Της Εμμανουέλας Σουφαλιδάκη,
Στο ξέσπασμα πολέμων, σε νέες διεθνείς συγκρούσεις και σε διακρατικές συζητήσεις, αλλά και σε καθημερινά δελτία ειδήσεων, ο λόγος γύρω από τη συμβολή του ανθρωπιστικού δικαίου φαίνεται να κατέχει κεντρική θέση. Βέβαια, όταν γίνεται λόγος για ανθρωπιστικό δίκαιο, το όνομα μπορεί συχνά να παραπλανά τον δέκτη και να νομίζει ότι σχετίζεται εξ ολοκλήρου με το δίκαιο των ανθρώπων και με την ανθρωπιστική βοήθεια. Ακόμη, η ονομασία του δικαίου ίσως να παραπέμπει γενικώς και αορίστως στην προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Τι πραγματικά, όμως, ρυθμίζει το ανθρωπιστικό δίκαιο και σε ποια έκταση; Σε ποιων τελικά την προστασία αποσκοπεί;
Ναι μεν οι παραπάνω διαστάσεις εκφράζουν οπτικές του δικαίου αυτού, ωστόσο στη βάση του πραγματεύεται το νομικό πλαίσιο που σε περιόδους πολέμου και διεθνών ενόπλων συγκρούσεων στοχεύει στην προστασία ανθρώπων, κτιρίων και υποδομών, καθώς και του φυσικού περιβάλλοντος από τις επιπτώσεις των εχθροπραξιών όσο το δυνατόν περισσότερο. Σχετίζεται με την προστασία της ανθρώπινης αξιοπρέπειας μέσω της θέσπισης ενός συνόλου κανόνων και ρυθμίσεων, σε μια προσπάθεια να οριστούν με σαφήνεια γενικές και αφηρημένες έννοιες. Εκεί ακριβώς έγκειται και η δυσκολία του κλάδου αυτού του δικαίου, καθώς έννοιες, όπως η διεθνής σύγκρουση, η παράνομη χρήση βίας, η νόμιμη άμυνα πρέπει, προκειμένου να χαρακτηριστούν, να εξεταστεί προηγουμένως αν πληρούν συγκεκριμένα κριτήρια και προϋποθέσεις.
Πιο αναλυτικά, το ανθρωπιστικό δίκαιο σχετίζεται με το δίκαιο του πολέμου jus in bello και σημαίνει τον νόμο του πολέμου, το οποίο ρυθμίζει τη συμπεριφορά των μερών που εμπλέκονται σε ένοπλη σύγκρουση. Αντίθετα, η έννοια jus ad bellum αναφέρεται στο δικαίωμα στον πόλεμο, δηλαδή περιγράφει τις συνθήκες κατά τις οποίες τα κράτη μπορούν να καταφύγουν στον πόλεμο ή στη χρήση ένοπλης δύναμης γενικά, συνθήκη που δεν αποτελεί μέρος του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου. Βασικές αρχές του ανθρωπιστικού δικαίου είναι αυτές της αρχής της αναλογικότητας, της αρχής της διάκρισης μεταξύ μαχητών και αμάχων και της αρχής πρόκλησης της ελάχιστης ζημίας. Η δεύτερη από τις προαναφερθείσες αρχές, η αρχή της διάκρισης, είναι σημαντική, καθώς αναφέρεται στο πεδίο προστασίας του ανθρωπιστικού δικαίου που δεν είναι άλλο από τις ευάλωτες ομάδες, τον άμαχο πληθυσμό και υπό περιπτώσεις τους αιχμαλώτους. Παράλληλα, στόχος του ανθρωπιστικού δικαίου είναι η επίτευξη κάθε φορά μιας ισορροπίας ανάμεσα στην αρχή της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και στην αρχή της στρατιωτικής αναγκαιότητας.
Το ανθρωπιστικό δίκαιο στηρίζεται, εκτός από τις υπογραφείσες διεθνώς συνθήκες, και σε πλήθος κανόνων που δεν αποτελούν μέρος του τυπικού δικαίου αλλά του άτυπου που έχουν αποκτήσει γενική ισχύ ως μέρος του διεθνούς εθιμικού δικαίου.
Τα πιο σημαντικά κείμενα είναι οι Συμβάσεις της Χάγης, οι Συμβάσεις της Γενεύης μαζί με τα Πρόσθετα Πρωτόκολλά τους. Πρόκειται στη βάση του για ένα εθιμικό δίκαιο, το οποίο διαμορφώνεται συνεχώς ανάλογα με τις ανάγκες και επιταγές της σύγχρονης διεθνούς πραγματικότητας. Ταυτόχρονα, αξίζει να επισημανθεί ότι στο ανθρωπιστικό δίκαιο χρησιμοποιείται πιο συχνά η έννοια της ένοπλης σύρραξης από αυτής του πολέμου, καθώς η έννοια του πολέμου υποδηλώνει την επίσημη διακήρυξη από τα δρώντα κράτη.
Μέσα από τα παραπάνω διαφαίνεται εναργώς η πολυπλοκότητα, η σύνθεση, αλλά και η συμβολή του κάθε κράτους και του συνόλου των διεθνών γεγονότων που διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στην ουσία και την εξέλιξη του ανθρωπιστικού δικαίου. Παρόλο που έχει τεθεί πολλές φορές εν αμφιβόλω κατά πόσο υπάρχει όντως ανθρωπιστικό δίκαιο και κατά πόσο εφαρμόζεται στην πράξη -ζήτημα που απαιτεί κοινωνική ανάλυση-, στην πραγματικότητα το ανθρωπιστικό δίκαιο από τη δημιουργία του έχει βοηθήσει και εξακολουθεί να συμβάλλει στην οριοθέτηση των νόμιμων από των παράνομων ενεργειών, αλλά και στην προστασία των ευάλωτων ομάδων εν όψει ένοπλων συρράξεων.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
- Κείμενα Διεθνούς Δικαίου, Νομική Βιβλιοθήκη
- Διεθνές Ανθρωπιστικό Δίκαιο, wikipedia.org, διαθέσιμο εδώ