Του Μάρκου Ζουζούνη,
Η Πρωτομαγιά αυτού του έτους ήταν μια επετειακή ημέρα για την Ευρώπη. Όχι μόνο με τις συνήθεις αφορμές, τις οποίες όλοι γνωρίζουμε. Τη φετινή 1η Μαΐου, η Ευρωπαϊκή Ένωση γιόρτασε τα 20 χρόνια από τη μεγαλύτερη διεύρυνση στην ιστορία της. Εκείνον τον Μάιο, του 2004, 10 νέα κράτη (και περί τους 75 εκατομμύρια πολίτες, ανάμεσά τους και η Κυπριακή Δημοκρατία, έγιναν κοινωνοί αυτού που τότε φάνταζε ένα ευρωπαϊκό όραμα μόνιμης ειρήνης και ευημερίας.
Είκοσι χρόνια μετά, οι προσδοκίες αυτές αποδείχθηκαν μάλλον ουτοπικές, χωρίς αυτό να σημαίνει, βέβαια, ότι πλήθος χωρών της ευρύτερης περιοχής δεν πασχίζουν, σήμερα, για μια θέση στο τραπέζι των Βρυξελλών, καθώς και όλα τα πλεονεκτήματα που αυτή συνεπάγεται. Με το μέλλον της Ένωσης να κρίνεται, πλέον, στις προσεχείς κάλπες του Ιουνίου, το ερώτημα της μελλοντικής διεύρυνσης πλανάται αναπάντητο, αν και όχι τόσο «εκκωφαντικό» όσο παλιά.
Στην ομάδα των «επίδοξων μνηστήρων» φιγουράρουν, πρώτα και κύρια, τα Δυτικά Βαλκάνια. Η πάλαι ποτέ «πυριτιδαποθήκη της Ευρώπης» – κατά τον Otto von Bismarck – πασχίζει, ακόμη και σήμερα, να βρει κοινό βηματισμό με την υπόλοιπη ήπειρο. Ας ξεκινήσουμε από τη γειτονική μας Βόρεια Μακεδονία, η οποία μονοπωλεί το ενδιαφέρον των ελληνικών μέσων, το τελευταίο διάστημα, προκαλώντας έναν νέο «πονοκέφαλο» στους Ευρωπαίους αξιωματούχους. Παρά την ενθαρρυντική (για πολλούς) επίλυση του ζητήματος της ονομασίας και την είσοδο της χώρας στο Ν.Α.Τ.Ο., το 2019, η εκλογή του εθνικιστικού VMRO, στις πρόσφατες εκλογές, έχει ήδη σημάνει πιθανά προβλήματα για την ευρωπαϊκή πορεία των Σκοπίων. Η έμμεση αμφισβήτηση της Συμφωνίας των Πρεσπών, από τους νεοεκλεγέντες ανώτατους αξιωματούχους, έχει προκαλέσει τη μήνη όχι μόνο της Eλληνικής Kυβέρνησης, αλλά και των Βρυξελλών. Ανάλογες, βέβαια, ήταν οι αποδοκιμασίες και από τη γειτονική Βουλγαρία, η οποία έχει τις δικές της αιτιάσεις, κυρίως ιστορικού και εθνολογικού περιεχομένου.
Η επίσης γειτονική Αλβανία θεωρείται από πολλούς η ισχυρότερη υποψηφιότητα, για 28ο μέλος της Ε.Ε. Παρά της ανησυχίες, σχετικά με τη διαφθορά και το οργανωμένο έγκλημα, η Αλβανία έχει καταγράψει σταθερά βήματα προόδου, ως προς την ενσωμάτωση του ευρωπαϊκού κεκτημένου. Παρά ταύτα, η υποψηφιότητά της δείχνει να «κολλάει», μεταξύ άλλων, στις διμερείς διαφωνίες με την Ελλάδα. Από την Α.Ο.Ζ. μέχρι τα μειονοτικά δικαιώματα, ο δρόμος για της Βρυξέλλες δείχνει να περνά από την Αθήνα. Και ο δρόμος αυτός μάλλον πιο δύσβατος έγινε, μετά από την πρόσφατη διπλωματική ένταση. Στα υπόλοιπα μέτωπα, η αλβανική πρόοδος δε δείχνει να πείθει τους εμπειρογνώμονες της Ε.Ε., στους τομείς των δημοκρατικών εγγυήσεων και του κράτους δικαίου.
