20.4 C
Athens
Παρασκευή, 15 Νοεμβρίου, 2024
ΑρχικήΝομικά ΘέματαΔικαστηριακή εφευρετικότητα (;) στην προσωρινή κράτηση

Δικαστηριακή εφευρετικότητα (;) στην προσωρινή κράτηση


Του Νίκου Αντωνάκη,

Η προσωρινή κράτηση (ή, αδόκιμα, προφυλάκιση) αποτελεί το έσχατο μέσο δικονομικού καταναγκασμού που υπάρχει στο δικονομικό μας σύστημα και αυτό λόγω της πλήρους στέρησης της ελευθερίας που επιφέρει. Για τον λόγο αυτόν δεν θα μπορούσε παρά να ρυθμίζεται λεπτομερώς τόσο στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας (άρθρα 286-293) όσο και στο ίδιο το Σύνταγμα (άρθρο 6 παράγραφος 4). Παρά όμως την εκτενέστατη αναφορά της νομοθεσίας μας στο εν λόγω ζήτημα, δεν ελλείπει καθόλου η δικαστική αυθαιρεσία, που συνεχίζει αμέριμνη να καλπάζει, οδηγώντας τη χώρα μας σε διαρκείας καταδίκες από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (Ε.Δ.Δ.Α.).

Προτού όμως περάσει κανείς στην αναφορά και την κριτική των αυθαιρεσιών αυτών, είναι αναγκαίο να σταθεί πρώτα στους όρους επιβολής της προσωρινής κράτησης. Οι προϋποθέσεις επιβολής της τελευταίας διακρίνονται τόσο σε ουσιαστικές όσο και σε διαδικαστικές. Στις πρώτες ανήκουν, κατά νομοθετική ρύθμιση, η κίνηση ποινικής διώξεως για κακούργημα ή για το πλημμέλημα του 302 ΠΚ κατά συρροή (α. 286 ΚΠΔ), η ύπαρξη σοβαρών ενδείξεων ενοχής του κατηγορουμένου (α. 282 παρ. 1 ΚΠΔ), η ανάγκη επιβολής του μέτρου προκειμένου να αποτραπεί ο κίνδυνος τέλεσης νέων εγκλημάτων και να εξασφαλιστεί ότι εκείνος στον οποίο επιβλήθηκε θα παραστεί οποτεδήποτε στην ανάκριση ή στο δικαστήριο και θα υποβληθεί στην εκτέλεση της απόφασης (282 παρ. 2 ΚΠΔ), και, τέλος,  η μη επάρκεια των περιοριστικών όρων του α. 283 ΚΠΔ ή του κατ’ οίκον περιορισμού με ηλεκτρονική επιτήρηση του 284 ΚΠΔ. Στις δεύτερες συγκαταλέγονται η κίνηση ποινικής δίωξης με παραγγελία κύριας ανάκρισης (43, 246 ΚΠΔ), η προηγούμενη απολογία του κατηγορουμένου (270 και επόμενα ΚΠΔ) και η ύπαρξη σύμφωνης γνώμης ανακριτή και εισαγγελέα για την επιβολή του συγκεκριμένου όρου (διαφορετικά η διαφωνία επιλύεται από το δικαστικό συμβούλιο κατά τα άρθρα 288, 307 ΚΠΔ).

Πηγή εικόνας: pixabay.com/ Δικαιώματα χρήσης: Breedstock

Εκτός των παραπάνω απαιτείται και ο σκοπός φυγής του κατηγορουμένου ή, πάντως, η πιθανότητα διάπραξης εκ μέρους του νέων εγκλημάτων αν αφεθεί ελεύθερος. Σε κάθε περίπτωση, το ανακριτικό ένταλμα που διατάσσει την προσωρινή κράτηση πρέπει να αιτιολογεί τα παραπάνω με τρόπο ειδικό και εμπεριστατωμένο (α. 282 παρ. 3 ΚΠΔ). Εδώ εντοπίζεται και η πρώτη και απαντώμενη συχνά στην πράξη δικαστική αυθαιρεσία. Παρατηρείται, ειδικότερα, η έκδοση σωρείας ενταλμάτων προσωρινής κράτησης εις βάρος κατηγορουμένων, οι οποίοι, εκτός των σοβαρών ενδείξεων ενοχής που φέρουν, και γνωστή διαμονή έχουν και ανίκανοι διάπραξης νέων εγκλημάτων εμφανίζονται. Είναι φανερό εδώ ότι η προφυλάκιση διατάσσεται για λόγους κοινωνικής συνοχής, και, συγκεκριμένα, εξαιτίας της κοινωνικής αντίδρασης στο έγκλημα. Πουθενά όμως στο νόμο δεν προϋποτίθεται η αποκατάσταση της κοινωνικής ειρήνης ως λόγος επιβολής προσωρινής κράτησης. Εξάλλου, ο ίδιος ο ΚΠΔ στο τελευταίο εδάφιο της πρώτης παραγράφου του άρθρου 286 αναφέρει ρητά ότι «μόνο η κατά νόμο βαρύτητα της πράξης δεν αρκεί για την επιβολή προσωρινής κράτησης».

