Της Ευθυμίας Γκαμπέση,
Μεταφερόμαστε σε μία άλλη εποχή, σε έναν άλλο κόσμο. Βρισκόμαστε στην ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και στην Βασιλεύουσα Κωνσταντινούπολη, του μακρινού 829 μ.Χ. Τον 8ο και 9ο αιώνα στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία ξεσπά μία θρησκευτική και πολιτική διαμάχη που ενσαρκώνεται με τη λέξη «εικονομαχία».
Η Μαρία Λαμπαδαρίδου Πόθου γεννήθηκε το 1933 στη Μύρινα της Λήμνου και απεβίωσε το 2023. Πτυχιούχος του Παντείου Πανεπιστημίου και της Σορβόννης, σπούδασε πάνω στο αντικείμενο της αισθητικής και της ιστορίας του θεάτρου. Έχει εκδώσει είκοσι δύο μυθιστορήματα, έξι βιβλία ποιητικής πρόζας και θεατρικά έργα που έχουν αναπαρασταθεί σε Ελλάδα και εξωτερικό. Τα έργα της έχουν μεταφραστεί τόσο στα γαλλικά, όσο και στα σουηδικά, και φυσικά στα αγγλικά και διδάσκονται σε πανεπιστήμια της Ελλάδας και του εξωτερικού.
Στο βιβλίο της συγγραφέως, Θεόφιλος και Κασσιανή, το οποίο μπορείτε να βρείτε διαθέσιμο στις Εκδόσεις Πατάκη, ξεδιπλώνεται μία ιστορία πεπρωμένου, συγκρούσεων και έντονων συναισθημάτων κάτω από την ομπρέλα της ταραχώδους και τεταμένης ατμόσφαιρας μεταξύ εικονολατρών και εικονομάχων.
Ο εικονομάχος πρίγκιπας Θεόφιλος, γιος του αδίστακτου και ψυχρού αλλά παράλληλα άρρωστου Μιχαήλ Β΄ Τραυλού, πρόκειται να αναλάβει τα ηγετικά καθήκοντα και να στεφθεί συμβασιλέας. Η στέψη γίνεται πριν τον θάνατο του βαριά άρρωστου πατέρα του, Μιχαήλ, και κατόπιν παρότρυνσης της μητριάς του, Αυγούστας Ευφροσύνης, με την οποία μόλις άρχισε να αποκαθίσταται η τεταμένη σχέση τους. Η τελετή για τον δεκαεπτάχρονο Θεόφιλο λαμβάνει χώρα στην Κωνσταντινούπολη, την άνοιξη του 829.
Μάλιστα, η Ευφροσύνη φαίνεται να καταβάλει υπεράνθρωπες προσπάθειες ώστε να κερδίσει έστω και λίγη από την εύνοια και τη στοργή του νεαρού Θεόφιλου. Μέσα σε αυτές τις προσπάθειες συγκαταλέγεται και η ιδέα της για την πραγματοποίηση μίας επίσημης δεξίωσης, με καλεσμένες ανύπαντρες νεαρές κόρες, προκειμένου ο νεαρός συμβασιλέας να βρει τη μέλλουσα σύζυγό του και μελλοντική Αυτοκράτειρα.
Τίποτα, όμως, δεν φανερώνει το απερίγραπτο πάθος που υποβόσκει μεταξύ της Κασσιανής και του Θεόφιλου. Οι δύο νέοι ερωτεύονται από την πρώτη στιγμή που αντικρίζουν ο ένας τον άλλον, ανακύπτουν όμως σοβαρά προβλήματα. Η οικογένεια της Κασσιανής ανήκει στους εικονολάτρες με την ίδια να παρουσιάζεται απόλυτα αφοσιωμένη στην πίστη της, ενώ ο Θεόφιλος είναι ένας φιλόδοξος και σκληρός εικονομάχος.
Η Κασσιανή δεν επιθυμεί να εγκαταλείψει τα πιστεύω της και την ισχυρή πίστη που κυριεύει μέσα της. Είναι, αναμφίβολα, μία δυναμική κοπέλα, πρόθυμη να παλέψει για αυτά που υποστηρίζει. Οι εσωτερικοί της δαίμονες παλεύουν μέσα της για τη μάχη που θα έπρεπε να δώσει για την πίστη της, εάν παντρευόταν τον Θεόφιλο. Άλλωστε, και άλλοι γύρω της θεωρούν πως ένας τέτοιος γάμος, μόνο προβλήματα θα μπορούσε να επιφέρει στη Βασιλεύουσα.
Έτσι, ο Θεόφιλος, με τον καταδικασμένο έρωτά του για την Κασσιανή, προσπαθεί με νύχια και με δόντια να κρύψει τα δυνατά πάθη που κυριαρχούν μέσα του και επιλέγει για τη σύντροφό του τη Θεοδώρα. Ο αγώνας του ανεκπλήρωτου έρωτα και του πεπρωμένου ξεκινά για τους δύο «άτυχους» ήρωες, τον Θεόφιλο και την Κασσιανή. Εκείνος έτοιμος να αναλάβει τα απαιτητικά του βασιλικά καθήκοντα και αυτήν φιλοδοξώντας να χτίσει ένα δικό της μικρό μοναστήρι και να γράψει ύμνους για τους οποίους νιώθει ότι είναι προορισμένη. Το «κύκνειο άσμα» της συγγραφέως, όπως έχει χαρακτηριστεί αποτελεί ένα ιστορικό μυθιστόρημα με μία νότα μυθιστορηματικής βιογραφίας και ένα ταξίδι αυτογνωσίας.