Της Πετρούλας Λεοναρδοπούλου,
Τα θεμέλια του παγκόσμιου χρηματοοικονομικού συστήματος κλονίστηκαν από την εμφάνιση μιας πρωτόγνωρης μορφής ηλεκτρονικού χρήματος, εκείνης του Bitcoin και των λοιπών κρυπτονομισμάτων. Πρόκειται για ένα ψηφιακό σύστημα που βασίζεται στη λειτουργία ενός λογισμικού ανοικτού κώδικα μέσω του οποίου οι συναλλαγές καταγράφονται ψηφιακά σε ένα κατανεμημένο μητρώο (ledger), σε ένα σύνολο εγγραφών που ονομάζεται αλυσίδα-μπλοκ (block chain) και έχει το bitcoin ως νομισματική μονάδα.
Η αλυσίδα-μπλοκ συνιστά ένα δημόσιο μητρώο συναλλαγών, αφενός διότι βρίσκεται στη διάθεση όλων των διαδικτυακών χρηστών και αφετέρου επειδή είναι δημοσιευμένη σε ένα ομότιμο δίκτυο. Κάθε ηλεκτρονική πληρωμή προϋποθέτει τον έλεγχο της αλυσίδας προκειμένου να διασφαλιστεί η ύπαρξη πράγματι νομισματικής αξίας σε κρυπτονομίσματα. Κατά αυτόν τον τρόπο, δεν είναι απαραίτητη η μεσολάβηση κάποιου τρίτου. Οι συναλλαγές με τα bitcoins γίνονται με τη χρήση μιας δημόσιας και μιας ιδιωτικής κλείδας, εκ των οποίων η δημόσια είναι η διεύθυνση των bitcoins ενώ η ιδιωτική παραμένει μυστική. Για την μεταφορά του κρυπτονομίσματος ελέγχεται η δημόσια κλείδα και μετέπειτα χρονοσημαίνεται και παρουσιάζεται σε ένα μέρος της αλυσίδας.
Για την ένταξη των συναλλαγών στην αλυσίδα χρειάζεται η επίλυση πολύπλοκων μαθηματικών προβλημάτων από τους ‘’miners’’, οι οποίοι έχουν ήδη στους υπολογιστές τους τα αναγκαία λογισμικά που τους επιτρέπουν να συμμετέχουν σε πλατφόρμες για τον συγκεκριμένο σκοπό. Οι “miners” για την εργασία τους αυτή δέχονται ως αμοιβή bitcoins. Προκειμένου να επαληθευτούν οι συναλλαγές είναι απαραίτητοι οι κόμβοι, δηλαδή οι χρήστες που ενημερώνουν τις εκάστοτε αλλαγές στο μητρώο δεδομένων της αλυσίδας. Για το εάν τα στοιχεία που κατοχυρώνονται στο μητρώο είναι ορθά ή όχι δεν είναι αρμόδια κάποια ειδική αρχή π.χ. ένα τραπεζικό ή πιστωτικό ίδρυμα αλλά οι ίδιοι οι συμμετέχοντες κόμβοι.
Επιπλέον, τα bitcoins καθώς και τα λοιπά κρυπτονομίσματα δεν εκδίδονται από το κράτος ή από πιστωτικά ιδρύματα, με αποτέλεσμα να μην θεωρούνται νόμιμα χρήματα. Μπορεί μεν να ενταχθούν στην ευρύτερη έννοια του χρήματος, καθώς χρησιμοποιούνται πλέον σε μεγάλο βαθμό ως μέσα πληρωμής αλλά δεν πρόκειται για ηλεκτρονικό χρήμα, διότι δεν υπάρχει κάποιος εκδότης, αλλά δημιουργούνται με μια αυτοματοποιημένη διαδικασία που ονομάζεται «εξόρυξη». Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης με την απόφαση της 22/10/2015 Skatteverket κατά David Hedqvist έκρινε ότι τα εικονικά νομίσματα είναι διαφορετικά από το ηλεκτρονικό χρήμα, όπως ορίζεται από την οδηγία 2009/110/ΕΚ όταν τα χρηματικά ποσά εκφράζονται σε εικονικές μονάδες, όπως τα bitcoins. Όμως, δέχθηκε ότι οι αγορές και οι πωλήσεις εικονικών νομισμάτων έναντι συμβατικών π.χ. δολάριο, ευρώ και αντίστροφα είναι παροχές υπηρεσιών που κατ’ εφαρμογή του άρθρου 135 παρ.1 της οδηγίας 2006/112 υφίστανται απαλλαγή από τον Φ.Π.Α.
Η ευρωπαϊκή οδηγία 2018/843 που αφορά την καταπολέμηση του ξεπλύματος «βρώμικου» χρήματος εντάσσει τα κρυπτονομίσματα στο πεδίο εφαρμογής της (άρθρο 1 παρ.2 δ’). Κατά το άρθρο 2 παρ.1 περ. 3 οι πάροχοι υπηρεσιών ανταλλαγής μεταξύ νόμιμου χρήματος και εικονικών νομισμάτων και οι πάροχοι υπηρεσιών θεματοφυλακής των ψηφιακών πορτοφολιών υποχρεώνονται να εξετάζουν και να ελέγχουν για τυχόν ύποπτες δραστηριότητες, ενώ παράλληλα οφείλουν να εγγράφονται σε μητρώο. Σε κάθε περίπτωση, οι εμπορικές συναλλαγές που πραγματοποιούνται με κρυπτονομίσματα δεν υπόκεινται στο νόμο 3872/2010 ως υπηρεσίες πληρωμής.
Στο πεδίο του πτωχευτικού δικαίου, δεδομένου ότι τα κρυπτονομίσματα ενσωματώνουν αξία και αποτελούν αντικείμενα συναλλακτικών επαφών εντάσσονται με βάση το άρθρο 92 παράγραφος 1 του ν. 4738/2020 στην πτωχευτική περιουσία υπό τον όρο ότι ο οφειλέτης τα έχει αποκτήσει πριν την ημερομηνία κήρυξης της πτώχευσης και όχι σε μεταγενέστερο χρονικό σημείο. Στην Ολλανδία, το Πρωτοδικείο του Άμστερνταμ κλήθηκε να αποφανθεί σχετικά με την αίτηση της κήρυξης της πτώχευσης της εταιρείας “KOINZ TRADING B.V.” λόγω της απαίτησης του δανειστή της που βασίστηκε στην καταβολή εσόδων εξόρυξης κρυπτονομισμάτων. Το δικαστήριο έκανε δεκτή την αίτηση με το σκεπτικό ότι τα bitcoins υπάρχουν σε μια ακολουθία γραμμάτων και αριθμών που αποθηκεύονται στο σκληρό δίσκο των υπολογιστών των κατόχων και μεταβιβάζονται από «πορτοφόλι» σε «πορτοφόλι». Αντιπροσωπεύουν μία συγκεκριμένη τιμή και φέρουν τις ιδιότητες των περιουσιακών δικαιωμάτων.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Ιωάννης Δημ. Ιγγλεζάκης, Δίκαιο της πληροφορικής, 4η έκδοση, Εκδόσεις Σάκκουλα, 2020.
- Κρυπτονομίσματα και Πτωχευτικό Δίκαιο-Νομική θεώρηση σε εσωτερικό και ευρωπαϊκό επίπεδο με παράθεση διεθνούς νομολογίας, Ελληνική Δικαιοσύνη, Εκδόσεις Σάκκουλα, τόμος 63, τεύχος 6, 2020.