Της Χαράς Γρίβα,
Ο Αλέξανδρος Παπαναστασίου υπήρξε μια από τις πλέον σημαντικές προσωπικότητες της ελληνικής πολιτικής σκηνής κατά τον 20ό αιώνα. Γεννημένος το 1876 στην Τρίπολη, υπήρξε πρωτοπόρος του προοδευτικού κινήματος και θεμελιωτής της Β’ Ελληνικής Δημοκρατίας. Η πολιτική του δράση χαρακτηρίστηκε από τη βαθιά του πίστη στη δημοκρατία, την κοινωνική δικαιοσύνη και τις μεταρρυθμίσεις. Αυτό το άρθρο θα εξετάσει τις κύριες πτυχές της πολιτικής του Παπαναστασίου, τις προκλήσεις που αντιμετώπισε και την κληρονομιά που άφησε.
Θεωρήθηκε ένθερμος υποστηρικτής της ειρήνης και της συνεργασίας στα Βαλκάνια και ίδρυσε την οργάνωση «Βαλκανικής Ένωσης» για το σκοπό αυτό. Αντιτάχθηκε στη δικτατορία του Θεόδωρου Πάγκαλου και του Ιωάννη Μεταξά. Η δικτατορία του Ιωάννη Μεταξά τον έθεσε σε κατ‘ οίκον περιορισμό. Το 1908, ίδρυσε την «Κοινωνιολογική Εταιρεία» μαζί με τους Αραβαντινό, Δελμούζο, Μυλωνά, Πετιμεζά, Τριανταφυλλόπουλο. Στόχος της εταιρείας ήταν η διάδοση της επιστημονικής έρευνας για την ενημέρωση του ευρύτερου κοινού, η επίτευξη ίσων δικαιωμάτων για όλους με τη ρύθμιση των μέσων παραγωγής και την αλλαγή της οικονομικής και πολιτικής οργάνωσης, αλλά για να επιτευχθεί αυτό είναι απαραίτητο να οργανωθούν οι εργαζόμενοι σε συνεταιρισμούς και πολιτικά κόμματα. Ωστόσο, σύμφωνα με το ψήφισμα της Εταιρείας, εκτός από τον κρατικό νόμο, δόθηκε ιδιαίτερη προσοχή στους υπαλλήλους. Ο Αλέξανδρος Παπαναστασίου είναι υπεύθυνος για τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας, τη δημιουργία συνδικάτων για την προστασία των συμφερόντων τους, την προστασία των γυναικών και των ανηλίκων στο χώρο εργασίας και πολλές άλλες ριζοσπαστικές μεταρρυθμίσεις για την εποχή.
Ο Παπαναστασίου ήταν υπέρμαχος του δημοκρατικού σοσιαλισμού, μια πολιτική ιδεολογία που προωθεί την κοινωνική δικαιοσύνη μέσω δημοκρατικών μέσων. Εμπνευσμένος από τις σοσιαλιστικές ιδέες της Δύσης και τη δική του φιλοσοφική σκέψη, υποστήριξε την ανάγκη για εκδημοκρατισμό της κοινωνίας και των θεσμών. Το 1910, μέλη του Κοινωνιολογικού Συλλόγου ίδρυσαν το Λαϊκό Κόμμα και στις εκλογές του ίδιου έτους ο Παπαναστασίου εξελέγη βουλευτής. Διεξήγαγε έναν σκληρό αγώνα για τη μεταφορά γης στους ακτήμονες κατοίκους της Θεσσαλίας. Το 1916, ως μέλος του Φιλελεύθερου Κόμματος, συμμετείχε στο κίνημα της Θεσσαλονίκης και εκπροσώπησε την επαναστατική κυβέρνηση των Ιονίων Νήσων. Το 1917, η Προσωρινή Κυβέρνηση της Θεσσαλονίκης του ανέθεσε την πλήρη διαχείριση των Ιονίων Νήσων. Εκλέχθηκε στο Κοινοβούλιο αρκετές φορές (από το 1910 έως και το 1936), ενώ από το 1917 έως το 1920, υπηρέτησε σε υπουργικές θέσεις στην κυβέρνηση Βενιζέλου.
