Της Χαράς Γρίβα,
Η περίοδος από το 1923 έως το 1940 ήταν μια κρίσιμη εποχή για την Ελλάδα, η οποία σημαδεύτηκε από σημαντικές πολιτικές, κοινωνικές και οικονομικές αλλαγές που επηρέασαν τη στρατιωτική στρατηγική και τους εξοπλισμούς της. Η περίοδος αυτή είδε την Ελλάδα να διανύει τις συνέπειες της Μικρασιατικής Εκστρατείας (1919-1922), τη στροφή προς τον εκσυγχρονισμό και, τελικά, τις προκλήσεις που οδήγησαν στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η κατανόηση των στρατιωτικών εξοπλισμών της Ελλάδας κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου παρέχει πληροφορίες σχετικά με την ετοιμότητα του έθνους, τις στρατηγικές προτεραιότητες και το ευρύτερο γεωπολιτικό τοπίο του Μεσοπολέμου.
Η Συνθήκη της Λωζάνης το 1923 έθεσε τέλος στην «Μεγάλη Ιδέα» και καθιέρωσε τα σύγχρονα σύνορα της Ελλάδας, αλλά άφησε τη χώρα οικονομικά και πολιτικά αποσταθεροποιημένη. Η ανταλλαγή πληθυσμών με την Τουρκία, που επιβαλλόταν από τη συνθήκη, αύξησε τα βάρη της Ελλάδας, καθώς η χώρα έπρεπε να ενσωματώσει μεγάλο αριθμό Ελλήνων προσφύγων από τη Μικρά Ασία. Το πολιτικό τοπίο της Ελλάδας κατά τις δεκαετίες του 1920 και 1930 ήταν ταραχώδες και χαρακτηριζόταν από συχνές αλλαγές στην κυβέρνηση, στρατιωτικά πραξικοπήματα και τελικά την εγκαθίδρυση δικτατορίας υπό τον Ιωάννη Μεταξά το 1936. Αυτή η αστάθεια επηρέασε τις στρατιωτικές πολιτικές και τις προμήθειες, καθώς τα διάφορα καθεστώτα είχαν διαφορετικές προτεραιότητες και προσεγγίσεις για την άμυνα.
Εκσυγχρονισμός του στόλου
Μετά την Μικρασιατική Εκστρατεία, η Ελλάδα αναγνώρισε την ανάγκη εκσυγχρονισμού του ναυτικού της για την προστασία της εκτεταμένης ακτογραμμής και των πολυάριθμων νησιών της. Το «Βασιλικόν Ναυτικόν» στην αρχή και μετά το 1924, το Πολεμικό Ναυτικό επικεντρώθηκε στην αναβάθμιση των υφιστάμενων πλοίων και στην απόκτηση νέων. Οι βασικές αγορές και αναβαθμίσεις κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου περιλάμβαναν:
Θωρηκτά και καταδρομικά: Η Ελλάδα διατήρησε τα pre-dreadnought θωρηκτά, όπως το Κιλκίς και η Λήμνος, που απέκτησε από τις Ηνωμένες Πολιτείες κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ωστόσο, τα πλοία αυτά είχαν αρχίσει να ξεπεραστεί. Η εστίαση μετατοπίστηκε στην απόκτηση σύγχρονων καταδρομικών, όπως το Hellas (πρώην USS Birmingham), το οποίο αγοράστηκε το 1920 και χρησίμευσε ως εκπαιδευτικό πλοίο και σύμβολο του ναυτικού εκσυγχρονισμού.
Αντιτορπιλικά και υποβρύχια: Η Ελλάδα επέκτεινε τον στόλο των αντιτορπιλικών της, αναγνωρίζοντας τη σημασία τους για την περιπολία και την άμυνα. Στις αξιοσημείωτες αγορές περιλαμβάνονταν τα τέσσερα αντιτορπιλικά της κλάσης Θύελλα, που αποκτήθηκαν στις αρχές της δεκαετίας του 1920, και η κατασκευή νέων αντιτορπιλικών, όπως η κλάση Βασιλεύς Γεώργιος τη δεκαετία του 1930. Οι υποβρυχιακές δυνατότητες ενισχύθηκαν επίσης με την απόκτηση υποβρυχίων ιταλικής κατασκευής, τα οποία ήταν ζωτικής σημασίας για τον υποβρύχιο πόλεμο.
Ναυτική αεροπορία: Η ίδρυση κλάδου ναυτικής αεροπορίας αποτέλεσε σημαντικό βήμα για τον εκσυγχρονισμό του Βασιλικού Ναυτικού. Αποκτήθηκαν υδροπλάνα και αναγνωριστικά αεροσκάφη για την ενίσχυση των δυνατοτήτων θαλάσσιας περιπολίας και αναγνώρισης.
