27.7 C
Athens
Κυριακή, 8 Σεπτεμβρίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΕξωεταιρικές συμφωνίες στο πλαίσιο της ΑΕ

Εξωεταιρικές συμφωνίες στο πλαίσιο της ΑΕ


Της Βασιλικής Φώτη,

Εξωεταιρικές συμφωνίες είναι αυτοτελείς, ενοχικής φύσεως δεσμεύσεις δια των οποίων επιδιώκεται για ορισμένη ή για αόριστη διάρκεια η οργάνωση ή η τήρηση πολυμερούς ή μονομερούς, θετικής ή αποθετικής, εναρμονισμένης συμπεριφοράς των συμβαλλομένων κατά τρόπο παράλληλο ή αποκλίνοντα από το καταστατικό της εταιρίας. Πρόκειται για έγγραφες ή σιωπηρώς εκ της συμπεριφοράς συναγόμενες συζητήσεις μεταξύ των μετόχων ή και της εταιρίας που αφορούν μεν εταιρική σχέση, δεν μπορούν όμως να αποτελέσουν αντικείμενο του καταστατικού και να αποκτήσουν καταστατική ισχύ, λόγω της αυστηρότητας των κανόνων, που κατ’ αναγκαστικό δίκαιο, διέπουν την Α.Ε. και του υποχρεωτικώς καθοριζόμενου εκ του νόμου περιεχομένου του καταστατικού, το οποίο συχνά ανταγωνίζονται.

Πρόκειται, επίσης, για επινοήσεις και τεχνικές κάλυψης των επιχειρηματικών επιδιώξεων και συγκεκριμένων λειτουργικών αναγκών της εταιρίας, οι οποίες προκύπτουν αντανακλαστικώς και σε αντίθεση με την αναγκαστική φύση ορισμένων ρυθμίσεων. Όλως ενδεικτικώς, περιεχόμενο τους μπορεί να είναι η συμφωνία, που για λόγους συνοχής της μετοχικής σύνθεσης, απαγορεύει την μεταβίβαση των μετοχών, συμφωνία που διασφαλίζει συγκεκριμένη σύνθεση του διαχειριστικού οργάνου, συμφωνία που οργανώνει τον έλεγχο της εταιρίας δια του σχηματισμού και της διατήρησης συμπαγούς πλειοψηφίας ή δια του σχεδιασμού και της διατήρησης ποσοστιαίως επαρκούς μειοψηφίας για την άσκηση των νομίμων δικαιωμάτων ή συμφωνία μακροπρόθεσμου εταιρικού σχεδιασμού και εταιρικής χρηματοδότησης, ιδιαιτέρως συνήθως στην ίδρυση θυγατρικών εταιριών.

Παρά το γεγονός ότι οι εξωεταιρικές συμφωνίες εκ φύσεως συχνά κινούνται στο όριο που ο νόμος επιφυλάσσει, και παρόλο που η νομολογία εξακολουθεί να είναι πενιχρή εκ λόγων αφενός «εσωτερικού χαρακτήρα» που διέπει τις συμφωνίες αυτές και αφετέρου «ανασφάλειας δικαίου», που έχει προκαλέσει κατά καιρούς η αμφισβήτηση τους, η εγκυρότητα τους εντούτοις δεν αμφισβητείται: γίνεται πλέον ομοφώνως δεκτό ότι σε ενοχικό τουλάχιστον επίπεδο είναι έγκυρες, εδραιώνονται δε στην αρχή της ελευθερίας των συμβάσεων (Α.Κ. 361), η έκταση της οποίας εν προκειμένω οριοθετείται ως εξής:

Πηγή εικόνας: pixabay.com / Δικαιώματα χρήσης: TungArt7

Κατά την κρατούσα άποψη, πέραν των γενικών κανόνων που ελέγχουν το κύρος κάθε σύμβασης ως προς τις επί μέρους δηλώσεις βούλησης, οι εξωεταιρικές συμφωνίες είναι έγκυρες: πρώτον, εφόσον δεν αντίκεινται στο νόμο και στα χρηστά ήθη και, δεύτερον, εφόσον δεν παραβαίνουν και δεν καταστρατηγούν όρους του καταστατικού. Ως ειδικότερες εκφάνσεις ή παραλλαγές των δυο αυτών βασικών όρων εγκυρότητας προτείνονται: η υπέρμετρη δέσμευση των συμβαλλόμενων μετόχων, το αξιόποινο της εμπορίας ψήφου και η αντίθεση προς το εταιρικό συμφέρον.

