Της Άννας Καρρά,
Οι περισσότεροι άνθρωποι θεωρούν δεδομένο ότι γυρίζοντας από τις δουλειές τους έχουν ένα σπίτι να τους περιμένει και ένα κρεβάτι να ξεκουράσουν το σώμα τους. Ωστόσο, για κάποιους όχι μόνο δεν είναι δεδομένο, αλλά αποτελεί ζητούμενο. Άλλωστε, όπως λέει και ο «σοφός» λαός «όταν χάσεις κάτι, τελικά το εκτιμάς». Σκέφτομαι πόσο δίκιο έχει.
Από τη μια στιγμή στην άλλη, από την άνεση του σπιτιού σου μπορεί να βρεθείς στον δρόμο μη γνωρίζοντας πώς και αν θα καταφέρεις να επιβιώσεις. Είναι, όμως, και άλλοι που από παιδιά το μόνο «σπίτι» που γνώρισαν και ξέρουν είναι ο δρόμος. Η ζωή τούς φέρθηκε σκληρά από νωρίς, αλλά δεν τους πειράζει πλέον, γιατί το συνήθισαν.
Και στις δυο περιπτώσεις πρόκειται για ανθρώπους που κοιμούνται σε στάσεις λεωφορείων, σε πεζοδρόμια και σε λιμάνια με μόνη τους περιουσία μια αποσκευή που μέσα της χωράει αναμνήσεις, μοναξιά και πόνο. Αγκαλιά με ό,τι απέμεινε από την «προηγούμενη» ζωή γυρνάνε από περιοχή σε περιοχή, αναζητώντας ένα υπόστεγο να στεγάσει αυτούς και όλα τους τα υπάρχοντα, μέχρι να έρθει η επόμενη ανατολή, η οποία σηματοδοτεί ακόμη μια ημέρα επιβίωσης. Και όταν βρέχει και έχει κρύο, τα βράδια είναι ατελείωτα, καθώς κουλουριασμένοι με μια μισό-σκισμένη κουβέρτα προσπαθούν να αντέξουν τις καιρικές συνθήκες, αλλά και την αδιαφορία των ανθρώπων. Περνάνε τη μέρα τους απλώς παρατηρώντας τους ανθρώπους βιαστικούς να τρέχουν, για να προλάβουν τη ζωή και αναμένοντας ένα κομμάτι ψωμί, για να ξεγελάσουν το στομάχι τους που διαμαρτύρεται διακαώς.
Τι οδήγησε τους ανθρώπους αυτούς στον δρόμο; Η απάντηση δεν αργεί να έρθει και δεν είναι άλλη από την οικονομική κρίση. Σε μια χώρα, όπως η Ελλάδα, αλλά και σε πολλές άλλες, στις οποίες τα ποσοστά ανεργίας σημειώνουν κατακόρυφη άνοδο, με αποτέλεσμα οι λογαριασμοί, οι δόσεις δανείου και τα ενοίκια να μένουν ανεξόφλητα, είναι πολύ πιθανό να χάσεις τα πάντα και να μείνεις στον «άσσο». Συμπληρωματικά, η κακή διαχείριση των χρημάτων και η τάση να τα σπαταλούν ή να τα ποντάρουν σε τυχερά παιχνίδια είναι παράγοντες που μπορούν να οδηγήσουν κάποιον να βρεθεί στο δρόμο.
Το κράτος διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στην καταστολή του φαινομένου αυτού, λαμβάνοντας διάφορα μέτρα. Πιο συγκεκριμένα, το κράτος έχει ιδρύσει δομές για τη στέγαση των αστέγων, αλλά δεν επαρκούν, για να περιθάλψουν ούτε λίγους από αυτούς. Έτσι, θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει τα σχολεία κατά τους θερινούς μήνες, για να διαμένουν άνθρωποι που το έχουν ανάγκη. Επίσης, θα μπορούσε να απασχολήσει έναντι αμοιβής κάποιους σε εργασίες, όπως καθάρισμα πάρκων, βάψιμο τοίχων, αλλά και σε κάθε είδους εργασία αξιοποιώντας τις γνώσεις και τα ταλέντα τους. Θα ήταν ιδιαίτερα ωφέλιμο, επίσης, να διοργανώνει εράνους, αλλά και να αναζητά τη βοήθεια καταστημάτων ένδυσης, πώλησης τροφίμων κ.ά., δίνοντάς τους ως κίνητρο χαμηλότερους φόρους, προκειμένου να παρέχουν κάποια από τα εμπορεύματα τους στους ανθρώπους που τα έχουν ανάγκη.
Καταληκτικά, θα ήθελα να επισημάνω, πως η ποιότητα ζωής μιας χώρας γίνεται αντιληπτή από τον αριθμό των αστέγων, καθώς πρόκειται για ένα μεγάλου αριθμού δυναμικό που μένει ανεκμετάλλευτο από τη χώρα και που δεν του δίνεται η ευκαιρία να συμβάλλει στην ανάπτυξη της χώρας. Έτσι κρίνεται αναγκαία η ευαισθητοποίηση και η δράση όλων για αυτό το καίριο ζήτημα, προκειμένου να εξαλειφθεί.