Ναυτικές βάσεις και υποδομές
Για να υποστηρίξει τον εκσυγχρονιζόμενο στόλο της, η Ελλάδα επένδυσε σε ναυτικές βάσεις και υποδομές. Η κύρια ναυτική βάση στο νησί της Σαλαμίνα επεκτάθηκε και εκσυγχρονίστηκε, αποτελώντας τον πρωταρχικό κόμβο του Βασιλικού Ναυτικού. Πρόσθετες εγκαταστάσεις στη Σούδα της Κρήτης και η κατασκευή μικρότερων βάσεων σε στρατηγικά νησιά βελτίωσαν την ικανότητα της Ελλάδας να προβάλλει ναυτική ισχύ και να υπερασπίζεται τα ύδατά της.
Εξοπλισμός του στρατού: Πεζικό και πυροβολικό
Ο Ελληνικός Στρατός έκανε σημαντικές προσπάθειες αναδιοργάνωσης και εκσυγχρονισμού κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου. Οι βασικές εξελίξεις περιλάμβαναν τον εξοπλισμό και την ανάπτυξη του στρατού.
Τυφέκια και φορητά όπλα: Η Ελλάδα τυποποίησε τα όπλα του πεζικού της με την υιοθέτηση του τυφεκίου Mannlicher-Schönauer, ενός στιβαρού και αξιόπιστου τυφεκίου με μπουλόνι που έγινε ο βασικός πυλώνας του ελληνικού πεζικού. Η απόκτηση νεότερων μοντέλων, όπως το M1903/14, εξασφάλισε ότι οι Έλληνες στρατιώτες ήταν καλά εξοπλισμένοι με σύγχρονα φορητά όπλα.
Πολυβόλα και όλμοι: Για την ενίσχυση της ισχύος πυρός, η Ελλάδα προμηθεύτηκε πολυβόλα όπως το Hotchkiss M1914 και το ελαφρύ πολυβόλο Chauchat. Εισήχθησαν επίσης όλμοι, όπως το μοντέλο Stokes-Brandt, για να παρέχουν στις μονάδες πεζικού υποστήριξη έμμεσου πυρός.
Πυροβολικό: Ο εκσυγχρονισμός του πυροβολικού αποτέλεσε προτεραιότητα, με την Ελλάδα να αποκτά μια σειρά από πυροβόλα πεδίου, οβιδοβόλα και αντιαεροπορικά πυροβόλα από διάφορες πηγές, συμπεριλαμβανομένης της Γαλλίας, της Γερμανίας και της Ιταλίας. Το πυροβόλο πεδίου Schneider των 75 χιλιοστών και το οβιδοβόλο Skoda των 100 χιλιοστών ήταν από τα εξέχοντα κομμάτια του ελληνικού οπλοστασίου.
Τεθωρακισμένα οχήματα
Η εισαγωγή τεθωρακισμένων οχημάτων αποτέλεσε σημαντικό άλμα στις δυνατότητες του Ελληνικού Στρατού. Στα τέλη της δεκαετίας του 1930, η Ελλάδα απέκτησε ελαφρά άρματα μάχης και τεθωρακισμένα αυτοκίνητα για να ενισχύσει τις δυνατότητες κινητού πολέμου. Στις αξιοσημείωτες αποκτήσεις περιλαμβάνονταν τα εξής:
Ελαφρά άρματα μάχης Vickers Mk E: Η Ελλάδα αγόρασε έναν αριθμό αυτών των ελαφρών αρμάτων βρετανικής κατασκευής, τα οποία προσέφεραν στον στρατό σύγχρονες τεθωρακισμένες δυνατότητες. Τα άρματα αυτά αναπτύχθηκαν σε διάφορους ρόλους, συμπεριλαμβανομένης της αναγνώρισης και της υποστήριξης του πεζικού.
Τεθωρακισμένα αυτοκίνητα: Η Ελλάδα απέκτησε επίσης έναν αριθμό τεθωρακισμένων αυτοκινήτων, όπως το Morris CS9 και το ιταλικής κατασκευής Lancia IZM, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν για σκοπούς αναγνώρισης και εσωτερικής ασφάλειας.
Ανάπτυξη της Πολεμικής Αεροπορίας
Η Ελληνική Πολεμική Αεροπορία ιδρύθηκε επίσημα ως ξεχωριστός κλάδος το 1930, αντανακλώντας την αυξανόμενη σημασία της αεροπορικής ισχύος στον σύγχρονο πόλεμο. Οι πρώτες προσπάθειες επικεντρώθηκαν στην απόκτηση ενός συνδυασμού μαχητικών αεροσκαφών, βομβαρδιστικών και αναγνωριστικών αεροσκαφών.
