Του Κωνσταντίνου Κατσούλα,
Μια από τις μεγάλες αριστοκρατικές οικογένειες, η οποία χάραξε την ξεχωριστή της πορεία στα βυζαντινά έτη, ήταν η δυναστεία των Δούκων. Οι Δούκες, λόγω της βραχείας διάρκειας της βασιλείας τους, δεν απολαμβάνουν της ίδιας αναγνώρισης από τους φίλους της ιστορίας σήμερα, εν αντιθέσει με άλλες οικογένειες του Βυζαντίου, όπως οι Κομνηνοί ή οι Παλαιολόγοι. Με μια αναδρομή στα έργα και τις ημέρες των μελών της δυναστείας αυτής, όπως αυτή που ακολουθεί στις επόμενες παραγράφους, ο μελετητής διαπιστώνει πως η οικογένεια των Δούκων διαδραμάτισε πράγματι σημαντικό ρόλο στην ιστορία του Βυζαντίου.
Οι Δούκες αναφέρονται πρώτη φορά στο ξεκίνημα του 9ου αιώνα, όταν ο αξιωματούχος Ανδρόνικος Δούκας εξεγέρθηκε ενάντια στον Αυτοκράτορα Λέοντα ΣΤ΄ Σοφό. Μετά από έναν αιώνα, ενώ για μεγάλο χρονικό διάστημα δεν υπάρχει αναφορά στην οικογένεια αυτή, γίνεται λόγος για τον Κωνσταντίνο Δούκα, ο οποίος στήριξε τον Κωνσταντίνο Δαλασσηνό στην διεκδίκηση του θρόνου ενάντια στον Μιχαήλ Παφλαγόνα (1034), ενώ αργότερα ο ίδιος υπήρξε το 1057 επικεφαλής της εξέγερσης στην Μικρά Ασία, η οποία εντέλει έφερε στο θρόνο τον Ισαάκιο Α΄ Κομνηνό. Δυο χρόνια αργότερα ο Ισαάκιος παραιτήθηκε, καθώς αντιμετώπισε τεράστιες αντιδράσεις στις μεταρρυθμίσεις τις οποίες προσπάθησε να επιβάλλει, και όρισε ως Αυτοκράτορα τον Κωνσταντίνο Δούκα.
Ο Κωνσταντίνος Δούκας κυβέρνησε με την βοήθεια του αδερφού του Ιωάννη, και με την στήριξη των αριστοκρατών της Κωνσταντινούπολης. Στα εσωτερικά ο Κωνσταντίνος ευνόησε τους πλουσίους ενάντια των φτωχών, με αποτέλεσμα οι τελευταίοι να εξεγερθούν λόγω της υπέρμετρης φορολογίας την οποία δέχθηκαν. Την ίδια χρονική περίοδο, η Αυτοκρατορία δεχόταν επιθέσεις σε πολλά μέτωπα. Συγκεκριμένα, οι Ούζοι, νομαδικό φύλο τουρκικής προέλευσης, εισέβαλε στα Βαλκάνια και λεηλάτησε την Μακεδονία και τη Θράκη. Παράλληλα, οι Σελτζούκοι Τούρκοι ξεκίνησαν την μετακίνησή τους προς την Μικρά Ασία, με ορόσημο την κατάληψη του οχυρού του Ανίου το 1064. Ο Κωνσταντίνος πέθανε το 1067, αφήνοντας μια Αυτοκρατορία με πολλές πληγές εντός και εκτός συνόρων.
Η χήρα του Κωνσταντίνου, Ευδοκία Μακρεμβολίτισσα, μετά τον θάνατο του Δούκα παντρεύτηκε τον Ρωμανό Διογένη, ο οποίος ανέλαβε Αυτοκράτορας και κηδεμόνας του ανήλικου γιου του Κωνσταντίνου και της Ευδοκίας, του Μιχαήλ Δούκα. Ο Ρωμανός Διογένης ετοίμαζε την αντεπίθεση ενάντια στους Σελτζούκους και εκστράτευσε εναντίον τους στην ανατολική Μικρά Ασία. Πολέμησε τους Τούρκους στην μάχη του Μάτζικερτ (1071), όμως υπέστη συντριπτική ήττα, και μάλιστα πιάστηκε αιχμάλωτος από τον ηγέτη των Σελτζούκων Αλπ Αρσλάν. Ο τελευταίος τον ελευθέρωσε, ωστόσο δεν μπόρεσε ποτέ να επανέλθει στον θρόνο του, καθώς συνέβη πραξικόπημα εις βάρος του, ενώ όταν γύρισε στην Κωνσταντινούπολη οι αντίπαλοί του τον τύφλωσαν ώστε να μην μπορέσει ποτέ να ξαναγίνει Αυτοκράτορας. Το ίδιο έτος οι Νορμανδοί υπό τον Ροβέρτο Γυισκάρδο ολοκλήρωσαν την κατάληψη της βυζαντινής Νότιας Ιταλίας, καθώς το Μπάρι έπεσε στα χέρια τους.
