Της Σοφίας Μάντη,
Τα συστήματα του οργανισμού συνεχώς επικοινωνούν και αλληλεπιδρούν μεταξύ τους, επιτυγχάνοντας φυσιολογικά μια δυναμική ισορροπία που συμβάλλει στην ορθή λειτουργία του σώματος και τη δυνατότητα προσαρμογής του στις προκύπτουσες ανάγκες. Η διαρκής αυτή αλληλεπίδραση δεν παύει όταν ένα σύστημα νοσεί, με αποτέλεσμα, παρά την αρχικώς εστιασμένη παθολογική εντόπιση, πολλές φορές να καταλήγουμε σε συστηματική πάθηση.
Η αρτηριακή υπέρταση είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη στον σύγχρονο γενικό πληθυσμό, καθώς εκτιμάται ότι πάσχει το 30% των ενηλίκων, με το 40% εξ αυτών να μην το γνωρίζουν. Θεωρείται «ύπουλη» κατάσταση, καθώς σπάνια προκαλεί συμπτώματα και διαλάθει της προσοχής για πολλά χρόνια, με αποτέλεσμα συχνά να έχουν ήδη εμφανιστεί επιπλοκές της τη στιγμή της διάγνωσης. Γι’ αυτό, αποτελεί την κύρια αιτία καρδιαγγειακής νόσου και πρώιμου θανάτου παγκοσμίως. Διακρίνεται σε ιδιοπαθή (συχνότερη) και σε δευτεροπαθή, που προκαλείται στα πλαίσια άλλων παθολογικών καταστάσεων.
Οι νεφροί είναι όργανα ζωτικής σημασίας για το ανθρώπινο σώμα, με σημαντικό ρόλο, μεταξύ άλλων, για τη διατήρηση της ισορροπίας των υγρών και ηλεκτρολυτών, τον έλεγχο της αρτηριακής πίεσης και την αποβολή τοξικών παραπροϊόντων του μεταβολισμού. Οι νεφρικές αρτηρίες υποδέχονται κάθε λεπτό περίπου το ένα τέταρτο του αίματος του οργανισμού, το οποίο φιλτράρουν μέσω ειδικών αγγειακών σχηματισμών, των σπειραμάτων. Το προς αποβολή διήθημα ταξιδεύει μέσω των νεφρικών σωληναρίων, όπου υπόκειται σε επεξεργασία, για να λάβει την τελική μορφή του και να αποβληθεί από το ουροποιητικό σύστημα.
Υπάρχουν ορισμένες καταστάσεις, όπως η αθηροσκλήρωση και η ινομυώδης δυσπλασία, οι οποίες προκαλούν στένωση των νεφρικών αρτηριών. Επακόλουθο αυτού είναι η μείωση του αίματος που καταλήγει στους νεφρούς, με συνέπεια την ενεργοποίηση του συστήματος ρενίνης-αγγειοτενσίνης-αλδοστερόνης. Οι ορμόνες αυτές, μέσω διαφόρων μηχανισμών που περιλαμβάνουν αγγειοσύσπαση, ενεργοποίηση του συμπαθητικού συστήματος και κατακράτηση νερού στα νεφρικά σωληνάρια, προωθούν την αύξηση της αρτηριακής πίεσης, με σκοπό τη διασφάλιση επαρκέστερης αιμάτωσης για τους νεφρούς. Εφόσον, όμως, η στένωση στις νεφρικές αρτηρίες παραμένει, δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος με διαρκή δευτεροπαθή αύξηση της αρτηριακής πίεσης. Η κατάσταση αυτή ονομάζεται νεφραγγειακή υπέρταση.
Από τα παραπάνω, φαίνεται πως ένα πρόβλημα που αφορά τα νεφρικά αγγεία μπορεί να παρουσιαστεί ως υπέρταση. Αντίστοιχα, η χρόνια αρτηριακή υπέρταση μπορεί να προκαλέσει αλλοιώσεις στους νεφρούς, με αποτέλεσμα την εκδήλωση νεφρικής νόσου. Οι αλλοιώσεις αυτές αφορούν διαφορετικά τμήματα του νεφρού, με προσβολή τόσο των αγγείων όσο και των σπειραμάτων και των νεφρικών σωληναρίων.
Πιο συγκεκριμένα, ο χιτώνας των αγγείων του νεφρικού αρτηριακού σκέλους παρουσιάζει υπερτροφία ως απόκριση στην αυξημένη αρτηριακή πίεση, με συνέπεια τη στένωση του αυλού τους. Παράλληλα, μικροβλάβες του αρτηριακού τοιχώματος ευνοούν την εναπόθεση ενός συστατικού του πλάσματος, της υαλίνης, η οποία δρα επιβαρύνοντας τη στένωση.
Όσον αφορά τα νεφρικά σπειράματα, αυτά υφίστανται «σπειραματοσκλήρυνση», καθώς ο συνδυασμός της αυξημένης διαπερατότητάς τους με ισχαιμικές βλάβες οδηγεί σε απώλεια νεφρώνων. Οι εναπομείναντες νεφρώνες αναγκάζονται να υπερλειτουργούν, το οποίο, τελικά, οδηγεί σε περαιτέρω απώλειες, δημιουργώντας έναν φαύλο κύκλο. Η κατάσταση αυτή μπορεί να παρουσιαστεί με απώλεια πρωτεϊνών μέσω των ούρων και οδηγεί σε σημαντική μείωση της νεφρικής λειτουργίας.
Τα νεφρικά σωληνάρια και ο διάμεσος νεφρικός ιστός δεν μένουν αλώβητα, καθώς προκαλείται ίνωση και ατροφία, μέσω όχι πλήρως διευκρινισμένων μέχρι στιγμής μηχανισμών, που επιδεινώνουν περαιτέρω τη νεφρική λειτουργία. Φαίνεται πως στη διαδικασία αυτή συμμετέχουν διαταραχές της αιμάτωσης, ανοσολογικοί μηχανισμοί, αλλά και οι βλάβες των νεφρικών αγγείων και σπειραμάτων, που προηγήθηκαν λόγω της υπέρτασης.
Παράπλευρη αλληλεπίδραση μεταξύ της αρτηριακής υπέρτασης και των νεφρών είναι αυτή που πραγματοποιείται μέσω των αντιυπερτασικών φαρμάκων. Φάρμακα πρώτης γραμμής για την αντιμετώπιση της αυξημένης αρτηριακής πίεσης είναι οι ανταγωνιστές του μετατρεπτικού ενζύμου της αγγειοτενσίνης (ACE αναστολείς) και οι ανταγωνιστές των υποδοχέων της αγγειοτενσίνης ΙΙ (-σαρτάνες). Οι δύο αυτές κατηγορίες μπορούν να προκαλέσουν οξεία νεφρική βλάβη, λόγω της επίδρασής τους στα νεφρικά αγγεία, που οδηγεί σε μείωση του ρυθμού σπειραματικής διήθησης.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Renovascular hypertension, NIH, διαθέσιμο εδώ
- Clinical features, diagnosis and treatment of hypertensive nephrosclerosis, UptoDate, διαθέσιμο εδώ