Μαχητικά αεροσκάφη: Η Ελλάδα αγόρασε διάφορους τύπους μαχητικών αεροσκαφών, συμπεριλαμβανομένων του γαλλικής κατασκευής Dewoitine D.27 και του βρετανικού Gloster Gladiator. Τα αεροσκάφη αυτά προορίζονταν για την παροχή αεράμυνας και την υποστήριξη χερσαίων επιχειρήσεων.
Βομβαρδιστικά και αναγνωριστικά αεροσκάφη: Η Πολεμική Αεροπορία απέκτησε ελαφρά βομβαρδιστικά, όπως το Fairey III και το Avro 504, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν για βομβαρδιστικές επιδρομές και αναγνωριστικές αποστολές. Τα αεροσκάφη αυτά ήταν ζωτικής σημασίας για τη συλλογή πληροφοριών και την παροχή υποστήριξης στις χερσαίες δυνάμεις.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1930 καταβλήθηκε συντονισμένη προσπάθεια επέκτασης και εκσυγχρονισμού της Πολεμικής Αεροπορίας για την προετοιμασία πιθανών συγκρούσεων. Αυτό περιλάμβανε την απόκτηση πιο προηγμένων αεροσκαφών και την ανάπτυξη αεροπορικών βάσεων και υποδομών.
Βομβαρδιστικά Blenheim: Η απόκτηση βομβαρδιστικών αεροσκαφών Bristol Blenheim από τη Βρετανία σηματοδότησε σημαντική αναβάθμιση των βομβαρδιστικών δυνατοτήτων της Πολεμικής Αεροπορίας. Αυτά τα δικινητήρια βομβαρδιστικά ήταν ικανά να εκτελούν στρατηγικές αποστολές βομβαρδισμού και να παρέχουν εγγύς αεροπορική υποστήριξη.
Potez 633: Η Γαλλία προμήθευσε την Ελλάδα με ελαφρά βομβαρδιστικά Potez 633, ενισχύοντας την ευελιξία και τη δύναμη πυρός της Πολεμική Αεροπορία. Τα αεροσκάφη αυτά χρησιμοποιήθηκαν σε διάφορους ρόλους, όπως βομβαρδισμούς, αναγνώριση και επίθεση στο έδαφος.
Αεροπορικές βάσεις: Η κατασκευή και η επέκταση αεροπορικών βάσεων, όπως αυτές στο Τατόι και την Ελευσίνα, παρείχαν στην Πολεμική Αεροπορία την απαραίτητη υποδομή για να λειτουργεί αποτελεσματικά. Οι βάσεις αυτές εξοπλίστηκαν με εγκαταστάσεις συντήρησης, αποθήκες καυσίμων και σχολές εκπαίδευσης για την υποστήριξη της αυξανόμενης αεροπορικής δύναμης.
Αμυντική βιομηχανία και εγχώρια παραγωγή
Αναγνωρίζοντας τους περιορισμούς της στήριξης αποκλειστικά σε ξένους προμηθευτές, η Ελλάδα επένδυσε στην ανάπτυξη της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας της. Αυτό περιλάμβανε τη δημιουργία εργοστασίων όπλων και την παραγωγή φορητών όπλων, πυρομαχικών και άλλου στρατιωτικού εξοπλισμού.
Εταιρία Ελληνικού Πυριτιδοποιείου Καλυκοποιείου (ΕΕΠΚ): Η ΕΕΚΠ ιδρύθηκε το 1934 και διαδραμάτισε κρίσιμο ρόλο στην παραγωγή πυρομαχικών φορητών όπλων, βλημάτων πυροβολικού και εκρηκτικών υλών. Η εγκατάσταση αυτή μείωσε την εξάρτηση της Ελλάδας από ξένους προμηθευτές και εξασφάλισε τη σταθερή προμήθεια βασικών πυρομαχικών.
Ελληνική Βιομηχανία Οχημάτων (ΕΛΒΟ): Η ΕΛΒΟ ιδρύθηκε το 1939 και επικεντρώθηκε στην παραγωγή και συναρμολόγηση στρατιωτικών οχημάτων, συμπεριλαμβανομένων φορτηγών, τεθωρακισμένων αυτοκινήτων και ελαφρών αρμάτων μάχης. Η πρωτοβουλία αυτή αποσκοπούσε στην ενίσχυση της αυτάρκειας της Ελλάδας στην παραγωγή και συντήρηση οχημάτων.
Στρατηγικές προκλήσεις και ετοιμότητα
Παρά τις προσπάθειες εκσυγχρονισμού, η Ελλάδα αντιμετώπισε αρκετές στρατηγικές προκλήσεις στα τέλη της δεκαετίας του 1930. Η άνοδος των φασιστικών δυνάμεων στην Ευρώπη, ιδίως της Ιταλίας και της Γερμανίας, αποτελούσε άμεση απειλή για την ελληνική κυριαρχία. Η ιταλική εισβολή στην Αλβανία το 1939 και η αυξανόμενη στρατιωτικοποίηση των Βαλκανίων υπογράμμισαν την ανάγκη για ισχυρές αμυντικές ικανότητες.
