Της Αναστασίας Παπαδημητρίου,
Μια φορά και έναν καιρό ήταν μια οικογένεια που θα πήγαινε για μπάνιο στη θάλασσα την τελευταία μέρα των διακοπών της. Στη διαδρομή, ο μπαμπάς καταλάθος χτύπησε έναν σκύλο στο δρόμο, κάτι που προκάλεσε μια αναταραχή στο αμάξι. Όταν κατάλαβαν πως τον σκότωσαν, πελάγωσαν από φόβο και στεναχώρια και προσπάθησαν με κάθε τρόπο να το αποκρύψουν από τη μικρή τους κόρη, την Μαργαρίτα. Μετά από κάποιες στιγμές έντασης, ο πατέρας πατάει το γκάζι και απομακρύνεται από το σημείο για να αποφευχθεί η δύσκολη κατάσταση. Στη συνέχεια φτάνουν στη θάλασσα, τοποθετούν την ομπρέλα, απλώνουν πετσέτες. Μια εικόνα καθημερινή και απλή. Η Μαργαρίτα ζητάει να κάνει το πρώτο της μπάνιο χωρίς μπρατσάκια. Οι γονείς της τονίζουν κατηγορηματικά πως δεν μπορεί και το αναβάλλουν για το επόμενο καλοκαίρι. Μετά την επίμονη προσπάθειά της, δεν τα καταφέρνει.
Στη συνέχεια, οι γονείς κοιμούνται στην αμμουδιά και το κοριτσάκι, ενώ εξερευνά τον χώρο, γνωρίζει ένα αγοράκι. Του μιλάει για το προβληματισμό της με τα μπρατσάκια αλλά αυτό δεν απαντά γιατί είναι νεκρό. Έπειτα, του βάζει τα μπρατσάκια γιατί είναι πιο μικρό από αυτή, το βάζει στη φουσκωτή της βάρκα και το πάει βόλτα στη θάλασσα. Κάποια στιγμή οι γονείς ξυπνούν και η μικρή Μαργαρίτα δεν βρίσκεται στο οπτικό τους πεδίο. Ο φόβος τους είναι, μήπως, τελικά κολύμπησε χωρίς μπρατσάκια και έχει γίνει κάτι κακό. Ανησυχούν, ψάχνουν, φωνάζουν το όνομά της αλλά χωρίς καμία ανταπόκριση. Τελικά, η Μαργαρίτα εμφανίζεται βρεγμένη και κατευθύνεται στην αγκαλιά της μαμάς της. Εν τω μεταξύ πριν εμφανιστεί, είδαν τη φουσκωτή βάρκα στο βάθος της θάλασσας και ο μπαμπάς κολυμπάει με μια μεγάλη δόση αδρεναλίνης για να φτάσει όσο πιο γρήγορα μπορεί για να σώσει την κόρη του. Ώσπου η γυναίκα του φωνάζει και βλέπει τη Μαργαρίτα μαζί της. Ήρεμος, αλλά και τρομαγμένος, επιστρέφει και αγκαλιάζει την κόρη του μέσα στα δάκρυα. Η Μαργαρίτα σηκώνεται και κοιτάει τη βάρκα και αναφέρει στους γονείς της πως είναι ένα παιδάκι μέσα αλλά οι ίδιοι αμφιβάλλουν γι’ αυτό το ενδεχόμενο.
Μέσα σε λίγες λέξεις προσπάθησα να αποδώσω την ιστορία του Αλέξανδρου Κωστόπουλου από την ταινία μικρού μήκος Το Πρώτο Μπάνιο, η οποία κέρδισε μια σημαντική διάκριση και συγκεκριμένα Εύφημο Μνεία (Special Recognition) στο Foyle Film Festival της Ιρλανδίας. Η ανεξάρτητη από κονδύλια και προγράμματα χρηματοδότησης καλλιτεχνική δημιουργία του αποτυπώνει την κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα ως προς το μεταναστευτικό ζήτημα, μέσα από δύο αθώα μάτια.
Την ταινία μπορείς να την προσεγγίσεις με διάφορες οπτικές. Μπορείς να τη δεις σαν μια άκρως ρεαλιστική εικόνα μιας πιθανής πραγματικότητας που ο πολίτης απέχει και απομακρύνει μέσω μιας βάρκας συμβολικά αυτούς τους ανθρώπους γιατί δεν μπορεί να διαχειριστεί την κατάσταση και γίνεται έμμεσα κρατικός συνένοχος. Η έλλειψη ενημέρωσης είναι σημαντική, οι κρατικές δολοφονίες είναι πολλές και δεν σταματούν να πληθαίνουν. Οι ειδήσεις με παιδιά να χάνονται στη θάλασσα δεν τελειώνουν και δεν θα τελειώσουν, αν το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού δεν το θεωρεί δική του ευθύνη αλλά ως κάτι έξω από αυτούς αφήνοντας τους υψηλότερα ιεραρχικά να το αναλάβουν, οι οποίοι ενδιαφέρονται μόνο για τη μεγιστοποίηση του δικού τους κέρδους. Το κακό που σπείρουν είναι ανεξέλεγκτο και στο τέλος τους νοιάζει το συμφέρον.
Η ευαισθητοποίηση και η ενημέρωση είναι το κλειδί για την κοινωνική αλλαγή. Μια αλλαγή που με την πίεσή της μπορεί να ανακατευθύνει τις πολιτικές που θέλουν να τοποθετούν τους ανθρώπους σε κατηγορίες και η ζωή τους να μη σημαίνει τίποτα γι’ αυτούς. Μην γίνουμε σαν αυτούς και να μη αφήσουμε να πεθάνουν άλλοι άνθρωποι, αλλά να είμαστε δίπλα τους και να τους προσφέρουμε με οποιονδήποτε τρόπο μπορούμε ένα καλύτερο αύριο αντί για έναν πνιγμό.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Το μικρού μήκους «Πρώτο μπάνιο» του Αλέξανδρου Κωστόπουλου απέσπασε Εύφημο Μνεία (Special Recognition) στο Foyle Film Festival της Ιρλανδίας, koutipandoras.gr, διαθέσιμο εδώ.
- Πρώτο Μπάνιο – Μικρές Ιστορίες, program.ert.gr, διαθέσιμο εδώ.