Ο ενοχικός χαρακτήρας αποδίδει την φύση των ενοχικών συμβάσεων, τις αντιδιαστέλλει δε προς το καταστατικό και προσδιορίζει την έκταση της δεσμευτικότητας τους: Οι εξωεταιρικές συμβάσεις είναι συνήθως – διαρκείς – ενοχικές συμφωνίες που αναπτύσσουν σχετική ενέργεια μεταξύ των μερών, δηλαδή δεσμεύουν μόνο τους συμβαλλομένους και όχι άλλους μη εμπλεκόμενους τρίτους ή την μη εμπλεκόμενη εταιρία, ενώ δημιουργούν υποχρεώσεις μεταξύ μετόχων ή και τρίτων. Η παραβίαση τους δε επιφέρει αστικού και όχι εταιρικού χαρακτήρα συνέπειες. Η εταιρία δηλαδή παραμένει αμέτοχη όχι μόνο κατά την σύναψη της συμφωνίας, αλλά και σε περίπτωση παραβίασης της. Πράγματι, η τελευταία ενεργεί μόνο μεταξύ των συμβαλλόμενων μερών, δεν επεκτείνεται στην εταιρία ούτε δεσμεύει τα εταιρικά όργανα, αλλά είτε θεμελιώνει αξίωση αποζημίωσης των αντισυμβαλλόμενων σε βάρος εκείνου που παρενέβη τη συμφωνηθείσα ως περιεχόμενο της εξωεταιρικής συμφωνίας υποχρέωση είτε θέτει σε κίνηση τα μέσα προς αναγκαστική εκτέλεση των συμφωνηθέντων είτε τέλος ενεργοποιεί παρεπόμενες ασφαλιστικές δεσμεύσεις που είχαν συνομολογηθεί χάριν τηρήσεως και καλής εκτελέσεως της εξωεταιρικής συμφωνίας.

Έτσι, για παράδειγμα, μέτοχος που έχει συνάψει εξωεταιρική συμφωνία δέσμευσης ψήφου, αν ψηφίσει αντισυμβατικά, δηλαδή κατά τρόπο διάφορο του συμφωνηθέντα, από εταιρικής απόψεως καλώς εψήφισε, η δε εταιρία καλώς προσμέτρησε την ψήφο του ως έγκυρη, καθόσον η τελευταία ουδόλως ήταν υποχρεωμένη να προσμετρήσει την ψήφο σύμφωνα με το περιεχόμενο που προβλεπόταν στη συμφωνία, σε περίπτωση που την γνώριζε. Η εξωεταιρική συμφωνία είναι επίσης αδιάφορη και για τους τρίτους, οι οποίοι συμβάλλονται κατά παράβαση του περιεχομένου της με έναν ή περισσότερους συμβληθέντες σε αυτήν εταίρους. Έτσι, για παράδειγμα, το γεγονός ότι εξωεταιρικώς είχε συμφωνηθεί μεταξύ των μετόχων μιας οικογενειακής Α.Ε. η απαγόρευση μεταβίβασης μετοχών, ουδόλως αυτό επηρεάζει το κύρος απόκτησης τους από τρίτο κατά παράβαση της υποχρέωσης που ο μεταβιβάζων είχε ενοχικώς αναλάβει έναντι των αντισυμβαλλομένων του.

Πηγή εικόνας: pixabay.com / Δικαιώματα χρήσης: MLbay

Συμπερασματικά, από τη συνθετική περιήγηση στο χώρο των εξωεταιρικών εταιριών διαπιστώνεται ότι, κατά την κρατούσα άποψη, η σχέση μεταξύ καταστατικού και εξωεταιρικής συμφωνίας είναι σχέση μεταξύ παράλληλων κειμένων, δυο διαφορετικής φύσεως ειδών συμβάσεων (οργανωτικής φύσεως το καταστατικό και ενοχικής φύσεως η εξωεταιρική συμφωνία), με διαφορετικό τρόπο η καθεμία σύναψης, ερμηνείας, τροποποίησης, με διαφορετικής λογικής καθεστώς δημοσιότητας (υποχρεωτική για το καταστατικό, τυχαία ή παρεμπίπτουσα για την εξωεταιρική συμφωνία) και με διαφορετικό βαθμό δεσμευτικότητας (εκ του νόμου τριτενέργεια κατά το οργανωτικό ή καταστατικό του μέρος και σχετική μεταξύ των συμβαλλομένων στη σύμβαση μερών ενοχική ενέργεια για την εξωεταιρική συμφωνία). Η κυριότερη διαφορά μεταξύ καταστατικού και εξωεταιρικών συμφωνιών εντοπίζεται, ωστόσο, στις έννομες συνέπειες που επιφέρει η παράβασή τους (εταιρικού δικαίου σε περίπτωση παράβασης όρων του καταστατικού, όπως ακυρότητα ή ακυρωσία αποφάσεων και ενοχικού δικαίου σε περίπτωση αθέτησης υποχρέωσης που προβλεπόταν σε εξωεταιρική συμφωνία, όπως καταβολή αποζημίωσης ή ενεργοποίηση άλλων εναλλακτικών εξασφαλίσεων).


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Γ. Μιχαλόπουλος, Επισκόπηση Εμπορικού Δικαίου, τεύχος Δ/2024, Σύγχρονες τάσεις του δικαίου της Α.Ε.
  • Ν. Ρόκας, Εμπορικές Εταιρίες, 5η έκδοση, Εκδόσεις Σάκκουλα 2006

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Βασιλική Φώτη
Βασιλική Φώτη
Γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη και μεγάλωσε στην Κατερίνη. Είναι φοιτήτρια της Νομικής Σχολής του ΑΠΘ. Από το πρώτο μέχρι και το τρίτο έτος των σπουδών της εργαζόταν σε δικηγορικό γραφείο της Θεσσαλονίκης, το οποίο εξειδικευόταν σε ζητήματα του εργατικού και κοινωνικοασφαλιστικού δικαίου. Η αρθρογραφία, τα λογοτεχνικά βιβλία, το θέατρο και η άθληση συγκαταλέγονται μεταξύ των ενδιαφερόντων της. Διαθέτει άριστη γνώση της αγγλικής και καλή γνώση της γερμανικής γλώσσας.