Βορειότερα, στη Σερβία, η κατάσταση είναι επίσης διφορούμενη. Αν και η κυβέρνηση Vučić εξακολουθεί να δηλώνει επισήμως πιστή στην ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας, τόσο η σερβική εξωτερική πολιτική, όσο και η κοινή γνώμη, εμφανίζονται σταθερά αναποφάσιστες. Ειδικότερα, ο εναγκαλισμός της σερβικής διπλωματίας με τους δύο μεγαλύτερους ανταγωνιστές της Ένωσης, τη Ρωσία και την Κίνα, μόνο θετικές εντυπώσεις δεν έχει δημιουργήσει στους ευρωπαϊκούς θεσμούς.
Η επαμφοτερίζουσα στάση της σερβικής ηγεσίας στο ουκρανικό ζήτημα, καθώς και η προνομιακή οικονομική συνεργασία με την Κίνα, έχουν δημιουργήσει ένα κλίμα αμφισβήτησης των σερβικών διαβεβαιώσεων, ως προς την προσήλωσή τους στην Ε.Ε. Αν σε αυτό κανείς προσθέσει και τη μάλλον ψυχρή στάση της κοινής γνώμης, προς την ευρωπαϊκή πορεία της χώρας, η κατάσταση φαντάζει ακόμη πιο δυσχερής. Σε μια πρόσφατη δημοσκόπηση του International Republican Institute (IRI), μόλις το 40% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι θα ψήφιζε υπέρ της ένταξης της χώρας τους στην Ένωση, ενώ το 34% ήταν αρνητικοί.
Φτάνοντας στη Βοσνία, η διχογνωμία αυτή πλέον λαμβάνει και θεσμική μορφή, εντός του διασπασμένου ομοσπονδιακού μοντέλου της χώρας. Διαιρεμένη σε δύο ομόσπονδες οντότητες και τρεις εθνοτικές ομάδες, δεν είναι ίσως παράξενο που η ευρωπαϊκή προοπτική ακολουθεί ξεκάθαρα ταυτοτικά χαρακτηριστικά. Βόσνιοι Μουσουλμάνοι και Κροάτες τοποθετούνται σταθερά υπέρ μιας ενδεχόμενης ένταξης στην Ε.Ε., ενώ, αντίθετα, ο σερβικός πληθυσμός ακολουθεί μια ξεκάθαρα φιλορωσική στάση. Το δίπολο αυτό, σε συνδυασμό με το εύθραυστο σύστημα διακυβέρνησης, έχουν δημιουργήσει πλήθος επιφυλάξεων, τόσο στις Βρυξέλλες, όσο και στις περισσότερες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, ως προς την συμμετοχή της χώρας στους ενωσιακούς θεσμούς.
Απομακρυνόμενοι από τη χερσόνησο του Αίμου, τα προβλήματα δε φαίνονται να μειώνονται. Αντιθέτως, η Γεωργία, η οποία έλαβε το στάτους της υποψήφιας προς ένταξη χώρας το 2022, αμέσως μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, έχει πρόσφατα συγκεντρώσει την οργή των Ευρωπαίων αξιωματούχων. Με την πρόσφατη υπερψήφιση ενός εξαιρετικά αμφιλεγόμενου νομοσχεδίου, η Γεωργιανή κυβέρνηση διατείνεται ότι επιχειρεί να ελέγξει την επιρροή ξένων συμφερόντων, στη δημόσια ζωή. Στον αντίποδα, τόσο η αντιπολίτευση, όσο και ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, εκλαμβάνουν τη νομοθεσία αυτή ως μια προσπάθεια φίμωσης των φιλοδυτικών φωνών, στη χώρα του Καυκάσου. Η όλη αντιπαράθεση, και οι συχνά βίαιες συγκρούσεις που αυτή προκάλεσε στους δρόμους της Τιφλίδας, κινδυνεύουν να απομακρύνουν ακόμη περισσότερο την προοπτική της ευρωπαϊκής ένταξης για τη Γεωργία. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι, πλέον, ορισμένες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις μιλούν ανοιχτά για το ενδεχόμενο επιβολής κυρώσεων κατά Γεωργιανών αξιωματούχων.
