12.1 C
Athens
Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024
ΑρχικήΟικονομίαΕλληνική Ανάπτυξη: Προσοχή στα «μικρά γράμματα»

Ελληνική Ανάπτυξη: Προσοχή στα «μικρά γράμματα»


Του Κωνσταντίνου Γκότση, 

Στραβός είναι ο γιαλός ή στραβά εμείς αρμενίζουμε; Στην περίπτωση της Ελλάδας μάλλον ισχύει το δεύτερο…

Αδιαμφησβήτητα, η οικονομία της χώρας τα τελευταία χρόνια έχει βελτιωθεί αισθητά και έχει βγει από τη δυσμενή κατάσταση κατά την περίοδο της υπερδεκαετούς κρίσης χρέους, που χαρακτηρίστηκε, μάλιστα, από έντονη πολιτική αστάθεια και αναβρασμό, παράγοντας που επιδείνωσαν την ήδη τεταμένη κατάσταση.

Το σημαντικότερο «βήμα» προόδου που ίσως έχει σημειώσει η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια είναι η μεγάλη μείωση της λόγου χρέους προς Α.Ε.Π. Συγκεκριμένα, κατά την τριετία 2020-2023 ο δείκτης κατέγραψε υποχώρησε κατά 45,1 ποσοστιαίες μονάδες, αποτελώντας τη μεγαλύτερη μείωση εντός της Ε.Ε. Συγκεκριμένα, ο δείκτης από το 207% περίπου που βρέθηκε στο 2020 «έπεσε» στο 161,9% στο τέλος του 2023. Το χρέος αποτέλεσε το βασικό «αγκάθι» της ελληνικής οικονομίας, που την ώθησε προς τη μεγάλη της ύφεση την προηγούμενη δεκαετία και την έθεσε σε ρυθμούς στασιμότητας.

Πέρα από τη μεγάλη αυτή μείωση του δείκτη χρέους προς Α.Ε.Π., έχουν διαμορφωθεί στην αγορά οι προοπτικές για συνέχεια της πτωτικής του πορείας από τη, σε γενικές γραμμές, αξιόπιστη δημοσιονομική πολιτική που εφαρμόζει η τρέχουσα Κυβέρνηση. Ψήφο εμπιστοσύνης δίνουν και οι διεθνείς επιφανείς αναλυτές και οι οίκοι αξιολόγησης, καθώς οι περισσότεροι εξ αυτών έχουν αναβαθμίσει το ελληνικό αξιόχρεο σε επενδυτική βαθμίδα, δίνοντας θετικές προοπτικές.

Αξιοσημείωτη ανάκαμψη, συγκριτικά και με τις υπόλοιπες οικονομίες της Ευρωζώνης (και όχι μόνο), έχει σημειώσει και το (ονομαστικό) Α.Ε.Π. της χώρας, τον ακρογωνιαίο λίθο των μακροοικονομικών θεμελιωδών, με τις προοπτικές της αγοράς να είναι θετικές. Η ελληνική οικονομία αναπτύχθηκε κατά 2% το 2023, ενώ αντίστοιχα η γερμανική οικονομία επεκτάθηκε μόνο κατά 0,3%. Επίσης, από το 2019, πριν από την πανδημία, η χώρα αναπτύχθηκε με σχεδόν διπλάσιο ρυθμό σε σχέση με την Ευρωζώνη. Στις τελευταίες του εκτιμήσεις, το Δ.Ν.Τ. αναμένει μεγέθυνση φέτος 2%, υπεραποδίδοντας σταθερά από τον μέσο όρο ανάπτυξης της Ευρωζώνης, στηριζόμενοι κυρίως στις ισχυρές επιδόσεις και προοπτικές που έχει ο κλάδος του τουρισμού, καθώς και στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που έχουν πραγματοποιηθεί, αλλά και αυτών που βρίσκονται στα «σκαριά», που αφορούν, κυρίως, τη μείωση της γραφειοκρατίας και την επιτάχυνση των διαδικασιών στο δικαστικό σύστημα.

