Του Κωνσταντίνου Γκότση,
Είναι γνωστό, ευρύτερα, πως ο χρυσός –ως επενδυτικό μέσο– αποτελεί «καταφύγιο» για τους επενδυτές σε περιόδους αβεβαιότητας, (γεωπολιτικών) αναταραχών, καθώς και υψηλού πληθωρισμού. Εν γένει, ο χρυσός παρέχει διαφοροποίηση σε ένα χαρτοφυλάκιο και συχνά παρουσιάζει αντιστρόφως ανάλογη σχέση με την αγορά μετοχών σε περιόδους υψηλών κινδύνων, όπως αυτή που βιώνουμε. Ωστόσο, τους τελευταίους μήνες βλέπουμε την αγορά χρυσού με την αγορά μετοχών να κινούνται ανοδικά και οι δύο.
Ειδικότερα, από την αρχή της χρονιάς ο χρυσός έχει καταγράψει άνοδο περίπου 15%, υπεραποδίδοντας, μάλιστα, σε σχέση με άλλους δείκτες αναφοράς της αγοράς μετοχών, όπως τον S&P 500 (περίπου +10%), τον Stoxx Europe 50 (+10%), τον Dax (+12,64%) και τον FTSE 100 (+9,21%).
Πέρα από αντισταθμιστικό μέσο απέναντι στον υψηλό πληθωρισμό (ο οποίος συμπιέζει προς τα κάτω τα πραγματικά επιτόκια) και τους γεωπολιτικούς τριγμούς που έχουν επιφέρει τα πολεμικά μέτωπα σε Ουκρανία και Μέση Ανατολή, καθώς και οι εμπορικές «κονταρομαχίες» μεταξύ Η.Π.Α. και Κίνας, από πέρυσι ήδη έχει αυξηθεί αισθητά η ζήτησή του από πολλές Κεντρικές Τράπεζες (ιδίως των χωρών BRICS λόγω των κυρώσεων της Δύσης προς τη Ρωσία), οι οποίες, μαζί και με μέρος της αγοράς, δείχνουν να αποστρέφονται το δολάριο και τα περιουσιακά στοιχεία σε δολάρια για την ενίσχυση των αποθεματικών τους. Μάλιστα, αυτή η στροφή προς τον χρυσό έναντι του (αποδυναμωμένου) δολαρίου έγκειται στο ευρύτερο πλαίσιο του φαινομένου της λεγόμενης «αποδολαριοποίησης».
Επιπλέον, η ζήτησή του στην επιχειρηματική δραστηριότητα έχει αυξηθεί σημαντικά, λόγω των ιδιοτήτων του. Συγκεκριμένα, το α’ τρίμηνο του 2024 η ζήτηση για χρυσό, μεταξύ άλλων, στη βιομηχανία και τον τεχνολογικό κλάδο σημείωσε αύξηση 10% σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο πέρυσι, καθώς χρησιμοποιήθηκαν περίπου 79 τόνοι χρυσού από τους αυτούς τους οικονομικούς κλάδους, σύμφωνα με το W.G.C. (World Gold Council). Μάλιστα, η μεγαλύτερη αύξηση της ζήτησης προήλθε από την παραγωγή σε Ιαπωνία, Νότια Κορέα, Κίνα-Χονγκ Κόνγκ και Η.Π.Α.
Η ανοδική τάση στη ζήτηση χρυσού από τον τεχνολογικό τομέα αναμένεται να συνεχίσει και το επόμενο διάστημα, καθώς το συγκεκριμένο πολύτιμο μέταλλο παρουσιάζει όλο και μεγαλύτερη χρησιμότητα στην παραγωγή και την ανάπτυξη τεχνητής νοημοσύνης και ειδικότερα του cloud computing. Το ίδιο προβλέπεται πως θα ισχύσει και στις βιομηχανίες, ιδίως στον τομέα της κατασκευής αυτοκινήτων και οθονών/πάνελ. Μοναδικός περιορισμός είναι η υψηλή του αξία και η σπανιότητά του, που τον καθιστά, ως έναν βαθμό, ασύμφορο.
Εν γένει, σύμφωνα με το W.G.C., η συνολική παγκόσμια ζήτηση χρυσού (συμπεριλαμβανομένων των αγορών OTC) αυξήθηκε κατά 3% σε ετήσια βάση στους 1.238 τόνους, αποτελώντας το ισχυρότερο α’ τρίμηνο από το 2016. Η ζήτηση χωρίς τις εξωχρηματιστηριακές αγορές (OTC) μειώθηκε κατά 5% σε 1.102 τόνους το α’ τρίμηνο σε ετήσια βάση. Η Ευρώπη και η Βόρεια Αμερική παρουσίασαν τριμηνιαίες εκροές, οι οποίες αντισταθμίστηκαν ελαφρά από τις εισροές σε προϊόντα εισηγμένα στην Ασία.