Διπλωματικές και στρατιωτικές συμμαχίες
Η Ελλάδα προσπάθησε να ενισχύσει την ασφάλειά της μέσω διπλωματικών και στρατιωτικών συμμαχιών. Η σχέση της χώρας με τη Βρετανία και τη Γαλλία ήταν ιδιαίτερα σημαντική, καθώς οι δυνάμεις αυτές παρείχαν στρατιωτική βοήθεια και εξοπλισμό. Το Σύμφωνο Αμοιβαίας Βοήθειας με τη Βρετανία το 1939 ήταν ένα σημαντικό βήμα για την εξασφάλιση εξωτερικής υποστήριξης έναντι πιθανών επιτιθέμενων. Στο πλαίσιο της προετοιμασίας για πιθανές συγκρούσεις, η Ελλάδα ανέλαβε εκτεταμένες προσπάθειες κινητοποίησης και εκπαίδευσης. Επιβλήθηκε η επιστράτευση και επιστρατεύτηκαν έφεδροι για να εξασφαλιστεί η επαρκής επάνδρωση των ενόπλων δυνάμεων. Εντατικοποιήθηκαν τα προγράμματα εκπαίδευσης για τη βελτίωση της πολεμικής ετοιμότητας των στρατευμάτων.
Αναγνωρίζοντας τη στρατηγική σημασία του ορεινού της εδάφους, η Ελλάδα επένδυσε στην κατασκευή αμυντικών θέσεων και οχυρώσεων. Η Γραμμή Μεταξά, μια σειρά οχυρώσεων κατά μήκος των βόρειων συνόρων, κατασκευάστηκε για να αποτρέψει και να αμυνθεί έναντι ενδεχόμενης εισβολής από τη Βουλγαρία. Οι οχυρώσεις αυτές περιλάμβαναν καταφύγια, σήραγγες και θέσεις πυροβολικού, σχεδιασμένες να παρέχουν ένα τρομερό εμπόδιο σε τυχόν προελαύνοντες εχθρικούς στρατούς.
Η περίοδος από το 1923 έως το 1940 σημαδεύτηκε από σημαντικές προσπάθειες εκσυγχρονισμού και ενίσχυσης των στρατιωτικών εξοπλισμών της Ελλάδας. Το Ελληνικό Βασιλικό Ναυτικό, ο Ελληνικός Στρατός και η Ελληνική Πολεμική Αεροπορία υπέστησαν ουσιαστικούς μετασχηματισμούς για να αντιμετωπίσουν τις εξελισσόμενες απειλές και προκλήσεις του Μεσοπολέμου. Ενώ η Ελλάδα αντιμετώπιζε πολυάριθμες στρατηγικές και οικονομικές προκλήσεις, οι επενδύσεις σε στρατιωτικές υποδομές, εγχώρια παραγωγή και διεθνείς συμμαχίες έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην προετοιμασία του έθνους για την επικείμενη σύγκρουση του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Η κληρονομιά αυτών των προσπαθειών είναι εμφανής στις επιδόσεις της Ελλάδας κατά τα πρώτα στάδια του πολέμου, ιδίως κατά τη διάρκεια του Ελληνοϊταλικού Πολέμου του 1940-1941, όπου οι ελληνικές ένοπλες δυνάμεις επέδειξαν ανθεκτικότητα και αποτελεσματικότητα απέναντι σε ανώτερες εχθρικές δυνάμεις. Η περίοδος 1923-1940 αποτελεί έτσι απόδειξη της αποφασιστικότητας της Ελλάδας να υπερασπιστεί την κυριαρχία της και να διατηρήσει τη στρατηγική της θέση σε έναν ταχέως μεταβαλλόμενο κόσμο.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- ΜΕΣΟΠΟΛΕΜΟΣ ΚΑΙ ΕΠΟΠΟΪΙΑ ΤΟΥ ’40, army.gr, διαθέσιμο εδώ.
- Γεώργιος Πολύχρους (2018), Η Πολεμική Προπαρασκευή της Ελλάδας 1936-40: Οργάνωση, οχύρωση και εξοπλισμοί στα πρόθυρα του Β’ ΠΠ, εκδ: Γκοβόστη
- Γεώργιος Πολύχρους (2016), Αμυντικός Σχεδιασμός και Πολεμική Προπαρασκευή του Καθεστώτος της 4ης Αυγούστου (1936-1940), ikee.lib.auth.gr, διαθέσιμο εδώ.
- Ασφάλεια και απόκρυψη των έργων της «Γραμμής Μεταξά», metaxasline.gr, διαθέσιμο εδώ.