Στον αντίποδα, όμως, το Α.Ε.Π. της Ελλάδας συνεχίζει να υπολείπεται σημαντικά από αυτό του 2009, συμμετέχοντας μόνο κατά 1,2% στο συνολικό της Ε.Ε. Επίσης, το (προσαρμοσμένο στον πληθωρισμό) κατά κεφαλήν Α.Ε.Π., τον δείκτη που δείχνει  έχει παρουσιάσει μικρή βελτίωση και υπολείπεται σημαντικά από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης. Ειδικότερα, το κατά κεφαλήν Α.Ε.Π. της Ελλάδας ανέρχεται στα € 23.800, όσο περίπου ήταν ο μέσος όρος της Ε.Ε. το 2009. Σήμερα, ο μέσος όρος της Ε.Ε. βρίσκεται στα € 35.500. Από το 2009, 10 χώρες έχουν δει το βιοτικό τους επίπεδο να αυξάνεται πάνω από της Ελλάδας, κατατάσσοντας τη χώρα μας ως τη δεύτερη φτωχότερη στην Ε.Ε. μετά τη Βουλγαρία, και στον «πάτο» μεταξύ των χωρών της ζώνης του ευρώ. Μάλιστα, ενδεχομένως τα επόμενα χρόνια να χαρακτηριστούμε ως και η φτωχότερη χώρα (με βάση το κατά κεφαλήν Α.Ε.Π.) σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς το κατά κεφαλήν Α.Ε.Π. της Βουλγαρίας συγκλίνει σημαντικά με αυτό της Βουλγαρίας. Οι πραγματικοί μισθοί μειώνονται σταθερά μέχρι το 2022, το πιο πρόσφατο διαθέσιμο στη βάση δεδομένων του Ο.Ο.Σ.Α., και μειώνονται κατά 30 τοις εκατό από τα προ της οικονομικής κρίσης επίπεδά τους, αφήνοντας τη χώρα με έναν από τους χαμηλότερους μέσους μισθούς μεταξύ των ανεπτυγμένων οικονομιών.

Πηγή εικόνας: rawpixel.com / Freepik

Αυτή η κατάσταση οφείλεται σε «αποκαΐδια» της οικονομικής κρίσης της προηγούμενης δεκαετίας και των συνεπειών της, όπως επίσης και των «σκληρών» αποφάσεων που λήφθηκαν από τους δανειστές, ως απόρροια των λανθασμένων κινήσεων της τότε πολιτικής ηγεσίας. Η ελληνική οικονομία συρρικνώθηκε σχεδόν κατά 30% (από το ζενίθ στο ναδίρ), με τις καταναλωτικές και κρατικές δαπάνες να μειώνονται κατακόρυφα. Αντίστοιχα, οι επενδύσεις μειώθηκαν κατά 65%, με νευραλγικούς κλάδους του δευτερογενούς τομέα να «χάνονται», οδηγώντας σε εκτόξευση της ανεργίας (30%), μέχρι η κατάσταση να σταθεροποιηθεί (το 2016 περίπου).