Η ζήτηση για ράβδους και κέρματα αντιστοιχούσε στο προηγούμενο τρίμηνο στους 312 τόνους, που μεταφράζεται σε αύξηση 3% σε ετήσια βάση. Ο παγκόσμιος όγκος πωλήσεων κοσμημάτων ήταν μόλις 2% χαμηλότερος σε ετήσια βάση, στους 479 τόνους. Η κατασκευή κοσμημάτων αυξήθηκε κατά 1% ετησίως σε 535 τόνους, με αποτέλεσμα την αύξηση των αποθεμάτων κατά 56 τόνους κατά τη διάρκεια του τριμήνου. Παρά τη σχετικά πιο υποτονική ζήτηση για την κατασκευή (χρυσών) κοσμημάτων σε σχέση με τη ζήτηση στον τεχνολογικό κλάδο, περίπου τα 3/4 της ζήτησης χρυσού αφορά την παραγωγή κοσμημάτων. Συνεπώς η αύξηση της ζήτησης χρυσού σε άλλους επιχειρηματικούς τομείς δεν δικαιολογεί, για αρκετούς αναλυτές, το «ράλι» του. Επίσης, ο –έως τώρα– περιορισμένος αντίκτυπος των γεωπολιτικών αναταραχών στις κεφαλαιαγορές δεν υποστηρίζει την αύξηση της τιμής του.
Ακόμα ένας παράγοντας που λειτουργεί επικουρικά στην άνοδο του χρυσού είναι το financial repression (χρηματοπιστωτική καταστολή) και ο κίνδυνος χρηματοπιστωτικής αστάθειας (με επίκεντρο πάντα τις Η.Π.Α.).
Με τον όρο financial repression αναφερόμαστε στη (δημοσιονομική) πολιτική των Κυβερνήσεων κατά την οποία εφαρμόζονται μέτρα για τη συγκέντρωση κεφαλαίων από το Δημόσιο, με πηγή τον ιδιωτικό τομέα. Άμεσος δανεισμός προς την Κυβέρνηση, ανώτατα όρια στα επιτόκια, ρύθμιση της διασυνοριακής κίνησης κεφαλαίων και, ευρύτερα, οι παρεμβάσεις της Κυβέρνησης στο χρηματοδοτικό σύστημα αποτελούν μερικά από τα μέτρα που εφαρμόζονται, με σκοπό το χαμηλότερο κόστος δανεισμού για την Κυβέρνηση. Αυτή η πολιτική επιφέρει και μείωση των επιτοκίων στους καταθετικούς λογαριασμούς, τα επιτόκια των οποίων καταλήγουν να είναι χαμηλότερα από τον ρυθμό του πληθωρισμού.
Όσον αφορά τον κίνδυνο της χρηματοπιστωτικής αστάθειας, από την πλευρά του Δημοσίου η άνοδος του χρέους φαίνεται ξεκάθαρα επικίνδυνη τα τελευταία χρόνια για τη χρηματοδότηση υπέρογκων ελλειμμάτων που δημιουργήθηκαν από αλόγιστες κρατικές σπατάλες. Από την πλευρά των νοικοκυριών στις Η.Π.Α., η κατάσταση φαίνεται σχετικά καλή, καθώς η Χρηματοπιστωτική Κρίση του 2008 έχει στιγματίσει τον Αμερικανό πολίτη μέχρι σήμερα. Ειδικότερα, το χρέος των νοικοκυριών ως ποσοστό του Α.Ε.Π. παρουσιάζει τεράστια και συνεχή πτώση από το 2009 και έπειτα, με εξαίρεση την περίοδο του Covid-19 που το Α.Ε.Π. μειώθηκε κατακόρυφα, καταλύτης της οποίας είναι η πτώση στα στεγαστικά χρέη (κυρίως).
Υψηλός κίνδυνος, βέβαια, παρουσιάζεται σε δανειολήπτες νεαρής ηλικίας και σε νοικοκυριά χαμηλού εισοδηματικού επιπέδου, καθώς το τελευταίο διάστημα έχουν αυξηθεί ιδιαίτερα σε αυτές τις κατηγορίες οι πιστωτικές αθετήσεις (delinquency). Οι περισσότερες αφορούν τις ηλικίες 18 με 29, ωστόσο και η αμέσως επόμενη ηλιακή κατηγορία (30-49) παρουσιάζει πιο ραγδαία αύξηση των αθετήσεων τα τελευταία χρόνια. Επίσης, σε σχετική έκθεση της Fed, οι αθετήσεις/ καθυστερήσεις πληρωμών έχουν αυξηθεί ραγδαία σε δανειολήπτες που έχουν «τερματίσει» τις πιστωτικές τους κάρτες, δηλαδή έχουν φτάσει στα ανώτερα όρια πίστωσης, και έχουν υψηλό πιστωτικό σκορ (CUR – utilization rate).
Τα παραπάνω, λοιπόν, αναμένεται να πιέσουν μελλοντικά τη Fed να ρίξει τα επιτόκια πολιτικής, ακόμα και αν ο πληθωρισμός δεν έχει σταθεροποιηθεί στα επιθυμητά επίπεδα. Τα χαμηλά (ονομαστικά) επιτόκια στην αγορά, σε συνδυασμό με το ενδεχόμενο υψηλό πληθωρισμό, θα συμπιέσουν σημαντικά τα πραγματικά επιτόκια (τα επιτόκια που είναι προσαρμοσμένα στον πληθωρισμό), τα οποία βρίσκονται σήμερα σε υψηλά επίπεδα λόγω της νομισματικής «σύσφιξης» και η διολίσθηση του δολαρίου (το οποίο έχει ενισχυθεί από την αρχή της χρονιάς) θα κάνουν πιο ελκυστικό τον χρυσό.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- A debt crisis at the economy’s edge, ft.com, διαθέσιμο εδώ
- Not Just Central Banks: Industrial, Tech Demand For Gold Surged in Q1, investing.com, διαθέσιμο εδώ
- Gold Demand Trends Q1 2024, gold.org, διαθέσιμο εδώ