Απορίας άξιο είναι, συνεπώς, πως γίνονται ανεκτά από το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών ανακριτικά εντάλματα που διατάσσουν την προφυλάκιση του κατηγορουμένου για μόνο λόγο ότι αυτός φέρεται να διέπραξε ανθρωποκτονία εκ προθέσεως (α. 299 ΠΚ) ή βιασμό (α. 336 ΠΚ), χωρίς μάλιστα να κρίνεται ως ύποπτος τέλεσης και νέων αδικημάτων. Πολύ δε περισσότερο δεν μπορεί να γίνει αντιληπτό πως δικαιολογούνται τέτοια εντάλματα κατόπιν υπερβολικής ενασχόλησης των μέσων ενημέρωσης σχετικά με το (φερόμενο ως) διαπραχθέν έγκλημα, όπου συχνά υπάρχει και παραβίαση του τεκμηρίου αθωότητας του κατηγορουμένου (α. 71 ΚΠΔ).

Πρέπει εδώ να τονιστεί ότι το βάρος αποκατάστασης της κοινωνικής ειρήνης από το έγκλημα δεν φέρει η προσωρινή κράτηση, αλλά η οριστική ποινή που επιβάλλεται από το ποινικό δικαστήριο. Η πρώτη γίνεται, πλέον, δεκτό ότι δε φέρει σε καμία περίπτωση το χαρακτήρα προ-ποινής, αλλά λειτουργεί κατά τρόπο προληπτικό, δηλαδή για να υποβληθεί ο κατηγορούμενος στην (ενδεχόμενη) εκτέλεση της ποινής που θα του επιβληθεί και για να μην προβεί κατά τη διάρκεια της ανάκρισης και της εκδίκασης της υπόθεσης στην τέλεση και άλλων εγκλημάτων (α. 282 παρ. 2 ΚΠΔ). Έτσι, το τυχόν εκδοθέν ένταλμα προσωρινής κράτησης που στηρίζεται μόνο στη βαρύτητα της αξιόποινης πράξης που φέρεται να τέλεσε ο κατηγορούμενος είναι καθόλα παράνομο, ενώ τυχόν υποβολή του τελευταίου στην εκτέλεση του εντάλματος ισοδυναμεί ασφαλώς με παράνομη κατακράτησή του (α. 325 ΠΚ).

Πηγή εικόνας: pixabay.com/ Δικαιώματα χρήσης: Tumisu

Ένα άλλο ζήτημα στο οποίο έχει ανθίσει η δικαστηριακή εφευρετικότητα (;) είναι αυτό του ανώτατου χρόνου της προσωρινής κράτησης. Εστιάζοντας στα κακουργήματα, στα οποία αποκτά κυρίως σημασία το εν λόγω ζήτημα, το ανώτατο όριο προφυλάκισης ορίζεται καταρχήν στους έξι μήνες, ενώ με ειδικά αιτιολογημένο βούλευμα του Δικαστικού Συμβουλίου (Πλημμελειοδικών ή Εφετών αναλόγως) μπορεί να εξακολουθήσει για άλλους έξι μήνες. Σε εντελώς εξαιρετικές περιπτώσεις και εφόσον η κατηγορία αφορά σε εγκλήματα για τα οποία προβλέπεται ποινή ισόβιας κάθειρξης ή πρόσκαιρης κάθειρξης με ανώτατο όριο τα είκοσι (20) έτη (π.χ. ανθρωποκτονία με δόλο, βιασμός ανηλίκου κ.α.), η προσωρινή κράτηση μπορεί να παραταθεί για έξι (6) το πολύ μήνες, και πάλι με ειδικά αιτιολογημένο βούλευμα (α. 292 ΚΠΔ). Με άλλες λέξεις, στα πιο βαριά εγκλήματα το ανώτατο όριο προφυλάκισης ανέρχεται στους 18 μήνες. Με μία όμως εξαίρεση: αν στο πλαίσιο της πραγματικής συρροής εγκλημάτων (που δεν ανήκουν στην «ίδια υπόθεση» κατά την έννοια του άρθρου 6 παράγραφος 4 του Συντάγματος) δεν μπορούσε να ασκηθεί ποινική δίωξη για κάποιο από τα τελεσθέντα και συρρέοντα εγκλήματα παρά μόνο μέσα στους τρεις τελευταίους μήνες πριν από την πάροδο του χρονικού ορίου της διάρκειας της προηγούμενης προσωρινής κράτησης ή την τυχόν απόλυση του κρατουμένου, τότε επιτρέπεται επιβολή νέας προσωρινής κράτησης που όμως δεν επιτρέπεται να διαρκέσει πάνω από ένα (1) έτος, χωρίς μάλιστα δυνατότητα παράτασης του έτους (α. 293 παρ. 2 ΚΠΔ).