Τέλος, δεν μπορεί κανείς να αγνοήσει «τον ελέφαντα στο δωμάτιο», ή, ορθότερα, στην… αίθουσα αναμονής. Αν κάποιοι εκπλαγείτε διαβάζοντας ότι η Τουρκία, του Προέδρου Erdoğan, διατηρεί ακόμη την ιδιότητα του υποψήφιου μέλους και όλα τα προνόμια που απορρέουν από αυτή (προενταξιακή χρηματοδότηση κλπ.), δεν είστε οι μόνοι. Η πρόσφατη έκθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου διαπιστώνει την αδυναμία επανέναρξης των ενταξιακών διαπραγματεύσεων, εάν δεν υπάρξει κάποια «δραματική αλλαγή πλεύσης», από πλευράς των τουρκικών αρχών. Ακόμη και παραδοσιακοί υποστηρικτές της ευρωπαϊκής προοπτικής της Τουρκίας, όπως η Ευρωομάδα των Σοσιαλιστών, παραδέχεται, σε ανακοίνωσή της, την έλλειψη προόδου και προτείνει ένα εναλλακτικό πλαίσιο συνεργασίας, εκτός της Ε.Ε.. Η εξέλιξη αυτή μάλλον δε φαίνεται να επηρεάζει ιδιαίτερα την τουρκική ηγεσία, η οποία, από τη μία, συνεχίζει να διατρανώνει την πίστη της στην προοπτική ένταξης στην Ένωση, και, από την άλλη, φαίνεται να κάνει ό,τι μπορεί για να απομακρυνθεί από το ευρωπαϊκό κεκτημένο.
Κοιτώντας όλες αυτές τις διαφορετικές περιπτώσεις χωρών, ίσως θα άξιζε να αναρωτηθούμε τι είδους Ευρώπη θέλουμε. Είναι ένα ερώτημα που έχει απασχολήσει τους ιθύνοντες των Βρυξελλών για χρόνια, ιδίως μετά το Brexit. Μια Ένωση με βασική στόχευση την οικονομική συνεργασία και την ελεύθερη αγορά, όπως ευαγγελίζεται η Γερμανία και (παλαιότερα) η Βρετανία; Σε μία τέτοια Ένωση, η γρήγορη επέκταση και η συμπερίληψη νέων αγορών θα ήταν κλειδί, ακόμη και αν οι χώρες αυτές υστερούν πολιτικά σε κρίσιμους τομείς, όπως τα ανθρώπινα δικαιώματα και οι δημοκρατικές αρχές. Ή μια Ένωση σαφώς μικρότερη, αλλά πιο συνεκτική, με κοινή πολιτική στόχευση και βηματισμό, όπως αυτή που προωθεί η Γαλλία του Macron; Το δίλημμα μπορεί να φαντάζει μακρινό ή υποθετικό, αλλά σίγουρα δεν είναι άσχετο με την επιλογή που θα κληθούμε να λάβουμε όλοι μας στην κάλπη, σε λίγες εβδομάδες.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- EU enlargement: What does the future hold?, The Conversation, διαθέσιμο εδώ
- The Road to Brussels: Does Albania have what it takes to become an EU Member?, Euronews, διαθέσιμο εδώ
- Balkan Support for EU Accession High, Except in Serbia – Survey, Balkan Insight, διαθέσιμο εδώ
- ‘Serbia needs to align further with the EU’, Commissioner Várhelyi tells Vučić in Belgrade, Euronews, διαθέσιμο εδώ
- Bulgaria says North Macedonia risks EU accession over recent statements, Euractiv, διαθέσιμο εδώ
- EU countries push for sanctions on Georgia over ‘Russian law’, Financial Times, διαθέσιμο εδώ
- Analysis: Is Turkey’s bid for EU membership over?, Al Jazeera, διαθέσιμο εδώ
- With Turkey’s EU accession process in deadlock, a parallel and realistic relations framework with Turkey should be set up, S&D, διαθέσιμο εδώ