25.4 C
Athens
Κυριακή, 30 Ιουνίου, 2024
ΑρχικήΟικονομία«Ντόμινο» εμπορικών προστατευτικών πολιτικών με οδηγό τις Η.Π.Α.

«Ντόμινο» εμπορικών προστατευτικών πολιτικών με οδηγό τις Η.Π.Α.


Του Κωνσταντίνου Γκότση,

Το πρόβλημα του οικονομικού προστατευτισμού την τρέχουσα εποχή γίνεται όλο και πιο έντονο, καθώς οι γεωπολιτικές σχέσεις των μεγάλων δυνάμεων συνεχίζουν να είναι τεταμένες, ενώ, παράλληλα, διαδραματίζονται δύο κρίσιμοι πόλεμοι (Ουκρανία, Γάζα), που έχουν επηρεάσει και ενδεχομένως να επηρεάσουν ακόμα περαιτέρω το παγκόσμιο εμπόριο.

Με τον όρο προστατευτισμό αναφερόμαστε σε κυβερνητικές πολιτικές που εφαρμόζουν τα κράτη για να περιορίσουν το διεθνές εμπόριο προς όφελος (υποτίθεται) τον εγχώριων βιομηχανιών και αγορών. Κατά αυτόν τον τρόπο, βοηθούν στη (βραχυπρόθεσμη) βελτίωση της οικονομικής δραστηριότητας, καθώς η έλλειψη προσφοράς που δημιουργείται από τις λιγότερες εισαγωγές αγαθών πρέπει να καλυφθεί από την εγχώρια παραγωγή ή ίσως από κάποιο γεωπολιτικά φιλικό κράτος. Τα εργαλεία που έχουν στη φαρέτρα τους οι Κυβερνήσεις για να εφαρμόσουν εμπορικές πολιτικές προατατευτισμού, κατά κύριο λόγο, αποτελούν οι δασμοί και οι ποσοστώσεις σε εισαγόμενα, τα πρότυπα/ προδιαγραφές προϊόντων που απαιτούνται για να βρεθεί ένα αγαθό στο «ράφι» και οι κρατικές επιδοτήσεις.

Ουσιαστικά, τα οφέλη που προσφέρονται για την εγχώρια οικονομία στο σύνολό της από τέτοιου είδους πολιτικές είναι (συνήθως) βραχυπρόθεσμου χαρακτήρα, καθώς ωθούν σε άνοδο την επιχειρηματική δραστηριότητα και τις επενδύσεις σε συγκεκριμένους κλάδους (σε ορισμένες περιπτώσεις στηρίζονται οι μικρές εγχώριες επιχειρήσεις από ξένους κολοσσούς), ώστε να επέλθει ξανά ισορροπία στην αγορά μετά από το «κενό» που δημιουργήθηκε, με αποτέλεσμα οι επιχειρήσεις να έχουν ανάγκη από περισσότερο ανθρώπινο δυναμικό (μείωση ανεργίας). Παράλληλα, η μεγαλύτερη ζήτηση για απασχόληση μπορεί να τονώσει και τους μισθούς των στις επαγγελματικές κατηγορίες που αφορούν τις νέες θέσεις που ανοίγουν. Κατ’ επέκταση, με τον περιορισμό των εισαγωγών που επιτυγχάνουν οι πολιτικές προστατευτισμού βελτιώνουν και το εμπορικό ισοζύγιο της χώρας.

Ωστόσο, μαζί με όλα αυτά, ακολουθεί και το φαινόμενο του πληθωρισμού (πρώτο από όλα), καθώς μέχρι να προσαρμοστεί η προσφορά στη ζήτηση, η ελλειμματική προσφορά θα επιφέρει ασυνήθιστη άνοδο στις τιμές των προϊόντων που υπόκεινται σε περιορισμούς για την εισαγωγή τους από ξένη χώρα. Στις περισσότερες περιπτώσεις, μάλιστα, η προσαρμογή της (δυνητικής) παραγωγής στην εγχώρια ζήτηση μπορεί να μην είναι αρκετή για να διακοπεί η άνοδος στον πληθωρισμό, διότι θα πρέπει να αναπτυχθεί, παράλληλα, και ανταγωνισμός μεταξύ των εγχώριων επιχειρήσεων, που θα εμποδίζει σε μεγάλο βαθμό την επιρροή της τελικής τιμής από το μέγεθος της παραγωγής της κάθε επιχείρησης. Συνεπώς, οι εγχώριοι παραγωγοί μπορεί να βρεθούν σε καλύτερη κατάσταση, ωστόσο οι εγχώριοι καταναλωτές καταλήγουν σε χειρότερη θέση ως αποτέλεσμα των πολιτικών προστατευτισμού.

