτηρισμός του ασκούντος εταίρου ως μη δικαιούχου ως προς το επίδικο δικαίωμα είναι κρίσιμος για τον καθορισμό των υποκειμενικών ορίων του δεδικασμένου. Γεννάται δηλαδή το ερώτημα αν το δεδικασμένο εκτείνει την δεσμευτική του ενέργεια στην αληθή, πλην όμως εκτός δίκης, δικαιούχο εταιρία. Η απάντηση στο ερώτημα αυτό εκκινεί από την εξής παραδοχή: Δεν κρίνεται η εξάρτηση της επέκτασης του ουσιαστικού δεδικασμένου από το ευμενές ή το δυσμενές αποτέλεσμα της δίκης, από την στιγμή μάλιστα που η εταιρία ως αληθής δικαιούχος έχει δικαίωμα να παρέμβει επηρεάζοντας την έκβαση της δίκης, δεδομένου ότι η νομιμοποίηση του μη δικαιούχου διαδίκου, ήτοι του εταίρου, είναι παράλληλη και όχι αποκλειστική.

Συναφής με τον θεσμό του δεδικασμένου είναι και αυτός της εκκρεμοδικίας. Τα αντικειμενικά και υποκειμενικά όρια της εκκρεμοδικίας ταυτίζονται με αυτά του δεδικασμένου. Ενόψει δε του γεγονότος ότι η εκκρεμοδικία αποτελεί προείκασμα του δεδικασμένου, το ενδεχόμενο και μόνο επέκτασης του δεδικασμένου αρκεί για την θεμελίωση της εκκρεμοδικίας. Στην περίπτωση της actio pro socio, κατά την ορθότερη άποψη, το δεδικασμένο καταλαμβάνει τόσο τον ασκήσαντα την αγωγή εταίρο όσο και τον αληθή δικαιούχο, δηλαδή την εταιρία, στην οποία πάντως επιφυλάσσεται δικαίωμα αυτοτελούς πρόσθετης παρέμβασης. Η εταιρία, όταν ασκήσει αγωγή το ήδη επίδικο της actio pro socio, καταλαμβάνεται από το δεδικασμένο της απόφασης που πρόκειται να εκδοθεί από της εισαχθείσας με την actio pro socio εκκρεμούς δίκης. Το αποτέλεσμα αυτό και μόνο αρκεί για την θεμελίωση της εκκρεμοδικίας.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Χρονικά Ιδιωτικού Δικαίου, Τεύχος Ε/2005, Γεώργιος Γκρίτζαλης, σελ. 596 επ.
  • Νικόλαος Νίκας, Πολιτική Δικονομία, τόμος 3ος, 2η έκδοση, 2022, σελ. 534 και επόμενες, Εκδόσεις Σάκκουλα.
  • Νικόλαος Ρόκας, Εμπορικές Εταιρείες, 5η έκδοση, 2006, σελ. 216 και επόμενες, Εκδόσεις Σάκκουλα.

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Βασιλική Φώτη
Βασιλική Φώτη
Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη και μεγάλωσε στην Κατερίνη. Είναι φοιτήτρια της Νομικής Σχολής του ΑΠΘ. Από το πρώτο μέχρι και το τρίτο έτος των σπουδών της εργαζόταν σε δικηγορικό γραφείο της Θεσσαλονίκης, το οποίο εξειδικευόταν σε ζητήματα του εργατικού και κοινωνικοασφαλιστικού δικαίου. Η αρθρογραφία, τα λογοτεχνικά βιβλία, το θέατρο και η άθληση συγκαταλέγονται μεταξύ των ενδιαφερόντων της. Διαθέτει άριστη γνώση της αγγλικής και καλή γνώση της γερμανικής γλώσσας.