Πίσω στην Βασιλεύουσα, ο Μιχαήλ Δούκας ανέβηκε στο θρόνο το 1071 και παντρεύτηκε την Μαρία, πριγκίπισσα της Αλανίας. Προσπάθησε να προσεταιριστεί τους Νορμανδούς, καθώς προσέλαβε πληθώρα Νορμανδών ως μισθοφόρους, για να αντιμετωπίσει τους Σελτζούκους. Ωστόσο, στην πράξη κατάφερε να δώσει ερείσματα στους Νορμανδούς στην περιοχή των Βαλκανίων, γεγονός το οποίο θα ταλαιπωρούσε τους Βυζαντινούς τα επόμενα χρόνια. Ο Μιχαήλ, βέβαια, αντιμετώπισε σοβαρά προβλήματα από τους συγγενείς του, καθώς ο θείος του Ιωάννης και ο αδερφός του Κωνστάντιος μηχανορραφούσαν εναντίον του διαρκώς. Το 1078, ενώ η Αυτοκρατορία βρισκόταν σε κατάρρευση, ο Νικηφόρος Βοτανειάτης αυτοανακηρύχθηκε Αυτοκράτορας, με την στήριξη του στρατού του (ήταν στρατηγός του θέματος των Ανατολικών) αλλά και της αριστοκρατίας της Κωνσταντινούπολης. Παράλληλα, ο Βοτανειάτης εξασφάλισε και την στήριξη των Σελτζούκων, καθώς αυτοί βρήκαν την ευκαιρία με την ανταρσία του στρατεύματός του να αποσπάσουν περισσότερες Βυζαντινές κτήσεις της Μικράς Ασίας. Ο Μιχαήλ πείστηκε τελικά από τον θείο του Ιωάννη να αποσυρθεί σε μοναστήρι, ενώ ο Νικηφόρος Βοτανειάτης στέφθηκε επίσημα Αυτοκράτορας στην Πόλη τις 24 Μαρτίου 1078.
Παρά το γεγονός πως η δυναστεία των Δουκών εκθρονίστηκε, η οικογένεια αυτή παρέμεινε πανίσχυρη και συνέχισε να επηρεάζει τα τεκταινόμενα στο Βυζάντιο. Τρία χρόνια μετά την ανάρρηση του Βοτανειάτη, εκείνος εκθρονίστηκε από τον «Χρυσό Νεανία» του Βυζαντίου, τον Αλέξιο Κομνηνό, ο οποίος είχε νυμφευθεί την Ειρήνη Δούκαινα, εγγονή του Ιωάννη Δούκα. Οι Κομνηνοί, όντας πλέον συγγενείς των Δουκών, χρησιμοποίησαν σε πολλές σημαντικές θέσεις της διοίκησης μέλη της οικογένειας αυτής. Ακόμα, απόγονοι των Δουκών -μέσω επιγαμιών με γυναίκα της οικογένειας- ήταν οι Άγγελοι, δυναστεία η οποία κυβέρνησε το Βυζάντιο μετά την πτώση της δυναστείας των Κομνηνών. Παράλληλα, ακόμα και οι Παλαιολόγοι είχαν συσχετιστεί με τους Δούκες, καθώς ένα από τα παλαιότερα μέλη της οικογένειας αυτής, ο Γεώργιος Παλαιολόγος, είχε νυμφευθεί την Άννα Δούκαινα, αδερφή της Ειρήνης, ενώ χρησιμοποιούσαν στο επίθετό τους και τον όρο Δούκας.
Ξεχωριστή μνεία αρμόζει στους απογόνους της Θεοδώρας Κομνηνής, κόρης του Αλεξίου Κομνηνού και της Ειρήνης Δούκαινας. Ο εγγονός αυτής ήταν ο Μιχαήλ Κομνηνός Δούκας, ο οποίος ίδρυσε το Δεσποτάτο της Ηπείρου μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους Σταυροφόρους. Ο Μιχαήλ δημιούργησε ένα κράτος το οποίο μαζί με την Ορθοδοξία, στηρίχθηκε ιδιαίτερα και στον ελληνικό χαρακτήρα των υπηκόων και της περιοχής του, και το οποίο πρωτοστάτησε στην εκδίωξη των Φράγκων από τον κυρίως Ελλαδικό χώρο. Ο Μιχαήλ και οι διάδοχοί του άντλησαν την νομιμότητά τους ως Δεσπότες της Ηπείρου από την καταγωγή τους από τους Δούκες αλλά και από τους Κομνηνούς. Είναι ηλίου φαεινότερο συνεπώς, πως η ισχύς και το κύρος της οικογένειας αυτής επιβίωσε πολλά χρόνια μετά την εκθρόνιση του τελευταίου Δούκα από τον βυζαντινό θρόνο.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Δουκών Δυναστεία (1059-1081), egeonet.gr, Διαθέσιμο εδώ
- Vasiliev A. (2006), Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας 324-1453, Αθήνα: Εκδόσεις Πελεκάνος