Καίριο ζήτημα για την κατάσταση της αγοραστικής δύναμης των Ελλήνων καταναλωτών αποτελεί η χαμηλή παραγωγικότητα εργασίας. Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση του Ο.Ο.Σ.Α. (Economic Outlook), η παραγωγικότητα στην Ελλάδα έναντι του μέσου όρου της Ευρωζώνης και του Ο.Ο.Σ.Α. συνεχίζει να υπολείπεται σημαντικά (κατά 30% περίπου) και να έχει μεταβληθεί αντίρροπα (αρνητικά) τα τελευταία χρόνια. Ειδικότερα, το Α.Ε.Π. ανά ώρα εργασίας ήταν στα $ 34,5 το 2022, ενώ στις χώρες της Ευρωζώνης ήταν κατά μέσο όρο $ 60,8 και στου Ο.Ο.Σ.Α. ήταν κατά μέσο όρο $ 53,8. Στην κατάταξη των χωρών με βάση την παραγωγικότητα στην εργασία, η Ελλάδα βρίσκεται τελευταία στην Ευρωζώνη και 4η από το τέλος στον Ο.Ο.Σ.Α. Να τονιστεί πως ο δείκτης αυτός είναι ενδεικτικός, καθώς επηρεάζεται και από τους λοιπούς συντελεστές παραγωγής, πέραν της εργασίας, οι οποίοι, προφανώς, φέρουν επίδραση στην αποδοτικότητα των εργαζομένων. Επιπρόσθετα, στην παραγωγικότητα επιδρά και η ευρύτερη ψυχολογία των εγχώριων εργαζομένων σε σχέση με άλλες αναδυόμενες χώρες της Ευρώπης, όπου σε αυτές ισχύει η προοπτική «κάθε χρόνος και καλύτερα» στη συνείδηση τους, ενώ στην Ελλάδα ισχύει ως έναν βαθμό το ανάποδο.

Πέρα από την παραγωγικότητα της εργασίας, σοβαρό ζήτημα αποτελεί και ανταγωνιστικότητα των ελληνικών επιχειρήσεων στην ευρωπαϊκή και παγκόσμια οικονομία, η οποία έχει μεν ενισχυθεί, αλλά όχι αρκετά, ούτε καν αισθητά, αν κρίνουμε και από το εμπορικό ισοζύγιο της χώρας, ως ενδεικτικό μέγεθος για την κατάσταση. Κατά το α’ τρίμηνο το έλλειμμα στον εμπορικό ισοζύγιο της χώρας ενισχύθηκε κατά 8,7%, καθώς η συνολική αξία των εξαγωγών αυτήν την περίοδο παρουσίαση πτώση 11% σε σχέση με το α’ τρίμηνο του 2023. Οι εισαγωγές βέβαια υποχώρησαν κατά 4,2%.

Έχοντας την ελληνική οικονομία να την ακολουθούν οι παθογένειες και τα λάθη του παρελθόντος, καθώς και οι βραδύς ρυθμοί προόδου του σήμερα σε αρκετούς τομείς, με κύριο υπαίτιο το κράτος, στην εξίσωση προστίθενται και νέοι αρνητικοί παράγοντες. Σε πρόσφατη έκθεση του Δ.Ν.Τ. για τη χώρα, αναφέρθηκε η κλιματική αλλαγή ως σημαντικός κίνδυνος, καθώς το 90% της τουριστικής υποδομής της χώρας και το 80% των βιομηχανικών δραστηριοτήτων βρίσκονται σε περιοχές που εκτίθενται σε υψηλούς κλιματικούς κινδύνους. Παράλληλα, το τεταμένο διεθνές τοπίο που θέτει όλο και μεγαλύτερους φραγμούς στο εμπόριο, σε συνδυασμό τη στενή παραγωγική βάση της Ελλάδος, θέτει επιπλέον κινδύνους και προκλήσεις στη χώρα, καθώς τη κάνουν έναν ασήμαντο γεωπολιτικό παίκτη, παρά το γεωγραφικό της πλεονέκτημα.


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
  • Greece’s economic rebound in (painful) context, ft.com, διαθέσιμο εδώ
  • Ουραγός παραμένει η Ελλάδα στην παραγωγικότητα εργασίας, moneyreview.com, διαθέσιμο εδώ
  • ΕΛΣΤΑΤ: Βουτιά 11% στις εξαγωγές του α’ τριμήνου, moneyreview.com, διαθέσιμο εδώ

 

TA ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΡΘΡΑ

Κωνσταντίνος Γκότσης
Κωνσταντίνος Γκότσης
Γεννήθηκε το 2001 στην Καλαμάτα. Σπουδάζει στο Τμήμα Λογιστικής και Χρηματοοικονομικής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών. Στον ελεύθερό του χρόνο του αρέσει να διαβάζει πολιτικο-οικονομικά και ιστορικά βιβλία και να παρακολουθεί θέματα της επικαιρότητας.