Πέρα από την (ενδεχομένως πολύχρονη) ακρίβεια που προκύπτει, συνήθως αποτέλεσμα αυτών των πολιτικών μπορεί να είναι και η εγχώρια στασιμότητα στην τεχνολογική ανάπτυξη και καινοτομία, καθώς οι εγχώριες επιχειρήσεις, ως πιο «προστατευμένες» πλέον, έχουν να αντιμετωπίσουν λιγότερο (ξένο) ανταγωνισμό, με συνέπεια η ανάπτυξή τους και η ενίσχυση της κερδοφορίας τους να μην απαιτεί τη δημιουργία κάποιας καινοτομίας ή την υιοθέτηση νέων τεχνολογιών στην παραγωγή τους ή εν γένει στις λειτουργικές τους δραστηριότητες. Επίσης, από την πλευρά των καταναλωτών, περιορίζονται οι επιλογές στα προϊόντα. Δηλαδή, πέρα από πιο ακριβά διαθέσιμα προϊόντα, ο εκάστοτε καταναλωτής μπορεί να έχει να επιλέξει και σε λιγότερο προτιμητέα ή και ποιοτικά προϊόντα.

Πηγή εικόνας: kjpargeter / Freepik

Όλα τα παραπάνω που αναφέρθηκαν είναι οι πιο επιφανείς επιπτώσεις που μπορεί να επέλθουν από τις πολιτικές προστατευτισμού που ασκεί ένα κράτος στην εγχώρια αγορά (επιχειρήσεις και νοικοκυριά). Όμως, αν πρόκειται για μια χώρα που η οικονομία της επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό τις παγκόσμιες οικονομικές συνθήκες (π.χ. Η.Π.Α., Κίνα, Ευρωζώνη), ο αντίκτυπος (θετικός ή αρνητικός) μετακυλίεται και σε άλλες οικονομίες, που σχετίζονται σημαντικά με τα προϊόντα που υπόκεινται σε περιορισμούς από τις εθνικές πολιτικές μιας μεγάλης οικονομίας.

Ας πάρουμε για παράδειγμα τον εμπορικό «πόλεμο» μεταξύ Η.Π.Α. – Κίνας και (Ε.Ε. – Κίνας) και τον αντίκτυπό του σε χώρες της Λατινικής Αμερικής. Οι Η.Π.Α. και η Ε.Ε. προσπαθούν να περιορίσουν το εμπόριό τους με την Κίνα, μεταξύ άλλων, και στην αγορά μετάλλων (όπως χάλυβα), καθώς αυξάνει σημαντικά την προσφορά στη διεθνή οικονομία και εφαρμόζει αθέμιτες πολιτικές (όπως dumping) που πιέζουν προς τα κάτω ακόμα περισσότερο τις διεθνείς τιμές αυτών των μετάλλων. Συνεπώς, για να προστατεύσουν τις εγχώριες επιχειρήσεις τους Η.Π.Α. και Ε.Ε. έχουν προχωρήσει σε προστατευτικές πολιτικές απέναντι σε αρκετά μέταλλα που εισάγονται από την Κίνα, κυρίως με τη χρήση δασμών.