Καθίσταται επομένως σαφές ότι ένας κατηγορούμενος μπορεί να κρατηθεί προσωρινά έως και 30 μήνες (!) χωρίς να έχει δικαστεί. Ενόψει του εξαιρετικού χαρακτήρα αυτής της διάταξης και των συνεπειών της εις βάρος του κατηγορουμένου, πρέπει να ερμηνεύεται στενά. Παρόλα αυτά, αποτελούσε σύνηθες φαινόμενο η καταστρατήγηση της διάταξης από τις δικαστικές αρχές, με αποτέλεσμα, ενώ μπορούσε να ασκηθεί από την αρχή πλήρης ποινική δίωξη, να ασκείται μόνο για συγκεκριμένα εγκλήματα, ενώ για τα υπόλοιπα να διατάσσεται αργότερα συμπληρωματική δίωξη, με συνέπεια να μπορεί να εκδοθεί νέο ένταλμα προσωρινής κράτησης. Η πρακτική αυτή οδήγησε, πέρα από την ανάγκη προσθήκης νέου εδαφίου στην παρ. 4 του άρθρου 6 του Συντάγματος, το οποίο απαγορεύει την διαδοχική επιβολή της προφυλάκισης για επί μέρους πράξεις της ίδιας υπόθεσης, σε μία μεθοδευμένη εξόντωση του κατηγορουμένου και αλλοίωση του νοήματος του νόμου. Στόχος ήταν σε κάθε περίπτωση να μην αφεθεί ελεύθερος ο πρώτος, ωσάν να ήταν ήδη καταδικασμένος. Αρκεί μόνο το άκουσμα των 2,5 χρόνων παραμονής στη φυλακή χωρίς δίκη για να αντιληφθεί κανείς το ανεπανάληπτο της δικαστηριακής αυτής «κατασκευής».

Πηγή εικόνας: pixabay.com/ Δικαιώματα χρήσης: TungArt7

Σε κάθε περίπτωση, και για να μην επαναλαμβάνονται τέτοιου είδους πρακτικές, είναι αναγκαία η επιτάχυνση της ποινικής προδικασίας και κυρίως διαδικασίας, πάντα όμως με τρόπο αποτελεσματικό και με σεβασμό στα δικαιώματα του κατηγορουμένου. Δεν ευσταθεί η παραδοχή ότι το Ποινικό Δίκαιο παραβλέπει τα δικαιώματα του παθόντος από το έγκλημα. Προσπαθεί, απλώς, να ισορροπήσει τη θέση του κατηγορουμένου ως ενός υποκειμένου της δίκης εναντίον ενός ολόκληρου δικαστικού συστήματος.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ:
  • Αδάμ Χ. Παπαδαμάκης, Ποινική Δικονομία, 2021, Εκδόσεις Σάκκουλα.
  • Κώστας Χ. Χρυσόγονος – Σπύρος Βλαχόπουλος, Ατομικά και Κοινωνικά Δικαιώματα, 4η αναθεωρημένη έκδοση, 2017, Εκδόσεις Νομική Βιβλιοθήκη.
  • Μαρία Καϊάφα-Γκμπάντι – Ελισάβετ Συμεωνίδου-Καστανίδου, Ποινικό Δίκαιο, Επιτομή Γενικού Μέρους, άρθρα 1-49 ΠΚ, 2005, Εκδόσεις Σάκκουλα.

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Νίκος Αντωνάκης, Αρχισυντάκτης Νομικών Θεμάτων
Νίκος Αντωνάκης, Αρχισυντάκτης Νομικών Θεμάτων
Είναι φοιτητής στη Νομική Σχολή του ΑΠΘ. Του αρέσει ιδιαίτερα η ενασχόληση με τον τομέα του Αστικού Δικονομικού και Εργατικού Δικαίου, ενώ στον ελεύθερό του χρόνο επιδιώκει την ανάγνωση συγγραμμάτων και μελετών με σκοπό την περαιτέρω εξειδίκευσή του στους κλάδους αυτούς.