Μια από τις σημαντικότερες συνεισφορές του Παπαναστασίου ήταν η συμβολή του στην ίδρυση της Α’ Ελληνικής Δημοκρατίας. Μετά την Μικρασιατική Καταστροφή το 1922 και την επακόλουθη πολιτική αστάθεια, ο Παπαναστασίου και άλλοι προοδευτικοί πολιτικοί αναζήτησαν έναν τρόπο να σταθεροποιήσουν τη χώρα. Η ανακήρυξη της Δημοκρατίας το 1924 αποτέλεσε ένα σημαντικό βήμα προς την κατεύθυνση αυτή, και ο Παπαναστασίου υπήρξε καθοριστικός σε αυτήν την αλλαγή. Το 1922, δημοσίευσε το «Δημοκρατικό Μανιφέστο», στο οποίο καταδίκασε την πολιτική της αυτοκρατορικής αντάρτικης κυβέρνησης της Μικράς Ασίας, ενώ υποστήριξε την εγκαθίδρυση της Δημοκρατίας. Για την πράξη αυτή καταδικάστηκε σε φυλάκιση, αλλά με την έναρξη του κινήματος Πλαστήρα αφέθηκε ελεύθερος. Το 1924, έγινε δημοφιλής, ή τουλάχιστον ευρύτερα γνωστός, λόγω της εγκαθίδρυσης της Αβασίλευτης Δημοκρατίας και του διωγμού, της δίκης, της φυλάκισης κλπ. Το 1923 ίδρυσε την ημερήσια εφημερίδα Δημοκρατία, στην οποία ήταν ο κύριος αρθρογράφος.
Η πολιτική ατζέντα του Παπαναστασίου περιλάμβανε εκτεταμένες κοινωνικές και οικονομικές μεταρρυθμίσεις. Αναγνώριζε την ανάγκη για βελτίωση των συνθηκών ζωής των αγροτών και των εργαζομένων, και γι’ αυτό προώθησε μέτρα όπως η αγροτική μεταρρύθμιση και η ίδρυση αγροτικών συνεταιρισμών. Στόχευε στη μείωση των κοινωνικών ανισοτήτων και την παροχή ίσων ευκαιριών για όλους τους πολίτες. Κατά την ίδια περίοδο, αναδεικνύονται εντυπωσιακά πολύπλοκες πτυχές των δραστηριοτήτων των πολιτικών και αναδεικνύεται ένα συγκλονιστικό φάσμα παροχών και ευκαιριών απασχόλησης. Το 1924 σχημάτισε κυβέρνηση με την υποστήριξη του Φιλελεύθερου Κόμματος και μπόρεσε να υποβάλει στην 4η Συντακτική Συνέλευση ψήφισμα για την ανακήρυξη της Δημοκρατίας, το οποίο ανέφερε ότι η μοναρχία είχε καταργηθεί. Το ψήφισμα επικυρώθηκε με δημοψήφισμα τον Απρίλιο του 1924. Σημαντικό μέρος του νόμου της πρωθυπουργίας του θεωρείται η ίδρυση Πανεπιστημίου στη Θεσσαλονίκη, η αναγνώριση της δημοτικής γλώσσας κ.λπ. Ως εκ τούτου, έφερε στη ζωή μερικές από τις ιδέες του για τη συνεργασία και φρόντισε για θέματα όπως η έλλειψη γης. Το 1932, είχε την αποστολή να σχηματίσει κυβέρνηση, η οποία ορκίστηκε, αλλά έναν μήνα μετά παραιτήθηκε.
Η πολιτική σκηνή της Ελλάδας κατά τον Μεσοπόλεμο ήταν εξαιρετικά ασταθής, με συχνές στρατιωτικές επεμβάσεις και πραξικοπήματα. Ο Παπαναστασίου βρέθηκε συχνά αντιμέτωπος με τις παρεμβάσεις των στρατιωτικών, οι οποίες υπονόμευσαν τις προσπάθειές του για δημοκρατική σταθερότητα. Παρά τις δυσκολίες αυτές, παρέμεινε αφοσιωμένος στις αρχές του και εργάστηκε ακούραστα για την προώθηση των δημοκρατικών ιδεών. Η Ελλάδα της δεκαετίας του 1920 και 1930 αντιμετώπιζε σοβαρά οικονομικά προβλήματα. Η καταστροφή της Μικράς Ασίας είχε φέρει χιλιάδες πρόσφυγες στη χώρα, ενώ οι οικονομικές συνέπειες του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου και της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης του 1929 επιδείνωσαν την κατάσταση. Ο Παπαναστασίου προσπάθησε να αντιμετωπίσει αυτές τις προκλήσεις μέσω μεταρρυθμίσεων, αλλά συχνά η έλλειψη πόρων και η αντίσταση από διάφορα συμφέροντα περιόριζαν τις δυνατότητές του. Παρά τις προκλήσεις, ο Παπαναστασίου κατάφερε να θέσει τα θεμέλια για τη δημοκρατική εξέλιξη της Ελλάδας. Η συμβολή του στην ίδρυση και την εδραίωση της Β’ Ελληνικής Δημοκρατίας αποτέλεσε μια σημαντική παρακαταθήκη για το μέλλον της χώρας. Η δέσμευσή του στις δημοκρατικές αρχές ενέπνευσε πολλές μελλοντικές γενιές πολιτικών και πολιτών.