Οι επιπτώσεις, όμως, όπως αναφέρθηκε έχουν μεταδοθεί και σε χώρες της Λατινικής Αμερικής, με συνέπεια να προχωρούν και αυτές οι χώρες σε πολιτικές προστατευτισμού. Τον Απρίλιο, το Μεξικό, η Χιλή και η Βραζιλία ανακοίνωσαν νέους δασμούς στις εισαγωγές χάλυβα, επικαλούμενη μια άνευ προηγουμένου εισροή φθηνών προϊόντων χάλυβα που απειλούσε τις τοπικές εταιρείες χάλυβα. Επίσης, οι κολομβιανές αρχές είπαν ότι σκοπεύουν να ακολουθήσουν το παράδειγμά τους, αν και δεν έχουν γίνει επίσημες ανακοινώσεις. Οι δασμοί για το χάλυβα του Μεξικού και της Χιλής είναι ήδη σε ισχύ.  Αν και η Βραζιλία και το Μεξικό δεν αναφέρουν συγκεκριμένα την Κίνα, η Χιλή έχει επικρίνει την τιμολόγηση από τους κινέζους παραγωγούς χάλυβα. Ενώ η Χιλή και το Μεξικό έχουν υιοθετήσει τους δασμούς ως το μοναδικό προστατευτικό μέσο κατά του κινεζικού χάλυβα, η Βραζιλία επέλεξε έναν συνδυασμό δασμών-ποσοστώσεων. Σύμφωνα με το Υπουργείο Βιομηχανίας και Εμπορίου της χώρας, θα εφαρμοστεί δασμός 25 τοις εκατό για εισαγωγές που υπερβαίνουν το 30 τοις εκατό του μέσου όγκου εισαγωγών για την περίοδο 2020 – 2022. Ο μέσος εισαγωγικός δασμός για τα προϊόντα χάλυβα είναι 10,8%.

Οι εμπορικοί φραγμοί που επιβλήθηκαν από τους Trump και τον Biden έκλεισαν ουσιαστικά τις κινεζικές εξαγωγές χάλυβα προς τις αγορές των Η.Π.Α. Ως αποτέλεσμα, η περίσσεια χάλυβα που παράγεται από την Κίνα έχει εκτραπεί σε άλλες αγορές σε όλο τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένου και των χωρών της Νότιας Αμερικής, οι οποίες παράγουν και χρησιμοποιούν χάλυβα σε αφθονία. Μέχρι πρόσφατα, οι χώρες της περιοχής απείχαν να ακολουθήσουν τις Η.Π.Α. στους εμπορικούς τους πολέμους με την Κίνα, αντανακλώντας τη μεγάλη τους εξάρτηση από την Κίνα για εμπόριο και επενδύσεις. Αυτό έχει πλέον αλλάξει. Στην πραγματικότητα, οι χώρες που έχουν ανακοινώσει περιοριστικά εμπορικά μέτρα κατά του κινεζικού χάλυβα έχουν όλες «φιλικές προς την Κίνα» κυβερνήσεις που διατηρούν στενούς δεσμούς με το Πεκίνο.

Ενώ οι δασμοί μπορεί αρχικά να δικαιολογούνται από επιθετικές τιμές, την ανάγκη υπεράσπισης των εγχώριων εταιρειών από αδικαιολόγητη εξωτερική πίεση ή άλλα αμυντικά επιχειρήματα, το τελικό αποτέλεσμα είναι αναμενόμενο: στο τέλος όλοι χάνουν. Οι απώλειες μπορεί να έχουν τη μορφή αναποτελεσματικότητας της αγοράς, υψηλότερων τιμών, μείωσης της ανταγωνιστικότητας και της παραγωγικότητας ή όλα τα παραπάνω. Μπορεί να χρειαστεί χρόνος για να υλοποιηθεί το αναπόφευκτο αποτέλεσμα, αλλά αυτός δεν είναι λόγος να αγνοήσουμε τους κινδύνους του εκτεταμένου προστατευτισμού, των εμπορικών πολέμων και της γεωπολιτικής ανατροπής που μπορούν να προκαλέσουν.


TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Κωνσταντίνος Γκότσης, Διευθυντής Έκδοσης
Κωνσταντίνος Γκότσης, Διευθυντής Έκδοσης
Γεννήθηκε το 2001 στην Καλαμάτα. Σπουδάζει στο Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών. Στον ελεύθερό του χρόνο του αρέσει να διαβάζει πολιτικο-οικονομικά και ιστορικά βιβλία και να παρακολουθεί θέματα της επικαιρότητας.